Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Γιατί δεν προσέχουν τη γλώσσα τους...


Πες μου, πάτερ, ρώτησε πάλι ο επισκέπτης, πώς μερικοί, αν και λειώνουν τα σώματά τους από την εγκράτεια, κυριεύονται ωστόσο από τα πάθη; Την οργή πρώτα-πρώτα, κι έπειτα την έχθρα, τη μνησικακία, τον φθόνο, την ασπλαχνία; Ενώ υπάρχουν, αντίθετα άνθρωποι, που και τρώνε απ’ όλα και πίνουν κρασί, κι όμως είναι πολύ ενάρετοι και δεν τους βρίσκεις ψεγάδι. Πώς γίνεται αυτό; 

- Νομίζω, παιδί μου, πώς όσοι δεν διορθώνονται, μολονότι νηστεύουν πολύ, είναι γιατί δεν προσέχουν τη γλώσσα τους. Όποιος δεν κλέινει το στόμα του, κι αν ακόμα νηστεύει όλο τον χρόνο, προκοπή δεν κάνει. Ενώ όποιος ξέρει να σωπαίνει, μπορεί εύκολα να νικήσει όλα τα πάθη. Σε κάνει λ.χ. ο διάβολος να οργιστείς; Μη μιλήσεις, και νίκησες. Σε σπρώχνει σε φθόνο; Μην κατακρίνεις, και ντρόπιασες τον πονηρό· γιατί η κράκριση γεννιέται απ’ τον φθόνο. Αν πάλι ο εχθρός σε ανάψει και σε σπρώχνει στη σαρκική αμαρτία, κλείσε γι’ άλλη μια φορά το στόμα σου. Μη μιλήσεις σε γυναίκα, μη φας και μην πιεις πολύ. Έτσι θα τον κατατροπώσεις. Στην ανάγκη, πάρε μια βέργα και χτύπα το κορμί σου αλύπητα. Ο πόνος θα διώξει τον πόλεμο. Το ξέρεις, άλλωστε, ότι «συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά σου εἰς γέενναν» (Ματθ. ε’ 29)...


Ένας ασκητής επίσκοπος: Όσιος Νήφων επίσκοπος Κωνσταντιανής, έκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, σ. 256-7.

Είχαμε τον Άγιο μαζί μας!!!



Όταν άνοιξαν για πρώτη φορά τα οδοφράγματα εκείνο τον Απρίλιο του 2003 με μεγάλη λαχτάρα προσμένανε να αντικρίσουμε ξανά το αγαπημένο μας χωριό, την Άσσια(*), τη γη μας, τα σπίτια μας και να μάθουμε κάτι για την τύχη των αγνοουμένων μας. Ποτέ όμως δεν φανταζόμασταν ότι θα ήμασταν μάρτυρες ενός μεγάλου θαύματος. Ποτέ δεν φανταζόμασταν ότι εμείς οι ίδιοι θα συμμετείχαμε και θα συμβάλλαμε στη συντέλεση αυτού του θαύματος...

Αρχικά, την πρώτη φορά που πήγαμε ήμουν μόνο εγώ και ο αδερφός μου. Μετά από την πρώτη συγκίνηση, αφού πρωτοείδαμε το χωριό μας μετά από 29 ολόκληρα χρόνια, πήγαμε να επισκεφτούμε τα σπίτια μας. Ποτέ δεν περασε από το μυαλό μας ότι τη μεγαλύτερη ανατριχίλα θα τη νιώθαμε μέσα στο ίδιο μας το σπίτι. Στο σπίτι μας τώρα κατοικούν έποικοι, οι οποίοι δεν μιλούν Ελληνικά, ωστόσο μας άνοιξαν την πόρτα χωρίς κανένα πρόβλημα δείχνοντας πολλή κατανόηση και έχοντας μια θετική στάση απέναντί μας. Η αναστάτωση και η συγκίνησή μας ήταν τόσο μεγάλη, που ενώ περιεργαστήκαμε όλο το σπίτι, δεν προσέξαμε τίποτα το ιδιαίτερο.

Η δεύτερη επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε λίγες μέρες αργότερα στο χωριό ήταν με τη μητέρα μας, η οποία αποτελεί βασικά και τον καταλύτη στην εξέλιξη της όλης υπόθεσης, ξετυλίγοντας την αρχή του νήματος. Εκεί που τα μάτια μας, για δεύτερη φορά, περιεργάζονταν κάθε γωνιά του σπιτιού, προβαίνοντας σε μια αναπόφευκτη σύγκριση με το χθες, το χθες προ του '74, ξαφνικά μια κραυγή της μητέρας μας διέκοψε αμέσως τις σκέψεις μας. Πίσω από ένα τραπεζάκι αχνοφαινόταν μια μαυρισμένη μορφή, η οποία μας κίνησε την περιέργεια να μάθουμε τι ήταν. Αρχικά, δεν αντιληφθήκαμε ότι επρόκειτο για εικόνα, γιατί ήταν τόσο μαυρισμένη που δεν κινούσε οποιεσδήποτε υποψίες.

Όταν απομακρύναμε το τραπεζάκι αποκαλύφθηκε μπροστά μας μια μορφή που ήταν περισσότερο οικεία στα μάτια της μητέρας μας. Επρόκειτο για την εικόνα του Τιμίου Προδρόμου του Ιωάννη του Βαπτιστή. Η εκκλησία στην πάνω ενορία του χωριού μας είναι αφιερωμένη στον Τίμιο Πρόδρομο και βρίσκεται πολύ κοντά στο σπίτι μας. Η συγκίνησή μας ήταν απερίγραπτη. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι μέσα στο ίδιο μας το σπίτι βρισκόταν η εικόνα του πολιούχου προστάτη της ενορίας μας. Συναισθήματα χαράς μας πλημμύρισαν, αλλά ταυτόχρονα νιώθαμε και μια ηθική υποχρέωση που μας καθόριζε και επέβαλλε την ευθύνη να μεταφέρουμε την εικόνα αυτή εκεί όπου έπρεπε, εκεί όπου μπορούσε να λατρευτεί από τους ελληνορθόδοξους πιστούς. Ατελείωτα και βασανιστικά ερωτήματα για το πώς η εικόνα κατέληξε στο σπίτι μας γέμισαν το μυαλό μας...

Ο έποικος Τούρκος που κατοικεί τώρα στο σπίτι μας, μας διηγήθηκε τη δική του ιστορία. Στάληκε ως στρατιώτης στην Κύπρο επί καιρώ εισβολής. Παρέμεινε στο χωριό μας και μετά την εισβολή αφού παντρεύτηκε με Τουρκοκύπρια. Κατοίκησε μαζί της στο σπίτι μας. Κάποια μέρα ενώ βρισκόταν στα χωράφια και όργωνε, είδε ξαφνικά κάτι να λάμπει από την αντανάκλαση του ήλιου μέσα σ' ένα σωρό χωμάτων και σκουπιδιών. Πλησίασε και αντίκρισε μέρος μιας τεράστιας εικόνας, η οποία ήταν εν μέρει θαμμένη στα χώματα και ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Δεν την άφησε εκεί, αλλά αντίθετα, την κράτησε και με πολλές δυσκολίες τη μετέφερε κρυφά και την έκρυψε μέσα στον αχυρώνα του σπιτιού μας, με αποτέλεσμα να μείνει στο σπίτι μας για 29 ολόκληρα χρόνια.

Η επιθυμία μας να μεταφέρουμε την εικόνα στις ελεύθερες περιοχές μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο. Γνωρίζαμε από πριν ότι επρόκειτο για ένα δύσκολο εγχείρημα, λόγω του ενδελεχούς ελέγχου που γίνεται και από τις δύο πλευρές στα οδοφράγματα. Επίσης πρόκειται για μια εικόνα ανεκτίμητης αξίας. Ωστόσο μοναδικό μας μέλημα ήταν να την «απελευθερώσουμε», έτσι ώστε να τοποθετηθεί σε μια εκκλησία στις ελεύθερες περιοχές, εκεί άλλωστε που πρέπει να είναι και η θέση της. Σημαντική βοήθεια στην όλη προσπάθειά μας μας προσέφερε ένας Τουρκοκύπριος, ο οποίος ήξερε Ελληνικά και συνεπώς μας έκανε μετάφραση και αποτέλεσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ εμάς και του έποικου Τούρκου. Πήγαμε ακόμα μια φορά στο χωριό για να μπορέσουμε να πείσουμε τον Τούρκο έποικο για τις ειλικρινείς μας προθέσεις.

Από την αρχή, μόλις ζητήσαμε την εικόνα από τον έποικο Τούρκο μάς υποσχέθηκε να μας τη δώσει χωρίς δισταγμό. Δεν ζήτησε ούτε χρήματα, ούτε κανένα άλλο αντάλλαγμα. Λόγω κάποιων καταστάσεων και προβλημάτων που δημιουργήθηκαν ο Τούρκος αναγκάστηκε τελικά να μεταφέρει την εικόνα σε άλλο χωριό, γιατί είχε δικαιολογημένα φοβηθεί.

Κατά την ημέρα της παράδοσης της εικόνας, όταν φτάσαμε στην Άσσια, ήταν ήδη αργά το βράδυ. Εκεί με έκπληξη ακούσαμε ότι ο Τούρκος δεν είχε την εικόνα πλέον στο σπίτι μας, αλλά σε άλλο χωριό και έπρεπε να τον περιμένουμε να τη φέρει. Ο ίδιος δεν μπορούσε να το κάνει για κάποιους δικούς του λόγους και γι' αυτό έστειλε τη γυναίκα του και την κόρη του. Συμφωνήσαμε να βρεθούμε σε συγκεκριμένο χώρο εκτός του χωριού για να μας παραδώσουν την εικόνα.  Μετά από κάποια προβλήματα και δυσκολίες μάς παρέδωσαν τελικά την εικόνα στα χέρια μας.

«Άγιε μου, τζαι πού να σε κρύψω τωρά...»
Εγώ έμεινα άναυδος γιατί πρώτη φορά είδα την εικόνα σε όλο της το μεγαλείο, σε όλες της τις διαστάσεις. Ήταν πράγματι τεράστια. Ήταν τυλιγμένη σε μια κουβέρτα. Μόλις την έπιασα στα χέρια μου, ανατρίχιασα... την προσκύνησα με μεγάλη ευλάβεια και είπα: «Άγιε μου, τζαι πού να σε κρύψω τωρά!!» Δεν υπολόγισα ότι δεν θα χωρούσε στο αυτοκίνητο. Την τοποθέτησα πίσω από τα καθίσματα και τη σκέπασα, αλλά ήταν τόσο μεγάλη που και πάλι φαινόταν. Τους ευχαριστήσαμε και φύγαμε αμέσως βιαστικοί. Από εκείνη τη στιγμή νιώθαμε ότι η εικόνα είναι δική μας... νιώθαμε πως ο Άγιος μας προστάτευε και μας καθοδηγούσε. Ούτε μια στιγμή δεν φοβηθήκαμε, ούτε καν νιώσαμε ανασφάλεια πως δεν θα τα καταφέρναμε να τη φέρουμε στις ελεύθερες περιοχές. Ο Άγιος ήταν πραγματικά μαζί μας και στο αυτοκίνητο, αλλά και στην ψυχή μας. Το νιώθαμε, το διαισθανόμαστε, το ξέραμε...

Εκείνη τη νύχτα είχε πάρα πολλή κίνηση. Όταν φτάσαμε στο οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου, περιμέναμε στη σειρά με πολλά άλλα αυτοκίνητα για να περάσουμε στις ελεύθερες περιοχές. Υπήρχαν δύο ψευδοαστυνομικοί, ο ένας έπαιρνε τα χαρτιά της εισόδου - εξόδου και ο δεύτερος έκανε έλεγχο στα αυτοκίνητα. Ξεχώρισε απ' όλα τα αυτοκίνητα το δικό μας. Εμείς ήμασταν το πέμπτο αυτοκίνητο στη σειρά. Μας έγνεψε να βγούμε από τη σειρά που περιμέναμε μαζί με τα υπόλοιπα αυτοκίνητα, να περάσουμε στη δεξιά πλευρά του δρόμου που ήταν ελεύθερη και να φύγουμε χωρίς κανένα έλεγχο. Περνώντας από δίπλα τους, έριξαν απλώς μια επιπόλαια ματιά σ' εμάς και το αυτοκίνητο. Είχαμε στην κυριολεξία τον Άγιο μαζί μας!!! Σίγουρα ήθελε και ο ίδιος ο Άγιος να έρθει στις ελεύθερες περιοχές. Δεν μπορώ να εξηγήσω διαφορετικά τη στάση των ψευδοαστυνομικών. Ο ίδιος ο Τίμιος ο Πρόδρομος προστάτευσε πρώτα εμάς και ταυτόχρονα φώτισε τους ψευδοαστυνομικούς να ενεργήσουν με αυτόν τον τρόπο.

Το ίδιο περίπου σκηνικό επαναλήφθηκε και στον έλεγχο του ελληνοκυπριακού σημείου ελέγχου. Όταν φτάσαμε εκεί, κατέβασαν τον οδηγό του προηγούμενου αυτοκινήτου και έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο σε όλο του το αυτοκίνητο. Σ' εμάς όμως, κατά την ίδια περίεργη σύμπτωση με τον προηγούμενο έλεγχο, ο Ελληνοκύπριος, αυτήν τη φορά, αστυνομικός μάς έγνεψε να περάσουμε και να φύγουμε. Μας κοίταξε απλώς εξ αποστάσεως και μας άφησε να φύγουμε χωρίς έλεγχο.

Κατά τα μεσάνυκτα φτάσαμε επιτέλους στα σπίτια μας κατασυγκινημένοι, που επιτέλους η επιθυμία μας να φέρουμε την εικόνα του Αγίου στις ελεύθερες περιοχές έγινε πραγματικότητα. Χωρίς να χάνουμε χρόνο και παρά το προχωρημένο της ώρας καλέσαμε κάποιον ιερέα και έτσι απλά και οικογενειακά με τη χάρη του Κυρίου κάναμε μια μικρή δέηση στον Άγιο μετά από 29 χρόνια. Ύστερα από καθοδήγηση και συμβουλές ειδικών του κράτους, η εικόνα δόθηκε σε ιερείς της εκκλησίας που με τη σειρά τους την έστειλαν στο Σταυροβούνι για να καθαριστεί. Έτσι, στις 27 Ιουλίου 2003, πρωτοεμφανίστηκε η εικόνα αφού έτυχε καθαρισμού. Εμείς όταν την είδαμε, μείναμε κατασυγκινημένοι. Ήταν τόσο λαμπερή που πραγματικά έμοιαζε σαν καινούργια! Είχαμε ανατριχιάσει... Η εικόνα ανήκει σε όλο τον κόσμο της Άσσιας, σε όλους τους χριστιανούς και σε όλη την Κύπρο. Η εικόνα βρίσκεται από τότε στον ιερό ναό του Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ Αγλαντζιάς. Οποιοσδήποτε Ασσιώτης μπορεί να πάει και να προσκυνήσει τη χάρη του.


Από τότε που πήραμε την εικόνα δεν μετέβηκα ποτέ ξανά στις κατεχόμενες περιοχές. Αυτή η μεγάλη προσπάθεια αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες συγκινήσεις στη ζωή μου. Θα μείνει πάντοτε χαραγμένη στη μνήμη μου και ριζωμένη βαθιά στην ψυχή μου. Πίστεψα στον Άγιο ακόμη περισσότερο. Φαίνεται θα ήταν και δική του επιθυμία να περάσει στις ελεύθερες περιοχές, να έρθει ξανά σε χριστιανικά χέρια, γεγονός που πραγματοποιήθηκε μέσω του δικού του θαύματος...! Σίγουρα ήταν μαζί μας, μας προστάτευε και μας φώτιζε για να καταφέρουμε να περάσουμε την εικόνα του έτσι απλά και ανεμπόδιστα. Είχαμε τον Άγιο μαζί μας!


(*) Η Άσσια είναι χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου της Κύπρου και από το 1974 είναι κατεχόμενη από τους Τούρκους.
 
Επιμ. Πετρούλα Τζωρτζή
Βασισμένο στην περιγραφή των πρωταγωνιστών
Κώστας Τζωρτζής, Άσσια: Περιμένοντας την Ανάσταση, Λευκωσία, 2009, σ. 144-6

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Προσευχή μετά από την Ιερά Εξομολόγηση


Ευχαριστώ Σοι κατά πολλά, ω γλυκύτατε Ιησού, Λυτρωτά μου φιλανθρωπότατε, και ιατρέ πολυέλεε του ανθρωπίνου Γένους, διατί με το πολυτίμιτον Βάλσαμον του ζωοποιού σου Αίματος ιάτρευσες ταις πληγαίς της Ψυχής μου, και με εκαθάρισες από την λέπραν των αμαρτιών μου. Γνωρίζω την θείαν Σου Ευσπλαχνίαν, με την οποίαν ανέμεινες να έλθω εις μετάνοιαν, εγώ ο τρισάθλιος αμαρτωλός, εις καιρόν οπού τόσοι άλλοι δοκιμάζουν τώρα την οργήν της δικαιοσύνης Σου εις τον Άδην. Δέξαι, λοιπόν, σε παρακαλώ, Κύριέ μου, δια πρεσβειών της αειπαρθένου Σου Μητρός, και Θεοτόκου Μαρίας, και πάντων Σου των Αγίων ταύτην μου την Εξομολόγησιν και αν εστάθη ελλειπής, η ατελής εις κανένα της περιστατικόν, ας αναπληρώση εις τούτο η θεία Ευσπλαχνία Σου και φιλανθρωπία, δια μέσου της οποίας κάμε, σε παρακαλώ να είμαι τελείως συγχωρημένος, να διορθώσω τα ήθη μου, κάμνωντας καρπούς αξίους της μετανοίας, και τοιουτοτρόπως μένωντας στερεός εις το καλόν εις την παρούσαν ζωήν με την θείαν Σου χάριν, να αξιωθώ εις την άλλην να απολαύσω την Ουράνιον δόξαν Σου.


Άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης
Αποδελτίωση: Talantoblog (9/9/2009)

Νεομάρτυρας Άγιος Φιλούμενος


Ο Άγιος Φιλούμενος κατά κόσμον Σοφοκλής, γεννήθηκε στη Λευκωσία, στις 15 Οκτωβρίου 1913. Γονείς του ήταν οι Ευσεβείς Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος με τον π. Ελπίδιο κατά κόσμον Αλέξανδρο και από μικροί ξεχώριζαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό και γι’ αυτό από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή. Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στη Σχολή της Αγίας Σιών.

Το 1937 εκάρησαν μοναχοί παίρνοντας ο Σοφοκλής το όνομα Φιλούμενος και ο Αλέξανδρος το όνομα Ελπίδιος. Στις 5 Σεπτεμβρίου του ιδίου χρόνου χειροτονήθηκαν διάκονοι και το 1939 αποφοίησαν από το Γυμνάσιο του Πατριαρχείου. Ο π. Ελπίδιος έφυγε από την Αγία Γη, υπηρετώντας σε άλλους τόπους. Ο Άγιος Φιλούμενος παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα για 45 συνεχή χρόνια, μέχρι το μαρτύριό του. Το 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και αφού πέρασε από διάφορες διακονίες μέσα στο Πατριαρχείο και διορίσθηκε σε διάφορες θέσεις υπηρετώντας πάντοτε με ευθύνη και φόβο Θεού και με πολύ αγάπη προς τους αγιοταφίτες πατέρες, στις 8 Μαΐου του 1979 μετατέθηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ όπου υπηρέτησε μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο, στις 29 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Εκεί όμως, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα από φανατικούς Εβραίους που συνέχεια τον απειλούσαν ότι αν δεν εγκαταλείψει το Φρέαρ και πάρει τις εικόνες και τον Εσταυρωμένο να φύγει, θα τον σκοτώσουν. Εκείνος όμως απαντούσε ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ το προσκύνημα, αλλά ότι ήταν έτοιμος ακόμα και να μαρτυρήσει, ως πιστός φύλακας αυτού.

Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου του 1979, ημέρα της μνήμης του Αγ. Μάρτυρος Φιλουμένου, φανατικοί Εβραίοι μπήκαν στο χώρο του Φρέατος του Ιακώβ κι ενώ ο Άγιος τελούσε τον Εσπερινό, του επιτέθηκαν με τσεκούρι, τον κακοποίησαν και τέλος τον σκότωσαν. Το μαρτύριό του ήταν φρικτό, γιατί οι δήμιοί του τον χτύπησαν αλύπητα στο πρόσωπο και του έκοψαν τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Στη συνέχεια βεβήλωσαν την Εκκλησία και τον Σταυρό κι έριξαν μια χειροβομβίδα καταστρέφοντας τον χώρο. Είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του π. Σωφρονίου που παρέλαβε το τίμιο λείψανο του μάρτυρα για να το ντύσει και να το ετοιμάσει για την ταφή, ότι παρέμεινε 5 μέρες μετά το μαρτύριό του ζεστό και εύκαμπτο και «βοήθησε» το Γέροντα Σωφρόνιο για να τον ντύσει. Συγκλονιστική είναι επίσης η μαρτυρία του κατά σάρκα αδελφού του π. Ελπιδίου, που αν και μίλια μακριά, άκουσε τη φωνή του π. Φιλουμένου να του λέγει: «Αδελφέ μου με σκοτώνουν προς δόξαν Θεού. Σε παρακαλώ μην αγανακτήσεις».

Η Εκκλησία τον τιμά ως άγιο στις 29 Νοεμβρίου και το ευωδιάζον και θαυματουργό σκήνωμά του βρίσκεται εντός του νέου τρισυπόστατου μεγαλοπρεπούς ιερού ναού που χτίστηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ, επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, του Αγίου Φιλουμένου και του Αγίου Ιουστίνου. Κτήτορας του νέου αυτού ναού είναι ο Αρχιμανδρίτης π. Ιουστίνος, στον οποίο ο Άγιος Φιλούμενος εμφανίζεται συχνά και τον προστατεύει από τις επιθέσεις των φανατικών Εβραίων που συνεχίζονται εναντίον του π. Ιουστίνου και του Ιερού Προσκυνήματος.

Χιλιάδες ορθόδοξοι καταφθάνουν κατ’ έτος για να προσκυνήσουν το ιερό λείψανό του στο Φρέαρ του Ιακώβ, στη Σαμάρεια. Τεμάχιον ιερού λειψάνου του, πετραχήλι του, μαζί με την παρούσα εικόνα ευρίσκονται και εις την Ελλάδα, εις την Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ Τρικόρφου Φωκίδος.


Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Προσευχή πριν από την Ιερά Εξομολόγηση



Προαιώνιε Πατήρ των οικτιρμών, και Θεέ πάσης παρακλήσεως. Εγώ, ο ταλαίπωρος, θέλοντας να εξετάσω την Συνείδησίν μου επάνω εις ταις ανομίαις μου, φοβούμαι κατά πολλά και τρέμω• επειδή και σου είναι τόσον φανερή η κατάστασις της ζωής μου, οπού κανένα έργον, και κανένας συλλογισμός μου δεν ημπορεί να είναι κρυπτός εις τους οφθαλμούς σου. Όθεν σου ζητώ με όλην την ταπείνωσιν διά τους οικτιρμούς του Μονογενούς σου Υιού, να μου δώσης την χάριν να γνωρίσω καλά, να μισήσω, και να διορθώσω όλα μου τα αμαρτήματα. Δος μοι, ω Πατήρ των φώτων, το Πανάγιόν σου Πνεύμα, διά να μου φέρη εις την ενθύμησιν ταις αμαρτίαις, οπού αλησμόνητα, και διά να παρακινήση την καρδίαν μου εις συντριβήν, και μετάνοιαν επάνω εις αυταίς, διά να ταις μισήσω, και να απέχω από κάθε αμαρτίαν εις το ερχόμενον. Και Συ, Παρθένε Θεοτόκε, Μήτερ ελέους, και καταφυγή των αμαρτωλών, συντρόφευσόν με, σε παρακαλώ, με την βοήθειάν σου εις τούτο το Κριτήριον της ευσπλαχνίαςκαι δικαιοσύνης του Θεού, διά να γνωρίσω, να μισήσω εκ καρδίας, και να εξομολογηθώ όλας μου τας αμαρτίας. Το όμοιον και συ, ω Άγιε Άγγελε, φύλαξ της ψυχής μου, σε παρακαλώ να μου βοηθήσης εις τούτο το έργον, οπού είναι τόσον αναγκαίον δια την αιώνιον σωτηρίαν μου. Αμήν


Άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης
Αποδελτίωση: Talantoblog (9/9/2009)

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Σκέπασε για να σκεπαστείς


Όσα συγχωρέσεις τόσα θα σου συγχωρηθούν. Ό,τι συγχωρήσεις αυτό θα Σου συγχωρήσει. Αυτά, που θα σκεπάσεις και δεν θα τα κατακρίνεις, αυτά θα σκεπασθούν και σε σένα από τον Θεό. Αυτή με συντομία είναι η διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, για την κατάκριση των άλλων. Δύσκολο άθλημα, όσο και μέγα. Γιατί πρέπει να γίνεται με όλη την καρδιά μας και όχι μόνον με ένα κομμάτι της. Αντανακλά, πρέπει να αντανακλά και να καθρεφτίζει την τελευταία πράξη του Θεανθρώπου Χριστού, πάνω στον Σταυρό, όπου συγχωρούσε τους σταυρωτές Του: «Πάτερ, άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. ΚΓ’ 34). Ας δούμε τι μας συμβουλεύουν σχετικώς τρεις Άγιοι της Εκκλησίας μας:

- Ο Αββάς Ζήνων έλεγε στους αδελφούς: «Όποιος θέλει γρήγορα να εισακούσει ο Θεός την προσευχή του, όταν σηκωθεί και υψώσει τα χέρια του προς τον Θεόν, πριν από όλα και πριν από την ίδια του τη ψυχή, υπέρ των εχθρών του ας προσευχηθεί με όλο του το είναι. Έτσι, με αυτό το κατόρθωμα, ό,τι κι αν ζητήσει από τον Θεό, θα εισακουσθεί».

- Έλεγαν για τον Αββά Μακάριο τον Μεγάλο, τον Αιγύπτιο, ότι είχε γίνει, καθώς είναι γραμμένο, Θεός επίγειος. Πώς έγινε; Διότι, όπως ο Θεός σκεπάζει τον κόσμο, έτσι και ο Αββάς Μακάριος σκέπαζε τα ελαττώματα, όπου τα έβλεπε, σαν να μην τα έβλεπε, και τα άκουγε, σαν να μην τα άκουγε».

- Κάποιος αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα λέγοντας: «Αν δω κάποιο φταίξιμο του αδελφού μου, και καλά θα κάμω να το σκεπάσω;» Και ο γέροντας του απάντησε: «Την ώρα που θα σκεπάσουμε το φταίξιμο του αδελφού μας, θα σκεπάσει και ο Θεός το δικό μας. Και την ώρα όπου θα φανερώσουμε το φταίξιμο του αδελφού, θα φανερώσει και ο Θεός το δικό μας».

Π.Μ. Σωτήρχος
Αποδελτίωση: Οδοιπόροι (25/6/2009)

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

Το αποφασιστικό ξεκίνημα


Θέλεις να σώσεις την ψυχή σου και να κερδίσεις την αιώνια ζωή; Αποφάσισε από τώρα ν' αλλάξεις πορεία. Υπερνίκησε την τεμπελιά σου, κάνε το σημείο του σταυρού και πες με θέρμη και πίστη: Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.

Δεν κατακτά κανείς την πίστη μόνο με ευσεβείς στοχασμούς, αλλά κυρίως με αγωνιστική προσπάθεια. Δε μας μαθαίνουν οι λέξεις και οι θεωρίες τι είναι ο Θεός, αλλά η εμπειρία της πνευματικής ζωής. Πρέπει ν' ανοίξουμε το παράθυρο για να μπει μέσα ο δροσερός αέρας. Πρέπει να βγούμε έξω για να μας λούσει στο φως του ο ήλιος. Ποτέ δεν μπορούμε να φτάσουμε σ' ένα σκοπό, αν καθόμαστε στην ησυχία μας και περιμένουμε, λένε οι άγιοι Πατέρες. Ας γίνει παράδειγμά μας ο άσωτος υιός. «Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ». (Λουκά ιε' 20)

Μπορεί να 'σαι χωμένος στα γήινα πράγματα και αλυσοδεμένος μ' αυτά. Ποτέ δεν είναι αργά. Δε γράφτηκε χωρίς λόγο στην Αγία Γραφή, ότι ο Αβραάμ ήταν εβδομήντα πέντε χρονών όταν αναχώρησε από την πατρίδα του και ότι ο εργάτης που έρχεται την ενδέκατη ώρα, παίρνει το ίδιο μεροκάματα μ' αυτόν που έρχεται την πρώτη.

Ούτε πάλι είναι σωστό να νομίζεις πως είναι πολύ νωρίς. Μια πυρκαϊά σ' ένα δάσος δε σβήνεται στο πι και φι. Θα ήθελες αλήθεια να δεις την ψυχή σου να καταστρέφεται και να γίνεται παρανάλωμα της φωτιάς του κακού; Κινήσου λοιπόν με δραστηριότητα.

Από τότε που βαφτίστηκες, ανέλαβες την υποχρέωση να πολεμάς εναντίον των αόρατων εχθρών της ψυχής σου. Τον αγώνα αυτόν ανάλαβέ τον έστω και τώρα. Αρκετά δίστασες. Βυθισμένος στην αδιαφορία και στην τεμπελιά, άφησες πολύ καιρό πολύτιμο να πάει χαμένος. Γι' αυτό πρέπει να ξέρεις τούτο· την καθαρότητα που πήρες με το βάφτισμα την άφησες να ποδοπατηθεί και να λερωθεί με τον πιο οικτρό τρόπο.

Σήκω λοιπόν επάνω! Κάνε το όμως γρήγορα, χωρίς αργοπορία. Μην αναβάλλεις την απόφασή σου «για το απόγευμα» ή «για αύριο» ή «για τότε που, όπως λες, θα είμαι έτοιμος αφού τελειώσω προηγουμένως τη δουλειά που έχω». Το διάστημα που θα μεσολαβήσει μπορεί να 'ναι ολέθριο.

Όχι! Αυτή την ώρα, αυτή τη στιγμή που πήρες την απόφαση, οφείλεις να δείξεις έμπρακτα ότι απαρνήθηκες το παλιό εγώ σου και ότι άρχισες τώρα μια καινούργια ζωή, με καινούργιους σκοπούς και νέα μορφή. Σήκω, λοιπόν, χωρίς φόβο και πες: Κύριε, βοήθησέ με να αρχίσω τώρα. Βοήθησέ με! Γιατί αυτό που χρειάζεται πριν απ' όλα είναι η βοήθεια του Θεού.

Προχώρησε στην καινούργια σου απόφαση και μην κοιτάς ξανά πίσω. Το πάθημα της γυναίκας του Λωτ που έγινε στήλη άλατος αποτελεί για μας ένα σπουδαίο μάθημα (Γεν. ιθ' 26). Έχεις «απεκδυθεί τον παλαιό άνθρωπον». Άφησε καθετί το δικό του. Όπως ο Αβραάμ, άκουσες τη φωνή του Κυρίου: «Ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ δεῦρο εἰς τὴν γῆν, ἣν ἄν σοι δείξω» (Γέν. ιβ' 1). Προς αυτή τη χώρα πρέπει από 'δώ και πέρα να κατευθύνεις όλη σου την προσοχή και κάθε ενέργειά σου.


Τίτο Κολλιάντερ, Ο δρόμος των ασκητών, εκδ. «Ακρίτας», σ. 21-23

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Απαντώντας την τραγικότητα ενός συνθήματος...


Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς. 
μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ. 
ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν.
οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν.
οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς, καὶ ἔθηκα ὑμᾶς ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καὶ καρπὸν φέρητε, καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ, ἵνα ὅ,τι ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δῷ ὑμῖν.
ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. 
εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. 
εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. 
μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ.
εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν.
ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. 
(Κατά Ιωάννην, ιε' 12-21)

Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου.
ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν διωκόντων ὑμᾶς, 
ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. 
ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, τίνα μισθὸν ἔχετε; 
οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν; 
καὶ ἐὰν ἀσπάσησθε τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν μόνον, τί περισσὸν ποιεῖτε; 
οὐχὶ καὶ οἱ ἐθνικοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν; 
ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὡς ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τέλειός ἐστιν. 
(Κατά Ματθαίον, ε' 43-47)

Ἀλλὰ ὑμῖν λέγω τοῖς ἀκούουσιν· ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, 
εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς. 
τῷ τύπτοντί σε ἐπὶ τὴν σιαγόνα πάρεχε καὶ τὴν ἄλλην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντός σου τὸ ἱμάτιον καὶ τὸν χιτῶνα μὴ κωλύσῃς.
παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ σὰ μὴ ἀπαίτει.
καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. 
καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; 
καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. 
καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί;
καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι.
καὶ ἐὰν δανείζητε παρ' ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί;
καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα.
πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. 
γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.
καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· 
δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλὸν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν.
(Κατά Λουκάν, στ' 27-38)

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Να εύχεστε να γίνει το θέλημα του Θεού


Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού, αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.

Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.

Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία, αλλά δεν είναι υγιές.

Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μια ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία. να μη ακέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.


Πηγή: Γέροντος Πορφυρίου ιερομονάχου, Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι.Ησ. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Μήλεσι Αττικής.
Αποδελτίωση: Αγιορείτικο Βήμα (21/6/2010)

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Ιδού ο Άγιός μας είναι εδώ κοντά μας



Με βαθιά συγκίνηση θέλω να σας διηγηθώ ένα περιστατικό που μου συνέβη πριν 45 χρόνια στη Μονή του Οσίου Δαβίδ. Την εποχή εκείνη ζούσα με την οικογένειά μου στο χωριό Κοκκινομηλιά, ένα πανέμορφο χωριό της Β. Ευβοίας, ορεινό με θέα το γαλάζιο Αιγαίο. Εκείνη την περίοδο υπηρετούσα ως ψάλτης στο αναλόγιο των ενοριών στη Κούλουρη και Μαρούλη, δύο γειτονικά μικρά χωριά με ξεχωριστή και αυτά ζωντάνια και ομορφιά.

Στις 31 Οκτωβρίου 1960 είχαμε αποφασίσει με την σύζυγό μου να πάμε στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαβίδ για να προσευχηθούμε επειδή την άλλη ημέρα ήταν η γιορτή του Αγίου. Η μετάβαση τότε γινόταν ή με τα ζώα ή με τα πόδια.

Αιφνιδίως όμως το κοριτσάκι μας, αρρώστησε γεγονός που συνέβαλε στη ματαίωση του προσκυνήματος μας. Αν και κατά τη διάρκεια της νύχτας συνήλθε εν τούτοις η αναχώρηση μας για το μοναστήρι αναβλήθηκε.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1960, την παραμονή του Αγίου Νικολάου ξεκινήσαμε να πραγματοποιήσουμε το προσκύνημά μας. Στο μοναστήρι συναντήσαμε και άλλους 30 περίπου προσκυνητές από ένα κεντρικό χωριό της Ευβοίας, την Αγία Άννα. Στην Ιερά Μονή βρισκόταν ως προσκυνητής και ο σημερινός ηγούμενος της Μονής π. Κύριλλος, λαϊκός τότε με την μητέρα του, εκμεταλλευόμενος την άδεια του από το στρατό, όπου υπηρετούσε. Κατά τον Εσπερινό που τελέστηκε από τον πατέρα Ιάκωβο Τσαλίκη και τον πατέρα Γρηγόριο (που σήμερα βρίσκεται στην Αλόννησο), οι προσκυνητές από την Αγία Άννα μας πληροφόρησαν ότι μαζί τους είναι και ένα δωδεκάχρονο κορίτσι Γυμνασίου που συνομιλεί με τον Άγιο.

Η πρώτη επικοινωνία του έγινε στην Εκκλησία της Αγίας Άννας, όπου είχαν μεταφερθεί τα ιερά λείψανα του Οσίου Δαβίδ. Το δωδεκάχρονο κορίτσι έβλεπε τον Όσιο Δαυίδ και αυθόρμητα άρχισε διάλογο μαζί του. Αυτό επαναλήφθηκε και στο μοναστήρι του Οσίου. Η έκπληξή μας ήταν μεγάλη. Παρακολουθούσαμε το διάλογο και από τις απαντήσεις συμπεραίναμε τι έλεγε στη μικρή ο Όσιος Δαυίδ. Σημειωτέον πως δεν βλέπαμε ούτε ακούγαμε την φωνή του Αγίου.

Αξέχαστος ο διάλογος του Αγίου

Παραθέτω ορισμένα τμήματα από τον καταπληκτικό αυτό διάλογο που ειλικρινά σημάδεψε από τότε τη ζωή μας:

Ο Άγιος είπε, «Ο καθηγητής σου Μαντζ… είναι αμαρτωλός». «Όχι Όσιε, είναι πολύ καλός» του απάντησε η κοπελίτσα. «Ναι, θα ’ρθει μια μέρα που θα μετανοήσει και στο κήρυγμά του θα πιστέψουν δύο χιλιάδες άνθρωποι» συμπλήρωσε ο Άγιος Δαυίδ.

Σε ερώτηση του Αγίου, αν επιθυμεί να δει την κόλαση, η απάντηση του κοριτσιού ήταν καταφατική. «Ναι, θα ήθελα να δω την κόλαση και τους κολασμένους», (εδώ θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι το κορίτσι καθόταν και βρισκόταν σε κατάσταση έκστασης). Αμέσως τότε βρέθηκαν στην κόλαση. Η κοπελιά τρόμαξε μ’ αυτά που αντίκρισε και ξεφώνησε: «Πάρε με Άγιε από εδώ, γιατί δεν αντέχω να βλέπω». Ρώτησε όμως τον Άγιο να εξηγήσει για μια φρικτή εικόνα που αντίκρισε. «Γιατί αυτή η γυναίκα τρώει το παιδί της;» «Επειδή το γέννησε και το σκότωσε, για αυτό το τρώει;» απάντησε ο Όσιος Δαυίδ. Τότε ξανά παρακάλεσε τον Άγιο να φύγουν, διότι δεν άντεχε να βλέπει άλλο το φρικτό εκείνο θέαμα. Από τους μορφασμούς του προσώπου του κατανοούσες τη φρίκη που έβλεπε.

Όσιος Δαυίδ : «Θέλεις τώρα να δεις τους εκλεκτούς του παραδείσου»;
«Ναι, θέλω Όσιε» ήταν η απάντηση της μικρής. Αμέσως βρέθηκαν στον Παράδεισο.

Κοπελίτσα: «Όσιε, τι λαμπρός που είναι ο Ήλιος εδώ και τι ωραία τριαντάφυλλα; Όσιε, γιατί τα τριαντάφυλλα είναι άλλα ανοιγμένα, άλλα μισανοιγμένα και άλλα κλειστά»;

Όσιος Δαυίδ: «Τα ανοιγμένα είναι οι καθαρές ψυχές των χριστιανών, τα μισανοιγμένα όχι και τόσο καθαρές και τα κλειστά οι άπιστες».

Κοπελίτσα: «Όσιε αυτοί με τα λευκά φτερά γιατί σκουπίζουν τους δρόμους»;

Όσιος Δαυίδ: «Αυτοί είναι οι Άγγελοι και σκουπίζουν τους δρόμους για να περάσει η ψυχή του πατρός Ιακώβου» (ο πατήρ Ιάκωβος ήταν μαζί μας και τ’ άκουγε αυτά).

Κοπελίτσα: «Και θα ’ρθει τώρα η ψυχή του πατρός Ιακώβου;

«Θα αργήσει πολύ γιατί πρέπει να εξομολογεί τον κόσμο». Τότε είδα τον γέροντα Ιάκωβο να σκουπίζει με ένα λευκό μαντήλι τα δάκρυά του.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας ήλθε ένα λεωφορείο με 25 περίπου επιβάτες. Εισήλθαν στον Ιερό Ναό. Η ησυχία που επικρατούσε τους ώθησε την περιέργεια. Τι συμβαίνει, μας ρώτησαν. Τους εξηγήσαμε πως ζούμε ένα θαύμα. Παρακολουθούμε μια συζήτηση του κοριτσιού με τον Άγιο Δαυίδ. Γέλασαν ειρωνικά και μας χλεύασαν.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή σταμάτησε η συνομιλία του κοριτσιού με τον Άγιο. Με απορία η κοπελίτσα απευθυνόμενη στον Άγιο ρωτά: «Όσιε, γιατί φεύγεις; μήπως οι ψυχές των χριστιανών δεν είναι καθαρές»; 

«Το πούλμαν που ήλθε τώρα με τα 25 άτομα είναι όλοι άθεοι; εκτός από μια γερόντισσα 85 περίπου ετών, η οποία είναι πολύ πιστή και χάριν αυτής της ψυχής έφτασε εδώ το πούλμαν; Τι είπες Άγιε; στο πούλμαν υπάρχει και ένας Αθηναίος ψηλός και άκληρος που έχει ένα σκυλί που το ταΐζει καλύτερα από το παιδί του, ενώ πολλοί φτωχοί που έπεσαν στα χέρια του τους πέταξε στους δρόμους»; (τα λόγια τούτα του Αγίου συμπεραίνουμε από τις ερωτήσεις της κοπελίτσας.

Ο άνθρωπος που περιέγραψε η κοπελιά κατά σύμπτωση με πλησίασε και με ρώτησε: «Κύριε, τι είναι εδώ που ήλθαμε»; Είναι το μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ, του είπα. «Μα αυτά που είπε το κορίτσι, αυτός που περιέγραψε είμαι εγώ. Πού ξέρει αυτό για μένα;»

Την στιγμή εκείνη πήρε την γυναίκα του και στάθηκαν μπροστά στην εικόνα του Αγίου λέγοντας: «Άγνωστε Άγιε, δεν σε ξέρω ποιος είσαι, αλλά σ’ ευχαριστώ που μέσα σ’ αυτή την ερημιά βρήκα τον Θεό μου».

Τότε το κοριτσάκι απευθυνόμενη προς αυτούς που είχαν εισέλθει στον Ιερό Ναό είπε: «Σας παρακαλώ, όσοι έχουν βαριά την συνείδησή τους ας βγουν έξω, διότι ο Άγιος δεν θέλει να τους βλέπει».Οι επιβάτες του πούλμαν αναχώρησαν αφού δεν είχαν σκοπό και να μείνουν άλλο.

Μόλις έφυγαν άρχισε πάλι η συζήτηση με τον Άγιο. Ήταν πλέον περασμένα μεσάνυχτα. «Μη φεύγεις Όσιε, δεν κουράσθηκα» είπε η κοπελίτσα και αμέσως συμπλήρωσε: «Α! θα ’ρθεις στις 3.00 η ώρα και θα κάνεις και θαύμα»; Στη συνέχεια έτριψε τα μάτια του και απευθυνόμενη στη φίλη της που στεκόταν δίπλα της είπε: «Κοιμήθηκα»; «Ναι, σε είχε πάρει ο ύπνος» απάντησε εκείνη. «Συγχώρεσέ με Άγιε, ήλθα να σε προσκυνήσω και κοιμήθηκα» μονολόγησε. Τότε πράγματι καταλάβαμε ότι αυτά που προηγήθηκαν μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας τα αγνοούσε.

Εμείς όμως με αγωνία περιμέναμε το θαύμα στις 3.00 π.μ. που είχε προαναγγείλει ο Άγιος. Ήταν 2:45 π.μ όταν οι καμπάνες του μοναστηριού άρχισαν να κτυπούν χαρμόσυνα. Πεταχτήκαμε έξω. Κτυπούσαν μόνες τους. Το γεγονός αυτό το εκλάβαμε ως το θαύμα που αναμέναμε. Εισήλθαμε πάλι στον Ναό.

Το ρολόι έδειχνε 3:00. Ξαφνικά η ματιά όλων μας επικεντρώθηκε στο πάνω μέρος του τέμπλου. Στο ύψος του μικρού παραθύρου στον λευκό τοίχο παρουσιάστηκε μια σκιά που τράβηξε σαν μαγνήτης την προσοχή μας. Διερωτηθήκαμε, τι προκαλεί αυτή τη μαύρη σκιά στον τοίχο; 

Τότε είδαμε να προβάλλει το κεφάλι του Οσίου Δαβίδ, με τα λευκά γένια του, όπως ακριβώς είναι στην εικόνα η μορφή του. Φάνηκε ακόμη το πετραχήλι, καθώς και δύο ή τρεις σταυροί από το πετραχήλι. Κουνούσε το κεφάλι του. Στο χέρι του κρατούσε το θυμιατό. Άρχισε να θυμιάζει. Τα κουδουνάκια του θυμιατού ακουγόντουσαν δυνατά. Δάκρυα κατάνυξης πλημμύρισαν τους πάντες. Ικετεύαμε τον Άγιο να μας ελεήσει. Τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα. Ο Άγιος έπαιρνε το θυμιατό στο αριστερό χέρι και με το δεξί ευλογούσε τον κόσμο.

Ομολογώ ότι το θυμάμαι όσο ζω και δεν θα ξεχάσω ποτέ μου την γλυκύτητα του προσώπου του. Μια γλυκύτητα που αγαλλίαζε την ψυχή μου.

Τη στιγμή που ο Άγιος έσκυψε και προσκυνούσε το κοριτσάκι φωνάζει δυνατά: «Παναγιά μου! Χριστέ μου! περνάει ο Χριστός, περνάει η Παναγία, ο Μ. Βασίλειος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Δημήτριος». Ανέφερε πλειάδα Αγίων για αρκετή ώρα.

Του λόγου μας διακρίναμε μόνο τον Όσιο Δαβίδ που έκανε αυτή την υπόκλιση. Εξ αυτών που έλεγε το κορίτσι δεν βλέπαμε τίποτε. Μέσα σε όλα αυτά οφείλω να σας διηγηθώ και ένα εξίσου σοβαρό περιστατικό που συνέβη στη σύζυγό μου την βραδιά εκείνη. Κρατούσε το μικρό μας κοριτσάκι στην αγκαλιά της όλη την νύχτα χωρίς να αισθάνεται κούραση. Σε μια στιγμή όμως που προσπαθούσε να δει καλύτερα, αισθάνθηκε ότι το μικρό έγινε φοβερά βαρύ. Προσπάθησε να αφήσει κάτω το μικρό αλλά εκείνο παρέμεινε στην αγκαλιά της χωρίς ωστόσο η ίδια να το κρατά.

Επί μία ώρα ο Όσιος Δαυίδ παρέμεινε ορατός δια γυμνού οφθαλμού μέσα στον Ναό του. «Παιδιά μου ιδού ο Άγιος μας είναι εδώ κοντά μας. Να τον παρακαλείτε να σας βοηθάει πάντα. Ας αρχίσουμε όμως τώρα τον Όρθρο και την Θεία Λειτουργία».

Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας συνομίλησα με τον τότε φαντάρο και φίλο μου και σημερινό Ηγούμενο της Μονής πατέρα Κύριλλο. «Είδες Κώστα- είπα- απόψε τι έγινε»; «Ναι Σταύρο, ζωντανά πράγματα αυτά, έχω συγκλονισθεί. Όπως βλέπεις είμαι στρατιώτης και αυτή τη στιγμή σου λέω πως όταν απολυθώ θα έλθω κατευθείαν εδώ και δεν θα πάω στο χωριό μου. Γιατί πλέον θέλω να υπηρετήσω τον Άγιο τον οποίο απόψε είδα με τα μάτια μου. Θα μείνω μοναχός στην Ιερά Μονή του Αγίου, διότι όπως είδες και συ τον είδα ζωντανό, τι άλλη απόδειξη θέλω». Πράγματι έτσι και έγινε. Όταν απολύθηκε πήγε στο Μοναστήρι. Σήμερα είναι ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαβίδ.

Εύχομαι ολόψυχα να είναι πάντα Άξιος, να του δίδουν ο Όσιος Δαβίδ και ο Μακαριστός προκάτοχός του Ιάκωβος, δύναμη, κουράγιο και υγεία για να υπηρετεί τους πιστούς που προστρέχουν σε αυτό το λιμάνι, ώστε να βρουν την γαλήνη της ψυχής τους.


π. Σταύρος Αναγνώστου (εφημέριος Ιστιαίας Ευβοίας)
Πηγή: Στύλος Ορθοδοξίας, τεύχ. Ιουνίου 2005
Αποδελτίωση: Ορθόδοξος Χριστιανική Γωνιά (7/11/2005)

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

Κατέλιπόν σε, μὴ μὲ ἐγκαταλίπῃς



Εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν  

Δέσποτα Χριστέ, ὁ Θεός, ὁ τοῖς πάθεσί σου τὰ πάθη μου θεραπεύσας, καὶ τοῖς τραύμασί σου τὰ τραύματά μου ἰατρεύσας, χάρισαί μοι τῷ πολλά σοι πταίσαντι δάκρυα κατανύξεως· συγκέρασόν μου τὸ σῶμα, ἀπὸ ὀσμῆς τοῦ ζωοποιοῦ σώματός σου, καὶ γλύκανόν μου τὴν ψυχήν, τῷ σῷ τιμίῳ αἵματι, ἀπὸ τῆς πικρίας, ἥν με ὁ ἀντίδικος ἐπότισεν. 

Ὑψωσόν μου τὸν νοῦν πρὸς σέ, κάτω ἑλκυσθέντα, καὶ ἀνάγαγέ με ἀπὸ τοῦ χάσματος τῆς ἀπωλείας· ὅτι οὐκ ἔχω μετάνοιαν, οὐκ ἔχω κατάνυξιν, οὐκ ἔχω δάκρυον παρακλητικόν, τὰ ἐπανάγοντά με τέκνα πρὸς ἰδίαν κληρονομίαν. Ἐσκότισμαι τὸν νοῦν ἐν τοῖς βιωτικοῖς πάθεσι, καὶ οὐκ ἰσχύω ἀτενίσαι πρὸς σὲ ἐν ὀδύνῃ, οὐ δύναμαι θερμανθῆναι τοῖς δάκρυσι τῆς πρὸς σὲ ἀγάπης. 

Ἀλλά, Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησαί μοι μετάνοιαν ὁλόκληρον, καὶ καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν σου· χάρισαί μοι τὴν χάριν σου, καὶ ἀνακαίνισον ἐν ἑμοὶ τὰς μορφὰς τῆς σῆς εἰκόνος. Κατέλιπόν σε, μὴ μὲ ἐγκαταλίπῃς· ἔξελθε εἰς ἀναζήτησίν μου, ἐπανάγαγέ με πρὸς τὴν νομήν σου, συναρίθμησόν με τοῖς προβάτοις τῆς ἐκλεκτῆς σου ποίμνης, καὶ διάθρεψόν με σὺν αὐτοῖς ἐκ τῆς χλόης τῶν θείων σοῦ Μυστηρίων· πρεσβείαις τῆς πανάγνου Μητρός σου, καὶ πάντων τῶν Ἁγίων σου. Ἀμήν.

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς

Ο δρόμος για την ελευθερία περνά από τον ησυχασμό


Όταν κανείς αφήνει ελεύθερες τις αισθήσεις του, τότε δεσμεύεται και δουλώνεται η ψυχή. Και όταν κανείς δεσμεύει τις αισθήσεις του, με όλη την ησυχαστική μέθοδο που έχει η Εκκλησία μας, τότε η ψυχή αποκτά την ελευθερία, ο νους αποκαλύπτεται και ο άνθρωπος γίνεται πραγματικός άνθρωπος, πρόσωπο. Δεν μπορεί κανείς έξω από την ησυχαστική μέθοδο, όπως την περιγράφουν οι Πατέρες της Εκκλησίας να γίνει πρόσωπο.

Θεόληπτος, Επίσκοπος Φιλαδέλφειας
Αποδελτίωση: Το Ζωντανό Ιστολόγιο (17/4/2006)

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

«Άνθρωπε, δεν έχεις ελπίδα!!!»



[...] Ας σταθούμε για κάμποση ώρα μόνοι με τον εαυτό μας. Ας αναλογιστούμε ό,τι ηχεί μέσα μας. Ίσως, αρκετοί από μας αισθανόμαστε ένα μακρύ ατέλειωτο κατάλογο αμαρτιών να διέρχεται κάθε μας κύτταρο, να εισχωρεί βαθιά στην καρδιά και τη σκέψη μας. Ένας κατάλογος που μας τυλίγει απειλητικά στην πνιγηρή του ατμόσφαιρα και κάνει τη ζωή μας να μοιάζει δίχως διέξοδο, χωρίς ελπίδα. Όταν νιώθουμε, ότι παντού γύρω και μέσα μας στήνουν χορό αμέτρητες αμαρτίες· όταν νομίζουμε πως η ζωή μας δεν είναι τίποτ' άλλο από ένα στείρο διάλογο με τις παγίδες που ο διάβολος στήνει ανάμεσα σε μας και τον Θεό· τότε, ορθώνεται μπροστά μας ο πιο καίριος πειρασμός. Είναι ο τελευταίος πειρασμός πριν από το σωτήριο βήμα. Αυτός ο πειρασμός έχει δύο όψεις. 

Με τη μια του όψη μοιάζει να μας λέει: «Η γη είναι γεμάτη αμαρτίες, οι άνθρωποι κατακλύζονται από αυτές. Ό,τι κι αν κάνεις κινδυνεύεις, κινδυνεύεις από τους άλλους ανθρώπους, κινδυνεύεις από τη σχέση σου μαζί τους, κινδυνεύεις απ' ό,τι δημιούργησε ο Θεός, κινδυνεύεις, κινδυνεύεις... Δεν σου μένει άλλος δρόμος, δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά μόνο μία: Να αποφεύγεις την ανθρώπινη συναναστροφή, να τρέμεις κάθε σου επαφή με τον κόσμο που μας περιβάλλει. Δεν σου μένει παρά να νιώθεις βαρύ πάνω σου το χέρι ενός αδυσώπητου τιμωρού Θεού.»

Κι έρχεται ο ίδιος πειρασμός με την άλλη όψη του που μας κραυγάζει: «Άνθρωπε, μη φοβάσαι τίποτα· δεν υπάρχουν αμαρτίες, δεν υπάρχει διάβολος. Αυτά είναι εφευρέσεις των παπάδων για να κατευθύνουν τη ζωή μας. Μην τους ακούς. Ζήσε και γλέντησε τη ζωούλα σου· κάνε ό,τι επιθυμεί η καρδιά σου· μη σταματάς σε κανένα εμπόδιο. Δεν υπάρχει αμαρτία· υπάρχει μονάχα ό,τι σε ευχαριστεί. Μια ζωή την έχεις· γλέντα την κι ας καταστραφεί όλος ο κόσμος, φτάνει να ζήσεις εσύ.»

Ο ίδιος πειρασμός με τις δύο του μορφές μοιάζει να μας λέει εντελώς αντίθετα πράγματα: από τη μια «τα πάντα είναι αμαρτία», από την άλλη «τίποτα δεν είναι αμαρτία». Κι όμως αυτές οι δύο τόσο αντιφατικές απόψεις δεν λένε παρά μονάχα ένα και το αυτό πράγμα: «Άνθρωπε, δεν έχεις ελπίδα!» Κι εδώ είναι το μέγιστο ψεύδος, και η μεγάλη παραπλάνηση αυτού του πειρασμού. Και με τη μία όψη και με την άλλη έχει ως στόχο να μας απελπίσει· να μας κόψει κάθε ελπίδα σχέσεως με τον Θεό και τον συνάνθρωπο.  

Γιατί αν παντού τα πάντα είναι αμαρτία, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα· το μόνο που σου μένει είναι να τρέμεις τον Θεό και να φυλάγεσαι από τους ανθρώπους. Δηλαδή, δεν έχεις ελπίδα ούτε τον Θεό να συναντήσεις (αφού Τον τρέμεις, θα κρύβεσαι σαν τον Αδάμ όταν άκουσε τη φωνή Του), ούτε με τους άλλους ανθρώπους θα μπορείς να σχετισθείς (εφ' όσον αποτελούν κίνδυνο να αμαρτήσεις).

Και πάλι, αν «τίποτα δεν είναι αμαρτία», το ίδιο ανέλπιδο αποτέλεσμα ακολουθεί. Γιατί όταν ζούμε όπως μας ευχαριστεί χωρίς να υπολογίζουμε κανένα, τότε αναπόφευκτα δεν μπορούμε ούτε τον Θεό, ούτε τους ανθρώπους να αγαπήσουμε. Πώς να αγαπήσεις κάποιους όταν δεν ενδιαφέρεσαι γι' αυτούς;

[...] Ανάμεσα στην απελπισία του «τα πάντα είναι αμαρτία» και του «τίποτα δεν είναι αμαρτία», υπάρχει η χρυσή οδός της Εκκλησίας του Χριστού. Ο Χριστός ήρθε να συναντήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο. Γνωρίζει καλά ότι είναι αδύνατο να μην είναι κανείς αμαρτωλός. Δεν μας ζητάει λοιπόν να γίνουμε αναμάρτητοι για να συναντηθούμε μαζί Του. Αρκεί να έχουμε μια συναίσθηση αμαρτωλότητας και εμπιστοσύνης στη χάρη του Θεού. Εκεί που σε μας τα πάντα φαίνονται αδύνατα, για τον Θεό όλα είναι δυνατά. «Τὰ ἀδύνατα παρ' ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστι.» 

Το μυστήριο της μετανοίας και της εξομολογήσεως είναι όντως μυστήριο. Προσέρχεται κανείς σ' αυτό μ' ένα στοιχειώδες αίσθημα αμαρτωλότητος και μετά την εξομολόγηση αισθάνεται  εντονότερα αμαρτωλός. Σιγά-σιγά όμως, αν έχει αγαθή προαίρεση, μαθαίνει με τρόπο μυστηριακό, ότι όση άβυσσο κι αν κρύβει η ψυχή του, ο Χριστός είναι εκεί κοντά του, μέσα του· τον δέχεται και τον αγαπάει, έτσι όπως είναι -αμαρτωλό. Το μυστήριο της μετανοίας κι εξομολογήσεως μάς φανερώνει πόσο αμαρτωλοί είμαστε και ταυτόχρονα γεννοβολάει μέσα μας την ελπίδα. Μέσα στην εξομολόγηση μαθαίνουμε πόσο δύσκολη και οδυνηρή είναι η πραγματική μετάνοια· όμως μαζί μ' αυτήν τη γνώση θεριεύει το θάρρος να συναντήσουμε τον Χριστό, έτσι ακριβώς όπως είμαστε: αμαρτωλοί γεμάτοι ελπίδα· αποτυχημένοι γεμάτοι πίστη· φίλοι Του αγαπημένοι, με θάρρος στην αγάπη Του, με ελπίδα στη χάρη Του.

Και αν ακόμα ο φόβος και η αμφιβολία φωλιάζουν στην ψυχή μας, ας ακούσουμε τη φιλάνθρωπη φωνή Του: 
«Ἐγὼ πατήρ, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφεύς, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα, ἐγὼ θεμέλιος. Πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ. Μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ δουλεύσω. Ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος καὶ ξένος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφὸς καὶ μήτηρ. Πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ, καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις;»

Αρχιμ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος, Επιστροφή: Μετάνοια και εξομολόγηση, επιστροφή στον Θεό και στην Εκκλησία Του, εκδ. Ακρίτας, 2007, σ. 96-100.

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Εσύ ποιος ληστής θέλεις να είσαι;



[...] Ας στρέψουμε το βλέμμα μας στον Γολγοθά, εκεί όπου ο Υιός του Θεού σήκωσε την αμαρτία του κόσμου και με το αίμα Του μας λύτρωσε από τη δουλεία της. Στον Γολγοθά στάθηκαν τρεις σταυροί, σύμβολα των ανθρώπινων σταυρών. Όλοι οι άνθρωποι σηκώνουν στη ζωή τους κάποιο σταυρό, που μοιάζει μ' έναν απ' αυτούς τους τρεις.

  • Οι λίγοι, οι άγιοι, οι φίλοι κι εκλεκτοί του Θεού, σηκώνουν τον σταυρό του Χριστού. 
  • Αρκετοί σηκώνουν τον σταυρό του δεξιού ληστή, τον σταυρό της μετάνοιας, που τον οδήγησε στη σωτηρία. 
  • Οι πολλοί, δυστυχώς, σηκώνουν τον σταυρό του αριστερού ληστή, τον σταυρό της αμετανοησίας, που τον οδήγησε στην απώλεια.
Εμείς ας σηκώσουμε τουλάχιστον τον σταυρό του δεξιού ληστή, που ήταν άσωτος και ληστής όχι μόνο στην αμαρτία, αλλά και στη μετάνοια. Γι' αυτό και «λήστεψε» ακόμη και τον παράδεισο! Είτε το δεχόμαστε, είτε όχι, είμαστε όλοι «ληστές». Τουλάχιστον ας γίνουμε «δεξιοί ληστές»!


Αρχιμ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος, Επιστροφή: Μετάνοια και εξομολόγηση, επιστροφή στον Θεό και στην Εκκλησία Του, εκδ. Ακρίτας, 2007, σ. 95.

Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως


Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1846 στη Σηλυβρία της Τουρκοκρατούμενης Θράκης, από ευσεβείς και φτωχούς γονείς -τους Δήμο (Δημοσθένη) και Μπαλού (Βασιλική) Κεφαλά. Ο πατέρας του καταγόταν από τα Ιωάννινα, ναυτικός στο επάγγελμα, και η μητέρα του καταγόταν από την Σηλυβρία. Ήταν το πέμπτο παιδί της οικογένειας και είχε πέντε ή έξη αδέρφια. Κατά την βάπτιση του, του δόθηκε το όνομα Αναστάσιος. Τα πρώτα γράμματα μαζί με χριστιανικές διδαχές τα έλαβε από τη μητέρα του. Στη Σηλυβρία τελείωσε το δημοτικό και το σχολαρχείο. Ήταν ένα ευφυέστατο παιδί με πολύ καλή μνήμη, που έδειξε την διδασκαλική και θεολογική του κλίση από πολύ νωρίς. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σε ηλικία μόλις επτά ετών, έραβε φύλλα χαρτιού μεταξύ τους με σκοπό να φτιάξει βιβλία για να γράψει σε αυτά τα λόγια του Θεού, όπως ο ίδιος είπε στη μητέρα του.

Κατόπιν μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε στην αρχή σε καπνοπωλείο, τόσο για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του όσο και για να μπορέσει να συνεχίσει τις σπουδές του. Εκείνο τον καιρό άρχισε να μελετά και να συλλέγει ρητά και αποφθέγματα Αγίων Πατέρων και κλασικών φιλοσόφων, τα οποία αποτέλεσαν το δίτομο βιβλίο «Ιερών και φιλοσοφικών λογίων θησαύρισμα», που εξέδωσε το 1895. Τα συγκέντρωνε όχι μόνο για δική του χρήση αλλά και για να μπορέσει να τα μεταφέρει στους συνανθρώπους του και να τους ωφελήσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πλευράς του χαρακτήρα του είναι ότι έγραφε κάποια από αυτά τα γνωμικά στις χάρτινες καπνοσακούλες του καπνοπωλείου, ώστε να τα διαβάσουν και να ωφεληθούν όσοι τις χρησιμοποιούσαν. Η πρακτική αυτή, έλυνε και το πρόβλημα της δημοσίευσης τους από εκείνον, ελλείψει χρηματικών πόρων.

Πριν ακόμα συμπληρώσει το 20ο έτος της ηλικίας του, προσελήφθηκε ως παιδονόμος στο, εν Κωνσταντινούπολη, σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου (διευθυντής του σχολείου αυτού ήταν ο θείος του -από την πλευρά της μητέρας του- Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης) όπου συνέχισε τις σπουδές του, ενώ ταυτόχρονα εργαζόταν διδάσκοντας τις μικρότερες τάξεις. Την ίδια περίοδο έλαβε χώρα και το πρώτο θαύμα του Αγίου Νεκταρίου. Ενώ βρισκόταν σε ιστιοφόρο και ταξίδευε για να πάει από την Κωνσταντινούπολη στην ιδιαίτερη πατρίδα του -για να γιορτάσει μαζί με την οικογένεια του τα Χριστούγεννα- έπιασε μεγάλη τρικυμία. Με την παραίνεση και τις προσευχές όμως του Αγίου, το πλοίο κατάφερε να φτάσει στον προορισμό του και έτσι γλίτωσαν την ζωή τους οι συνεπιβάτες του και φυσικά ο ίδιος.

Μετά την Κωνσταντινούπολη ήρθε η σειρά της Χίου να φιλοξενήσει τον «Άγιο του 20ου αιώνα». Στην αρχή εργάστηκε ως δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λιθί, ενώ παράλληλα κήρυττε σε Ιερούς ναούς της περιοχής. Μετά την πάροδο επτά ετών, εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην «Νέα Μονή», της Χίου, σε ηλικία 27 ετών. Τρία χρόνια αργότερα έγινε μοναχός (στις 7 Νοεμβρίου 1876) και έλαβε το όνομα Λάζαρος, ενώ άρχισε να εργάζεται ως γραμματέας του μοναστηριού. Λίγους μήνες αργότερα (στις 15 Ιανουαρίου 1877) χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο. Κατά τη χειροτονία του, ήταν που έλαβε το όνομα Νεκτάριος.

Το ίδιο έτος (1877) έφυγε από την Νέα Μονή με άδεια και πήγε στην Αθήνα για να συνεχίσει τις σπουδές του. Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι τα έξοδα των σπουδών του αυτών, κάλυψαν οι αδερφοί Χωρέμη -ο Ιωάννης και ο Δημοσθένης Χωρέμης. Στο νησί της Χίου επέστρεψε μετά από τρία έτη, έχοντας στις αποσκευές του το πτυχίο του Γυμνασίου.

Στα τέλη Σεπτέμβρη του 1882 μετέβη στην Αλεξάνδρεια όπου παρουσιάστηκε στον Πατριάρχη Σωφρόνιο και του εξέθεσε την επιθυμία του να συνεχίσει τις σπουδές του, δίνοντας του και μια συστατική επιστολή από τον Ηγούμενο της Νέας Μονής, Νικηφόρο. Ο Σωφρόνιος όντως τον βοήθησε (αναλαμβάνοντας το Πατριαρχείο τα ένα μέρος από τα έξοδα των σπουδών, τα υπόλοιπα τα κάλυψαν οι αδερφοί Χωρέμη) θέτοντας του όμως ως όρο μετά το πέρας των σπουδών του, να επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια και να εργαστεί για το Πατριαρχείο.

Έτσι ο Άγιος Νεκτάριος, πήρε για άλλη μια φορά τον δρόμο για την Αθήνα όπου γράφτηκε στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα.
Ήταν τέλη του 1885 ή αρχές του 1886 όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έχοντας τελειώσει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή Αθηνών. Φτάνοντας εκεί ανέλαβε αμέσως καθήκοντα ιεροκήρυκα. Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στον Ναό του Αγίου Σάββα από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου ανήλθε στο αξίωμα του Αρχιμανδρίτη. Εργάστηκε ως γραμματέας του Πατριαρχείου και κατόπιν ως Πατριαρχικός Επίτροπος στο Κάιρο.

Τον Ιανουάριο του 1889 ο Πατριάρχης Σωφρόνιος, αναγνωρίζοντας την αξία του Αγίου και βλέποντας την αγάπη με την οποία τον περιέβαλαν οι πιστοί, τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Πενταπόλεως. Ο Άγιος ασκούσε τα καθήκοντα του με ζήλο και υποδειγματικό τρόπο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, το ποίμνιο του να τον αγαπά όλο και περισσότερο, ενώ -στον αντίποδα- κάποιοι στο Πατριαρχικό περιβάλλον άρχισαν να τον συκοφαντούν -ζήλευαν την αγάπη που του είχαν οι χριστιανοί αλλά και το μεγαλείο του χαρακτήρα του.

Οι συκοφάντες έριξαν τους σπόρους τους, κι εκείνοι βρήκαν γόνιμο έδαφος στον υπερήλικο Πατριάρχη και φύτρωσαν. Αποτέλεσμα; Να αφαιρεθούν από τον Άγιο Νεκτάριο τα αξιώματα του, και να του επιτραπεί μόνο να διαμένει στο δωμάτιο του, χωρίς να μπορεί να κινείται στην περιοχή του Καΐρου και στις γύρω κωμοπόλεις. Οι συκοφάντες όμως δεν έμειναν ικανοποιημένοι. Συνέχισαν το βδελυρό τους έργο και έτσι, στις 11 Ιουλίου του 1890 εκδόθηκε από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας «απολυτήριο», με το οποίο υποχρέωναν τον Άγιο να εγκαταλείψει την Αίγυπτο, παρόλο που εκείνος είχε συμμορφωθεί απόλυτα και χωρίς διαμαρτυρίες στις εντολές του Σωφρόνιου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το «απολυτήριο» δεν ήταν σύμφωνο με τους κανόνες της Εκκλησίας -δεν είχε γίνει εκκλησιαστική δίκη- αλλά και δεν του καταβλήθηκαν οι μισθοί που του χρωστούσε το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας από την μέρα που χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως έως και την ημέρα που τον ανάγκασαν να αποχωρήσει από την Αίγυπτο.

Έτσι ο Άγιος Νεκτάριος πήρε για τρίτη φορά τον δρόμο για την Αθήνα. Οι συκοφάντες είχαν πετύχει το στόχο τους. Από την στιγμή που έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα, άρχισε να αναζητά κάποια θέση που θα του επέτρεπε να προσφέρει ξανά τις υπηρεσίες του στους ανθρώπους. Μετά από ένα χρόνο -δύσκολο λόγω της άσχημης οικονομικής του κατάστασης- διορίστηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος ιεροκήρυκας Ευβοίας, στις 15 Φεβρουαρίου του 1891. Κοντά στους εκεί χριστιανούς έμεινε δυόμιση χρόνια, έως τον Αύγουστο του 1893, όπου μετατέθηκε στο νομό Φθιώτιδος και Φωκίδος. Στην νέα του θέση παρέμεινε μόλις μισό χρόνο.

Το ήθος του, ο εξαίσιος χαρακτήρας του, η ευσέβεια του, αλλά και οι πράξεις του, έκαναν το ποίμνιο του να τον αγαπά σαν πατέρα και την φήμη του να εξαπλώνεται συνεχώς. Όταν αυτή η φήμη έφτασε στα αρμόδια "αφτιά", στην Αθήνα, αποφασίστηκε ο Άγιος Νεκτάριος να διοριστεί διευθυντής της Ριζαρείου σχολής, πράγμα που έγινε τον Μάρτιο του 1894. Στη διεύθυνση της Ριζαρείου παρέμεινε για 14 ολόκληρα χρόνια. Στο διάστημα αυτών των ετών έδωσε νέα πνοή στο ίδρυμα και βοήθησε στην εκπαίδευση και την ανάδειξη πλήθους κληρικών και επιστημόνων. Παράλληλα συνέχισε -με μεγαλύτερη μάλιστα ένταση- το συγγραφικό του έργο. Μια ασχολία που τον συνόδευε από τα νεανικά του χρόνια και που χάρισε σε εμάς πνευματικούς θησαυρούς γεννημένους στο μυαλό και την ψυχή του Αγίου Νεκταρίου.

Τις περισσότερες ώρες της ημέρας εργαζόταν για τις ανάγκες της σχολής και τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του τον μοίραζε στην προσευχή, στην μελέτη, στην συγγραφή και στην αγαπημένη του ασχολία: την φροντίδα λουλουδιών και δέντρων.

Κατά την διάρκεια των θερινών διακοπών της σχολής, το καλοκαίρι του 1898, ο Άγιος Νεκτάριος επισκέφθηκε το Άγιο Όρος, όπου και περιόδευσε στις εκεί μονές για σχεδόν δύο μήνες. Στο διάστημα αυτό μελέτησε εκτενώς τα χειρόγραφα στις βιβλιοθήκες των μονών, προς αναζήτηση υλικού για τις επιστημονικές εργασίες του.

Παράλληλα με τα καθήκοντα του διευθυντού της Ριζαρείου, αναλαμβάνει και φιλανθρωπική δράση συνδράμοντας όσους είχαν ανάγκη σε πνευματικό και υλικό επίπεδο. Η έντονη σωματική και πνευματική δράση εκείνων των ετών, έδρασε αρνητικά την υγεία του Αγίου, ο οποίος αρρώσταινε όλο και πιο συχνά. Τότε ήταν που στο μυαλό του γεννήθηκε η ιδέα της επιστροφής στον μοναστικό βίο και ζήτησε από την Νέα Μονή Χίου το απολυτήριο του, ώστε να μπορέσει να μονάσει όπου ήθελε. Το εν λόγω απολυτήριο εστάλη από την Νέα Μονή στον Άγιο Νεκτάριο στις 24 Νοεμβρίου του 1900.

Όταν κάποια στιγμή ο Άγιος γνωρίστηκε με την Χρυσάνθη Στρογγυλού (μετέπειτα Ηγουμένη Ξένη), μια τυφλή και ευσεβή γυναίκα, μπήκε το πρώτο λιθαράκι για την δημιουργία της μονής στην Αίγινα. Η Χρυσάνθη μαζί με μερικές ακόμα γυναίκες επιθυμούσαν να μονάσουν και αναζητούσαν ένα πνευματικό οδηγό, τον οποίο βρήκαν στο πρόσωπο του Αγίου Νεκταρίου. Με παραίνεση του άρχισαν να αναζητούν τόπο για την δημιουργία ενός μοναστηριού, και τελικά κατέληξαν σε μια ερειπωμένη μονή -αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και διαλυμένη από το 1834 με διάταγμα των Βαυαρών- στην Αίγινα. Όταν επισκέφθηκε και ο Άγιος τον τόπο εκείνο, αποφασίστηκε να επισκευαστούν τα παλαιά κτήρια της μονής και να ξανατεθεί το μοναστήρι σε λειτουργία. Οι εργασίες για τον σκοπό αυτό ξεκίνησαν το 1904, η μονή θα ήταν αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Ο Άγιος από την Αθήνα -ήταν ακόμα διευθυντής στη Ριζάρειο- καθοδηγούσε τις μοναχές και όποτε έβρισκε χρόνο επισκεπτόταν την μονή στην οποία έμελλε να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Μετά από τέσσερα χρόνια, έχοντας πλέον αποφασίσει να αποσυρθεί στο μοναστήρι της Αίγινας και να ασχοληθεί με την οργάνωση του και την πνευματική καθοδήγηση των καλογριών που το στελέχωναν, υπέβαλε την παραίτηση του στο διοικητικό συμβούλιο της Ριζαρείου στις 7 Φεβρουαρίου του 1908. Η παραίτηση έγινε δεκτή από το συμβούλιο, το οποίο τον συνταξιοδότησε -ως ελάχιστη αναγνώριση του έργου του- με το σημαντικό για την εποχή ποσό, των 250 δραχμών το μήνα.

Στη μονή εγκαταστάθηκε μετά το Πάσχα του ιδίου έτους, μιας και παρέμεινε στην θέση του διευθυντή της Ριζαρείου μέχρι να βρεθεί αντικαταστάτης. Με δικά του έξοδα έκτισε μια μικτή οικία, πλησίον αλλά εκτός της μονής, στην οποία θα κατοικούσε. Αξιοσημείωτο είναι ότι έλαβε ενεργά μέρος στο κτίσιμο, κουβαλώντας χώμα ή λάσπη και σκάβοντας, βοηθώντας τους τεχνίτες. Ποτέ, σε όλη του τη ζωή, δεν θεώρησε κάποια εργασία ανάξιά του. Πάντα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του, με ιδιαίτερη χαρά, ζήλο και ταπεινοφροσύνη!

Μια υπόθεση στην οποία αφιέρωσε κόπο και χρόνο ήταν αυτή της επίσημης αναγνώρισης της Μονής από την Εκκλησία της Ελλάδος. Αναγνώριση που τελικά επιτεύχθηκε τέσσερα χρόνια μετά την κοίμηση του, και ανακοινώθηκε στις μοναχές με επιστολή του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου, στις 15 Μαΐου του 1924.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Άγιος Νεκτάριος έπασχε από χρόνια προστατίτιδα, η οποία του δημιουργούσε αφόρητους πόνους. Τελικά συμφώνησε στις συστάσεις των γιατρών και ήρθε στην Αθήνα στο Αρεταίειο νοσοκομείο. Εκεί νοσηλεύτηκε -στον 2ο θάλαμο του 2ου ορόφου (ήταν θάλαμος Γ θέσης: απορίας)- για δύο σχεδόν μήνες. Στο πλευρό του, καθ' όλη την διάρκεια της νοσηλείας του, ήταν συνεχώς -και εναλλάσσονταν σε βάρδιες- οι μοναχές Ευφημία και Αγαπία. Τελικά γύρω στα μεσάνυχτα της 8ης προς 9ης Νοεμβρίου του 1920 ανεχώρησε για τους Ουρανούς, σε ηλικία 74 ετών.

Το σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε στην Αίγινα και από το λιμάνι μέχρι την Μονή το μετέφεραν στα χέρια τους οι πιστοί. Όλο το νησί θρηνούσε μα περισσότερο απ' όλους οι μοναχές που έχασαν τον Πατέρα και Οδηγό τους. Το ιερό του σκήνωμα ήδη είχε αρχίσει να αναδίδει ευωδία. Η ταφή του, έγινε στο προαύλιο της Μονής δίπλα στο αγαπημένο του πεύκο.

Όταν μετά από έξι μήνες άνοιξαν το μνήμα για να τοποθετηθεί μια επιτύμβια πλάκα -δωρεά της Ριζαρείου- το σκήνωμα του εξακολουθούσε να ευωδιάζει χωρίς να παρουσιάζει το παραμικρό σημάδι αλλοίωσης. Ενάμιση χρόνο αργότερα το μνήμα ξανανοίχτηκε και το ιερό σκήνωμα του εξακολουθούσε να παραμένει άφθαρτο και ευωδιάζον. Το ίδιο συνέβη και τρία χρόνια μετά την κοίμηση του. Συνολικά το σκήνωμα του παρέμεινε σε αυτή την κατάσταση για είκοσι ολόκληρα χρόνια!

Τριάντα δύο χρόνια, δε, μετά την κοίμηση του έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953, από τον Μητροπολίτη Προκόπιο. Η επίσημη αναγνώριση του, ως Αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, έγινε το 1961 με Πατριαρχική Συνοδική Πράξη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τότε καθορίστηκε και η 9η Νοεμβρίου ως ημέρα εορτής του Αγίου Νεκταρίου.

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

Το θαύμα της Σπιναλόγκας

[...] Συνήθως λένε πως ο Θεός οργίζεται με τους ανθρώπους. Στη Σπιναλόγκα όμως για χρόνια ένιωθες πως συνέβαινε τ' αντίθετο. Οι Χανσενικοί ήταν οργισμένοι με τον Θεό. Ένας Γεραπετρίτης παπάς τόλμησε να τους επισκεφθεί και να λειτουργήσει στον Άγιο Παντελεήμονα, που υπήρχε και ρήμαζε στο νησί συντροφιά με τους νέους του κατοίκους. Λένε πως στην πρώτη λειτουργία δεν πάτησε ψυχή. Οι λεπροί άκουγαν πεισμωμένοι από τα κελιά τους την ψαλμωδία, κι άλλοτε την σκέπαζαν με τα βογκητά τους κι άλλοτε με τις κατάρες τους. Ο ιερέας όμως ξαναπήγε. Στη δεύτερη τούτη επίσκεψη ένας από τους ασθενείς πρόβαλε θαρρετά στο κατώφλι του ναού. 

- Παπά, θα κάτσω στην λειτουργία σου μ' έναν όρο όμως. Στο τέλος θα με κοινωνήσεις. Κι αν ο Θεός σου είναι τόσο παντοδύναμος, εσύ μετά θα κάμεις την κατάλυση και δεν θα φοβηθείς τη λέπρα μου. 

Ο ιερέας έγνευσε συγκαταβατικά.

Στα κοντινά κελιά ακούστηκε η κουβέντα κι άρχισαν να μαζεύονται διάφοροι στο πλάι του ναού, εκεί που ήταν ένα μικρό χάλασμα, με λιγοστή θέα στο ιερό. Παραμόνευσαν οι Χανσενικοί στο τέλος της λειτουργίας κι είδαν τον Παπά δακρυσμένο και γονατιστό στην Αγία Τράπεζα να κάνει την κατάλυση.

Πέρασε μήνας. Οι Χανσενικοί τον περίμεναν. Πίστευαν πως θα 'ρθει τούτη τη φορά ως ασθενής κι όχι ως ιερέας.

Όμως ο παπάς επέστρεψε υγιής και ροδαλός κι άρχισε με ηθικό αναπτερωμένο να χτυπά την καμπάνα του παλιού ναΐσκου. Έκτοτε και για δέκα τουλάχιστον χρόνια η Σπιναλόγκα είχε τον ιερέα της. Οι Χανσενικοί αναστύλωσαν μόνοι τους της εκκλησία και συνάμα αναστύλωσαν και την πίστη τους. Κοινωνούσαν τακτικά και πάντα κρυφοκοίταζαν τον παπά τους την ώρα της κατάλυσης, για να βεβαιωθούν πως το «θαύμα της Σπιναλόγκας» συνέβαινε ξανά και ξανά. [...]



Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

Οι ιδιοτροπίες και οι φοβίες μας



- Γέροντα, αυτός που σιχαίνεται, γιατί το παθαίνει;
- Πες μου, εσύ τι σιχαίνεσαι;
- Όλα τα σιχαίνομαι.
-Τότε όλα σ' εσένα θα έρχονται! Και τα σκουλήκια στα φρούτα ή στα όσπρια και καμιά τρίχα στο ψωμί κ.λπ.
- Έτσι γίνεται, Γέροντα!
- Δόξα Σοι ο Θεός! Βλέπεις πόσο σε βοηθάει ο Θεός για να το ξεπεράσεις;
- Από τον λογισμό δεν ξεκινάει, Γέροντα, αυτό; Ας πούμε ότι βρήκε η αδελφή μια τρίχα. Ας τη βγάλει στην άκρη.
- Αυτό είναι ευλογία! Δώσ' την σ' εμένα, να την πάρω εγώ ευλογία!...

Αχ! Θυμάμαι, μια φορά στο Σινά πηγαίναμε κάπου με έναν μοναχό και του έδωσα δυο ροδάκινα. Τον βλέπω, δεν τα τρώει. Ήθελε να πάει να τα πλύνει για να τα φάει, και τα κρατούσε στα χέρια, μην τα βάλει στην τσέπη και κολλήσουν μικρόβια και από την τσέπη!

Ο αδελφός του που είχε οκτώ παιδιά μού έλεγε: Περισσότερο σαπούνι ξοδεύει αυτός, για να πλύνει τα χέρια του, παρά η γυναίκα μου με τα οκτώ παιδιά που πλένει! Και να δείτε τι έπαθε! Εκεί στο Σινά έδιναν σε κάθε καλόγερο και έναν Βεδουΐνο, για να τον εξυπηρετεί, να του πηγαίνει το φαγητό κ.λπ.Ο Βεδουΐνος που έδωσαν σ' αυτόν ήταν ο πιο βρώμικος απ' όλους. Κατάμαυρος! Μύριζαν τα
ρούχα του, μύριζε ολόκληρος. Μια εβδομάδα έπρεπε να τον βάλεις στο μουσκιό, για να καθαρίσει! Τα χέρια του ήταν..., μην τα ρωτάς! Έπρεπε να τα ξύσεις με τη σπάτουλα! Εν τω μεταξύ, όταν έπιανε το τσανάκι, για να του πάει το φαγητό, έβαζε τα δυο του δάχτυλα μέσα. Φύγε, φύγε..., του φώναζε εκείνος, μόλις τον έβλεπε. Τελικά αυτός ο μοναχός ούτε δυο εβδομάδες δεν κάθισε στο Σινά κι έφυγε.

Θυμάμαι, και στο Κοινόβιο είχαμε έναν μοναχό που ως λαϊκός ήταν νωματάρχης. Τον είχαν βάλει διαβαστή, γιατί ήταν μορφωμένος. Τόσα χρόνια ήταν στο μοναστήρι και σιχαινόταν. Πού να αγγίξει πόμολο! Με το πόδι άνοιγε την πόρτα ή σκουντούσε το μάνταλο με τον αγκώνα και μετά καθάριζε με οινόπνευμα το μανίκι που το ακούμπησε! Ακόμη και την πόρτα της εκκλησίας με το πόδι την άνοιγε. Και επέτρεψε ο Θεός, όταν γέρασε, να σκουληκιάσουν τα πόδια του, ιδίως το ένα με το όποιο άνοιγε τις πόρτες. Ήμουν παρανοσοκόμος, όταν ήρθε για πρώτη φορά στο νοσοκομείο της Μονής με δεμένο το πόδι. Μου είπε ο νοσοκόμος να το λύσω και εκείνος πήγε να φέρει κάτι γάζες. Όταν το άνοιξα, τι να δω! Πω, πω, ήταν γεμάτο σκουλήκια! Πήγαινε στην θάλασσα, του λέω, πλύν' το, να φύγουν τα σκουλήκια, και έλα να κάνουμε αλλαγή. Πού είχε φθάσει! Τι τιμωρία! Εγώ τα έχασα. Μου λέει ο νοσοκόμος: Κατάλαβες από τι είναι αυτό; Κατάλαβα, του λέω, επειδή ανοίγει την πόρτα με το πόδι!

- Και σ' αυτήν την κατάσταση, Γέροντα, συνέχιζε να ανοίγει την πόρτα με το πόδι;
- Ναι, με το πόδι! Και είχε γεράσει καλόγερος!
- Δεν το κατάλαβε;
- Δεν ξέρω. Μετά πήγα στη Μονή Στομίου στην Κόνιτσα. Τι θάνατο είχε, ποιος ξέρει! Και έβλεπες, εκεί στο Κοινόβιο μερικοί νέοι μοναχοί πήγαιναν και έτρωγαν από το περίσσευμα που άφηναν στα πιάτα τους τα γεροντάκια, για να πάρουν ευλογία! Μάζευαν τα περισσεύματα των κλασμάτων. Ή άλλοι ασπάζονταν το πόμολο, γιατί τα ακούμπησαν οι Πατέρες, και αυτός, όταν προσκυνούσε τις εικόνες, μόλις που ακουμπούσε το μουστάκι του στην εικόνα. Και το μουστάκι τι θα τραβούσε μετά με το οινόπνευμα!

- Όταν, Γέροντα, κάτι τέτοιο γίνεται σε ιερά πράγματα, δεν είναι ανευλάβεια;
- Μα από 'κεί ξεκινάει κανείς και φθάνει πιο πέρα. Έφθασε στο σημείο να μην την προσκυνάει, γιατί φοβόταν μήπως εκείνος που προσκύνησε πριν από αυτόν την εικόνα είχε καμιά αρρώστια!
- Δηλαδή, για να μη σιχαίνεται κανείς, δεν πρέπει να δίνει σημασία;
-Τις σαβούρες που τρώνε οι άνθρωποι δεν τις βλέπουν! Άμα κάνει κανείς τον σταυρό του, είτε φοβία έχει είτε νοσοφοβία, βοηθάει μετά ο Χριστός. Εκεί στο Καλύβι πόσοι περνάνε που έχουν διάφορες αρρώστιες! Και μερικοί απλοί κάνουν τον σταυρό τους, οι καημένοι, παίρνουν το κύπελλο που έχω εκεί και πίνουν νερό. Οι άλλοι που φοβούνται δεν το αγγίζουν. 

Ήρθε πριν από λίγες μέρες κάποιος που είχε πολύ μεγάλη θέση σε κάποια υπηρεσία. Τόσο φοβάται ο καημένος τα μικρόβια, που έχει ασπρίσει τα χέρια του, για να τα καθαρίζει με το οινόπνευμα. Ακόμη και το αυτοκίνητο του το τρίβει με οινόπνευμα! Τον λυπήθηκα!

Ξέρεις τι είναι να έχει τέτοια θέση και να κινείται έτσι; Του έδωσα λουκούμι, και δεν το πήρε, επειδή το έπιασα. Αλλά και στο κουτί να ήταν, πάλι δεν θα το έπαιρνε, γιατί θα σκεφτόταν ότι και στο κουτί θα το έβαλε κάποιος άλλος με τα χέρια του. Παίρνω το λουκούμι, το τρίβω στα παπούτσια του και το τρώω. Του έκανα κάμποσα τέτοια και τρόμαξα να τον κάνω να ελευθερωθεί λίγο από αυτό.

Να, και σήμερα ήρθε εδώ μια κοπέλα που είχε νοσοφοβία. Και όταν μπήκε μέσα δεν πήρε ευχή, γιατί φοβόταν μην κόλλησει μικρόβια, και όταν έφυγε, έπειτα από τόσα που της είπα, για να τη βοηθήσω, πάλι δεν πήρε ευχή. Δεν σου φιλώ το χέρι, μου λέει, γιατί φοβάμαι μην κολλήσω μικρόβια! Τι να πεις; Κάνουν έτσι μαύρη τη ζωή τους.



Πηγή: Γέρων Παΐσιος, Λόγοι Γ': Πνευματικός αγώνας, εκδ. Ι.Η. Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου, Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Αποδελτίωση: ιστολόγιο Γέρων Παΐσιος (19/6/2010)

Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

Η ευλογία των εντολών


Είναι αλήθεια ότι η εποχή μας αδικεί μια μεγάλη ευλογία που έχει δώσει ο Θεός: την ευλογία των εντολών. Θεωρεί ότι η τήρηση των εντολών αποτελεί μια μηχανική, επιφανειακή ηθική και ότι ο λόγος περί τηρήσεως των εντολών είναι μία ηθικολογία που προάγει τον ευσεβισμό. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Αν προσέξουμε ,θα δούμε ότι και το Ευαγγέλιο και η πατερική γραμματολογία και η εμπειρία της Εκκλησίας είναι γεμάτα από προτροπές για τήρηση των εντολών και προσδιορίζουν την αγιότητα – μεταξύ άλλων- και ως έκφραση της τηρήσεως των εντολών∙ «εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε», λέει ο ίδιος ο Κύριος. Η προσπάθεια τηρήσεως των εντολών μας μεταφέρει από την αμφιβολία και τους επικίνδυνους ακροβατισμούς των «βιωμάτων», στην πραγματικότητα των αδυναμιών μας.

Διαβάζουμε συχνά ένα βιβλίο, κάνουμε μα ωραία συζήτηση, μιλάμε για τον πλατυσμό της καρδιάς, για τις αναρριχήσεις του νοός, για τις πνευματικές αναβάσεις, και μετά από λίγο μας διακόπτει ο άντρας ή η γυναίκα μας στο σπίτι και αντιδρούμε με ένταση και εκνευρισμό. Τι έννοια έχουν τότε όλες αυτές οι συζητήσεις; Κρατάμε το κομποσχοίνι στο χέρι, τηρούμε ίσως τις νηστείες, επειδή έτσι μάθαμε, αλλά δεν μπορούμε να τηρήσουμε τις εντολές της αγάπης, της υπομονής, της αμοιβαίας ανοχής ,της συγχωρητικότητας. Και παρατηρείται το εξής φαινόμενο: Ενώ εμφανιζόμαστε με μια μοναχικού χαρακτήρα παραδοσιακότητα, είμαστε πολύ σκληρόκαρδοι άνθρωποι. Αυτό που μαλακώνει την ψυχή σαν σφυρί που τη χτυπάει, είναι οι εντολές και ο αγώνας τους.

Οι εντολές υπάρχουν για δύο λόγους: Πρώτον, για να μας ταπεινώνουν και, δεύτερον, για να μας δείχνουν την πορεία μας.

Πόσο αγώνα έχει μία εντολή! Πόση προσπάθεια! Είναι πιο εύκολο να διαβάσουμε ένα κομμάτι από τη Φιλοκαλία ή τα Ασκητικά του Αββά Ισαάκ, να νομίσουμε ότι το καταλάβαμε και να αισθανθούμε ότι φτάσαμε σε μια δήθεν «πνευματική κατάσταση», από το να προσπαθήσουμε να μην πούμε ένα ψέμα από αυτά που αποκαλούμε συμβατικά ψέματα, ή από το να δεχθούμε το παιδί μας όπως είναι, ή να ανεχθούμε τους γονείς μας, ή αμοιβαία ο ένας τον άλλο. Βλέπουμε λοιπόν, ότι όταν προσπαθούμε να τηρήσουμε τις εντολές δυσκολευόμαστε πολύ. Κι έτσι, ταπεινωνόμαστε ενώπιόν τους.

Οι εντολές όμως , πέρα από το γεγονός ότι μας ταπεινώνουν, λειτουργούν και ως οδοδείκτες στην πορεία μας. Βλέπει κανείς πολλές φορές στους ορεινούς δρόμους να υπάρχουν στα δεξιά και αριστερά της ασφάλτου, πάσσαλοι με φθορίζουσα ύλη πάνω τους, ώστε να δείχνουν το δρόμο, όταν αυτός καλύπτεται από τα χιόνια. Το ίδιο κάνουν και οι εντολές ∙ μας δείχνουν που πορευόμαστε.

Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να αναζητήσει κανείς, με τη συμπαράσταση του πνευματικού του, να προσδιορίσει τις εντολές για τις οποίες πρέπει να αγωνιστεί στη ζωή του. Με αυτόν τον τρόπο μαθητεύει συνεχώς στο συγκεκριμένο αγώνα του. Δεν δικαιολογεί εύκολα τον εαυτό του όταν δεν τα καταφέρνει, δεν αδιαφορεί . Στέκεται με τιμιότητα απέναντι στην αλήθεια. Δεν ψεύδεται, ούτε ξεγελά τον εαυτό του, αλλά κοιτάζει ποιες από αυτές τις εντολές θα εφαρμόσει και σε ποιο βαθμό. Έτσι, διακρίνει το δρόμο και την πορεία του, και στη συνέχεια ζητάει με την προσευχή του την ενέργεια του Θεού και την ευλογία Του∙ ώστε, αν κάποια από τις εντολές μπορεί να μεταμορφωθεί σε εμπειρία προσωπική, αυτό να γίνει μόνο με τη χάρη του Θεού. Στην πνευματική ζωή, οι αρετές δεν αποτελούν κατάκτηση ή επίτευγμα, αλλά δώρο Θεού και καρπό του Αγίου Πνεύματος. Σε μας ανήκει η συναίνεση και η εμπιστοσύνη στη χάρη Του.

Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικολάου, Άνθρωπος Μεθόριος, Από τα αναπάντητα διλήμματα στα περάσματα της «άλλης λογικής», εκδ. Εν πλω, σ. 94 - 97
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...