Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

H δύναμη των παθών και η ξεθεμελίωσή της



Η πορεία αυτή προς τον Θεό, δεν είναι καθόλου εύκολη υποθέση.

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, λέγει:
Ο άνθρωπος, όταν αφήνει τον εαυτό του να τον λιγώνουν οι ηδονικές καταστάσεις, που δημιουργούν μέσα του οι κινήσεις των μελών του, επιδιώκοντας επανάληψή τους, καταντάει σε μια ζωή «φιλοσώματη», σαρκική. Όμως αυτή η φιλοσώματη ζωή δεν είναι κάτι το στατικό! Σιγά-σιγά παχαίνει τον νου του ανθρώπου, τον χοντραίνει, και τον κάνει γεώδη και κτηνώδη· και τον αφήνει, να μη μπορεί ποτέ πια να ανανεύσει ΜΟΝΟΣ του προς τον Θεό· και τον κάνει να μη θέλει πια, ούτε τα μάτια να σηκώνει προς τον Θεό.

Ο άγιος Νείλος λέει: Τα πάθη, όταν «άρξουν» (δηλ. όταν πάρουν στη ζωή του ανθρώπου το επάνω χέρι»), δεν τον αφήνουν πια να κινείται «λογικά» (με άλλα λόγια τον κάνουν να κινείται και να παραπαίει, από παραλογισμό σε παραλογισμό), τόσο που να φαντάζεται τον εαυτό του αγγελούδι, αν μη και κάτι παραπάνω.

Ο άγιος απόστολος Παύλος μάς λέει:
Η διαδικασία που οδηγεί σε πράξη αμαρτίας είναι καθ' εαυτήν πολύ άκακη. Ξεκινάει, από την εντελώς καθ' εαυτήν άκακη, και έξω από κάθε ενοχή, αίσθηση της λειτουργίας και κίνησης κάποιου μέλους του σώματός μας. Και μας προκαλεί ένα λογισμό· που μόνος του δεν έχει κανένα στοιχείο ενοχής. Όταν όμως σ' αυτήν τη διαδικασία ή «κίνηση» ενωθεί, προστεθεί ο πόθος και η λαχτάρα, για πράξη, συνέχεια, επανάληψη και ολοκλήρωση, τότε επάνω σ' αυτήν την «κίνηση» μπαίνει και λειτουργεί ένας άλλος νόμος: ο νόμος της αμαρτίας· που μας φέρνει τον θάνατο· τον αιώνιο θάνατο (Ρωμ. ζ' 5).

Η τραγωδία για μας είναι, ότι ενώ η φύση, έργο του Θεού, είναι αγία· και ενώ και το σώμα μας και ο ψυχικός μας κόσμος, σαν έργα του Κυρίου, είναι και αυτά άγια (και γι' αυτό η κάθε λέξη από τον νόμο του Θεού μάς δίνει χαρά) -μέσα μας γίνεται κάτι το στραβό. Οι «κινήσεις» του ψυχοσωματικού μου κόσμου με προκαλούν σε επανάληψη της κάθε ενήδονης κίνησης! Και αν αυτή αρχίσει, να συντελείται, κατά περιφρόνηση του θελήματος του Θεού και της αιώνιας ζωής, τότε γίνεται αισθητό, ότι μέσα στον ψυχοσωματικό μας κόσμο, στα μέλη μας, λειτουργεί και ένας άλλος νόμος, ο νόμος της αμαρτίας. Με την αμαρτία-παρακοή, ο άνθρωπος με δική του βούληση και προτίμηση φεύγει από τον Θεό, παίρνει τον άλλο δρόμο, και υποδουλώνεται στην αμαρτία. Και μετά κλαίει! Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Ποιος θα με σώσει από τη θλιβερή αυτή κατάσταση (Ρωμ. ζ' 24);

Πόσο θα το ηθέλαμε, να διορθώνονταν όλα αυτά, μια για πάντα, με «λίγη» καλή εσωτερική πρόθεση, όπως συμβαίνει και με κάτι ξεχαρβαλωμένα απλά μηχανηματάκια (π.χ. ένα ρολογάκι)!

Μα κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Η διόρθωση από μια φύση που φορτώθηκε κακές συνήθειες (=πάθη και εξάρτηση πολλών ειδών!), απαιτεί κάτι περισσότερο! Βούληση, εμμονή, κόπο.

Ας θυμηθούμε, τι κόπος χρειάζεται για απεξάρτηση, όχι μόνο από ναρκωτικά, αλλά και από το κάπνισμα και το ποτό, που είναι μια εξάρτηση πιο ελαφριά!

Τη δράση αυτού του «νόμου» έχουμε χρέος να την ανακόπτουμε!

Και την ανακόπτουμε, όταν προσπίπτουμε στον Κύριο Ιησού, τον ελευθερωτή των ψυχών μας, και Του ζητάμε εν εξομολογήσει (=με ειλικρινή εξομολόγηση) να μας ελεήσει, να μας απαλλάξει από τη δουλειά στην αμαρτία, να μας δεχθεί κοντά Του, και να μας συναριθμήσει με τα πρόβατα της ποίμνης Του και με τα παιδιά Του.

Η μετάνοια πρέπει να γίνει η πρώτη μας προτεραιότητα. Διαφορετικά η αμαρτία εξακολουθεί να βασιλεύει.

Γίνεται διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών. Με τη χάρη Του. Και με τη δύναμή Του. Και με την παρέμβαση τη δική Του (Ρωμ. ζ' 22-29).

Χωρίς τον Χριστό και τη χάρη δεν γίνεται τίποτε. Ότι χωρίς Εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν (Ιωάν. ιε' 5). [...]

«Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης» (Κολ. γ' 5).
Πώς νεκρώνονται; Όταν τα αχρηστεύουμε; Όταν σταματάμε τη λειτουργία τους; Όχι! Με κανένα τρόπο! Έσφαλε ο Ωριγένης, που το φαντάσθηκε. Και αυτοευνουχίσθηκε. Για να κόψει (από επάνω του!) κάθε δυνατότητα πορνείας. Φαντάστηκε, ότι μόνο έτσι θα νεκρώνονταν τα «μέλη» εκείνα! Και περίμενε από την Εκκλησία έπαινο. Αλλά ευρήκε αυστηρά επιτίμια! Δεν είναι απαγορευμένη η χρήση των μελών εκείνων. Ο Θεός μάς τα έδωκε. Και από εμάς ζητεί καλή χρήση! Χρήση κατά το θέλημά Του.

Και πότε κάνουμε καλή χρήση; Στη συζυγική ζωή. Η σχέση αυτή είναι τόσο αγία, που την εορτάζουμε κιόλας. Θυμηθείτε τις εορτές μας για τη σύλληψη της αγίας Θεοτόκου (9 Δεκεμβρίου) και του τιμίου Προδρόμου (23 Σεπτεμβρίου). Η υπακοή στο θέλημα του Κυρίου είναι πάντοτε αγιασμός. Δεν φταίνε λοιπόν, ούτε τα μέλη, ούτε η λειτουργία τους, ούτε η χρήση τους. Αμαρτία είναι η κακή χρήση τους.

Οφείλουμε, λοιπόν, να φροντίζουμε να «νεκρώνουμε» τα «μέλη» μας τα επί της γης· ποια; εκείνα, που μας «κάνουν» και κολλάμε στη γη· εκείνα, που μας σπρώχνουν στην πορνεία, στα βρώμικα πάθη.


Οφείλουμε, να νεκρώνουμε τις κακές επιθυμίες: Αυτές, μας οδηγούν σε πράξεις, για τις οποίες έρχεται η οργή του Θεού (Κολ. γ' 4-6). Αυτές, μας κρατούν κολλημένους στη γη. Όχι τα μέλη!

Βλέπετε; Δεν λέει: πρέπει να πεθάνουμε! Λέει: πρέπει να μάθουμε να «νεκρώνουμε» από τον εαυτό μας, από τα «μέλη» μας, μόνο το στοιχείο εκείνο, που μας κάνει και κολλάμε στη γη... στα χοϊκά... δηλαδή, μόνο τη λαχτάρα για πορνεία, για πλεονεξία, για βρώμικες πράξεις, που (όταν τις κάνουμε!) έρχεται η οργή του Θεού (Κολ. ε' 6).

Ερωτάμε. Και διερωτόμαστε: Τι λοιπόν σημαίνουν τα λόγια αυτά του μακαρίου Παύλου;

Μας απαντάει επιγραμματικά ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος:
Ο απόστολος Παύλος με τα λόγια του αυτά «Νεκρώσατε τα μέλη υμών τα επί της γης», ζητεί από εμάς «την του οικείου θελήματος νέκρωσιν». Μόνο αυτό. [...]

Και όταν εγώ βλέπω, ότι δεν μπορώ να απαλλαγώ από τα πάθη μου και γίνομαι δούλος τους, τότε οφείλω να αρχίζω να αναζητώ κάποια άλλη καλύτερη λύση. 

Άμα αυτό δεν το κάνω, αυτό για μένα σημαίνει, ότι δεν επιδιώκω την αιώνια ζωή· και ότι δεν με πονάει, αν θα πάω (ή όχι) κοντά στον Χριστό!

Αλλά αλίμονο σε μένα, αν δεν με πονάει, το να βρίσκομαι (ή όχι) κοντά στον Χριστό! Γιατί τότε, δεν με ενδιαφέρει η αιώνια ζωή.

Λοιπόν. Διάλεξε και πάρε! Ή το ένα, ή το άλλο! Όσο πιο κοντά στον Χριστό, τόσο πιο καλά! Όσο πιο μακριά από τον Χριστό, τόσο πιο πολύ κινδυνεύει ο άνθρωπος, να ξεχάσει, όχι μόνο την αλήθεια, αλλά και τον Χριστό και την αιώνια ζωή.


Πηγή: μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, Κρίση και καθίζηση: Θα υπάρξει ανάκαμψη;, εκδ. Ι. Μητρ. Νικοπόλεως, Πρέβεζα: 2011, σ. 42-44, 48-52.

Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Ένα αλλιώτικο γαμήλιο δώρο



Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (329-389 μ.Χ.) καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (344-407 μ.Χ.) ὑπῆρξαν καί οἱ δύο Ἐπίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλά δέν συναντήθηκαν ποτέ στή ζωή τους. Οἱ πατρίδες τους ἀπείχαν σημαντικά, γιά τήν ἐποχή ἐκείνη, οἱ δέ παραμονές τους στή Βασιλεύουσα δέν διήρκεσαν πολύ, ὥστε νά συμπέσουν. Ἔφυγαν καί οἱ δύο διωγμένοι. Ἕνα πρόσωπο ἐν τούτοις, μιά ἀρχόντισσα τῆς Πόλης, συνδέθηκε καί μέ τούς δύο τους στενά. Πρόκειται γιά τήν Ἁγία Ὀλυμπιάδα.

Ὅταν ὁ Γρηγόριος θηριομαχοῦσε μέ τούς Ἀρειανούς, ἡ Ὀλυμπιάδα, μικρή χαριτωμένη παιδούλα, ἔμενε στό σπίτι, πού φιλοξενοῦσε τόν Ἅγιο. Ἦταν γι᾿αὐτόν μιά ξεκούραση. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἀποτραβήχτηκε στόν Πόντο, ἡ Ὀλυμπιάδα κράτησε ἐπαφή μαζί του καί δεχόταν τήν καθοδήγηση καί τήν εὐλογία του. Μεγάλωσε καί παντρεύτηκε. Ἔμεινε ὅμως χήρα πολύ νωρίς. Ἀποφάσισε νά μή ξαναπαντρευτεῖ, ἀλλά νά ἀφιερωθεῖ στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. 

Ὅταν ἦρθε στήν Κωνσταντινούπολη ὡς Ἐπίσκοπος ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ Ὀλυμπιάδα ἔγινε θερμή καί πολύτιμη συνεργάτιδά του, καί συμμερίστηκε μαζί του τήν ὀδύνη τοῦ διωγμοῦ του. Κατά τή διάρκεια τῆς μακρᾶς καί ἐπώδυνης πορείας του πρός τήν ἐξορία, κατά τήν ὀποία καί παρέδωσε τό πνεῦμα, ἔστειλε πρός τήν Ὀλυμπιάδα τίς περίφημες 17 ἐπιστολές του, πού τήν παρηγοροῦσε, τήν ἐνίσχυε καί ἐξιστοροῦσε τίς περιπέτειές του. 

Δύο δεκαετίες ὅμως πρίν, πρός τήν Ὀλυμπιάδα εἶχε στείλει καί ὁ Γρηγόριος, γέροντας τότε, ἕνα ἀπό τά ἔπη του, παραινετικό. Τοῦ εἶχαν ἀνακοινώσει τόν ἐπικείμενο γάμο της, καί αὐτό ἦταν τό γαμήλιο δῶρο του. Δῶρο, πού ἐπρόκειτο νά παραμείνει στήν Ἐκκλησία ὡς ἱερή παρακαταθήκη. Τό ἔπος αὐτό παραθέτουμε στή συνέχεια σέ πεζή μετάφραση τῆς ἀείμνηστης φίλης τοῦ περιοδικοῦ μας, Ἀθηνᾶς Καραμπέτσου, φιλολόγου, ὅπως εἶχε δημοσιευθεῖ στό κυπριακό περιοδικό Ὀρθόδοξη Μαρτυρία τό Φθινόπωρο τοῦ 2000.


«Κόρη μου, 
στούς γάμους σου ἐγώ ὁ πνευματικός σου πατέρας, ὁ Γρηγόριος, σοῦ κάνω δῶρο τοῦτο τό ποίημα. Καί εἶναι ὅ,τι καλύτερο ἡ συμβουλή τοῦ πατέρα.

Ἄκου λοιπόν, Ὀλυμπιάδα μου: 
Ξέρω ὅτι θέλεις νά εἶσαι πραγματική χριστιανή. Μιά πραγματική χριστιανή πρέπει ὄχι μόνο νά εἶναι, ἀλλά καί νά φαίνεται. Γι᾿ αὐτό, σέ παρακαλῶ, νά προσέξεις τήν ἐξωτερική σου ἐμφάνιση. Νά εἶσαι ἁπλή. Τό χρυσάφι, δεμένο σέ πολύτιμες πέτρες, δέν στολίζει γυναῖκες σάν καί σένα. Πολύ περισσότερο τό βάψιμο. Δέν ταιριάζει τό πρόσωπό σου, τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, νά τήν παραποιεῖς καί νά τήν ἀλλάζεις, μόνο καί μόνο γιά νά ἀρέσεις. Ξέρε το ὅτι αὐτό εἶναι φιλαρέσκεια ἀνάρμοστη. Θέλω νά ξεπεράσεις τή γυναικεία φιλαρέσκεια καί νά μείνεις ἁπλή στήν ἐμφάνιση. Τά βαρύτιμα καί πολυτελή φορέματα ἄς τά φοροῦν ἐκεῖνες πού δέν ἐπιθυμοῦν ἀνώτερη ζωή, πού δέν ξέρουν τί θά πεῖ ἀγώνας καί ἀρετή, πού δέν ξέρουν τί θά πεῖ πνευματική ἀκτινοβολία. Ἐσύ, ὅμως, ἔβαλες μεγάλους στόχους στή ζωή σου. Καί αὐτοί οἱ στόχοι σοῦ ζητοῦν ὅλη τή φροντίδα κι ὅλη τήν προσοχή.

Πρῶτα-πρῶτα νά σέβεσαι καί ν᾿ ἀγαπᾶς τό Θεό καί μετά σύ νά σέβεσαι καί ν᾿ ἀγαπᾶς τόν ἄνδρα σου “ὡς τῷ Κυρίῳ”, ὅπως λέει τό Εὐαγγέλιο. Ἀλλά πῶς μπορεῖ νά καταλάβει αὐτή τήν ἔννοια ἡ γυναίκα πού δέ γνώρισε τόν Κύριο, δέν Τόν σεβάστηκε, δέν Τόν ἀγάπησε;

Μέ τό γάμο ἡ στοργή καί ἡ ἀγάπη σου νά εἶναι φλογερή καί ἀμείωτη γιά ἐκεῖνον πού σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεός. Γιά ἐκείνον, πού ᾿γινε τό μάτι τῆς ζωῆς σου καί σοῦ εὐφραίνει τήν καρδιά. Κι ἄν καταλάβεις πώς ὁ ἄνδρας σου σέ ἀγαπάει περισσότερο ἀπ' ὅσο τόν ἀγαπᾶς ἐσύ, μήν κοιτάξεις νά τοῦ πάρεις τόν ἀέρα, κράτα πάντα τή θέση πού σοῦ ὁρίζει τό Εὐαγγέλιο...

Νά τόν σέβεσαι καί νά τόν ἀγαπᾶς “ὡς τῷ Κυρίῳ”... Ἐσύ νά ξέρεις ὅτι εἶσαι γυναίκα, ἔχεις μεγάλο προορισμό, ἀλλά διαφορετικό ἀπό τόν ἄνδρα, πού πρέπει νά εἶναι ἡ κεφαλή. Ἄσε τήν ἀνόητη ἰσότητα τῶν δυό φύλων καί προσπάθησε νά ζήσεις τά καθήκοντα τοῦ γάμου. Στήν ἐφαρμογή τους θά δεῖς πόση ἀντοχή χρειάζεται γιά ν' ἀνταποκριθεῖς ὅπως πρέπει σ' αὐτά τά καθήκοντα, ἀλλά καί πόση δύναμη κρύβεται στό ἀσθενές φύλο.

Θά ξέρεις πόσο εὔκολα θυμώνουν οἱ ἄνδρες. Εἶναι ἀσυγκράτητοι καί μοιάζουν μέ λιοντάρια. Σ' αὐτό τό σημεῖο ἡ γυναίκα πρέπει νά εἶναι δυνατότερη καί ἀνώτερη. Πρέπει νά παίζει τό ρόλο τοῦ θηριοδαμαστῆ. Τί κάνει ὁ θηριοδαμαστής ὅταν βρυχᾶται τό θηρίο; Γίνεται περισσότερο ἤρεμος καί μέ τήν καλοσύνη καταπραΰνει τήν ὀργή. Τοῦ μιλάει γλυκά καί μαλακά, τό χαϊδεύει, τό περιποιεῖται καί πάλι τό χαϊδεύει, ἔτσι τό καταπραΰνει...

Ποτέ μή κατηγορήσεις καί ἀποπάρεις τόν ἄνδρα σου γιά κάτι πού ἔκανε στραβό! Οὔτε πάλι γιά τήν ἀδράνειά του, ἔστω κι ἄν τό ἀποτέλεσμα δέν εἶναι αὐτό πού ἤθελες ἐσύ. Γιατί ὁ διάβολος εἶναι αὐτός, πού μπαίνει ἐμπόδιο στήν ὁμοψυχία τῶν συζύγων...

Νά ἔχετε κοινά τά πάντα, καί τίς χαρές καί τίς λύπες. Γιατί ὁ γάμος ὅλα σᾶς τά ἔκανε κοινά. Κοινές καί οἱ φροντίδες, γιατί ἔτσι τό σπίτι θά στεριώσει. Νά συμβάλλεις ἐκφράζοντας τή γνώμη σου, ὁ ἄνδρας ὅμως ἄς ἀποφασίζει.

Ὅταν τόν βλέπεις λυπημένο, συμμερίσου τή λύπη του ἐκείνη τήν ὥρα. Γιατί εἶναι μεγάλη ἀνακούφιση στή λύπη, ἡ λύπη τῶν φίλων. Ὅμως ἀμέσως νά ξαστεριάζει ἡ ὄψη σου καί νἆσαι ἤρεμη χωρίς ἀγωνία. Ἡ γυναίκα εἶναι τό ἀκύμαντο λιμάνι γιά τό θαλασσοδαρμένο σύζυγο.

Νά ξέρεις ὅτι ἡ παρουσία σου στό σπίτι σου εἶναι ἀναντικατάστατη, γι' αὐτό πρέπει νά τό ἀγαπήσεις μ' ὅλες τίς φροντίδες τοῦ νοικοκυριοῦ. Νά τό βλέπεις σάν βασίλειό σου, καί νά μή συχνοβγαίνεις ἀπό τό κατώφλι σου. Ἄφησε τίς ἔξω δουλειές γιά τόν ἄνδρα.

Πρόσεχε τίς συναναστροφές σου. Πρόσεχε τίς συγκεντρώσεις πού πηγαίνεις. Μή πᾶς σέ ἄπρεπες συγκεντρώσεις, γιατί εἶναι μεγάλος κίνδυνος γιά τήν ἁγνότητά σου. Αὐτές οἱ συναναστροφές ἀφαιροῦν τήν ντροπή κι ἀπό τίς ντροπαλές, σμίγουν μάτια μέ μάτια, κι ὅταν φύγει ἡ ντροπή γεννιοῦνται ὅλα τά χειρότερα κακά (“αἰδώς οἰχομένη, πάντων γενέτειρα κακῶν”). Τίς σοβαρές ὅμως συγκεντρώσεις μέ συνετούς φίλους νά τίς ἐπιζητεῖς, γιά νά ἐντυπώνεται στό νοῦ σου ἕνας καλός λόγος ἤ κάποιο ἐλάττωμα νά κόψεις ἤ νά καλλιεργήσεις τούς δεσμούς σου μέ ἐκλεκτές ψυχές.

Μήν ἐμφανίζεσαι ἀνεξέλεγκτα σέ ὁποιονδήποτε, ἀλλά στούς σώφρονες συγγενεῖς σου, στούς ἱερεῖς καί σέ σοβαρούς νεώτερους ἤ ἠλικιωμένους.

Μή συναναστρέφεσαι φαντασμένες γυναῖκες, πού ἔχουν τό νοῦ τους στό ἔξω γιά ἐπίδειξη. Οὔτε ἀκόμα ἄνδρες εὐσεβεῖς, πού ὁ σύζυγός σου δέν θέλει στό σπίτι, ἄν καί σύ πολύ τούς ἐκτιμᾶς. Ὑπάρχει γιά σένα πιό ἀκριβό πράγμα ἀπό τόν καλό σου σύζυγο, πού τόσο ἀγαπᾶς; Ἡ σκέψη σου νά πετάει ὑψηλά, νά μήν εἶσαι ὅμως ἀκατάδεκτη.

Ἐπαινῶ τίς γυναίκες πού δέν τίς ξέρουν οἱ πολλοί ἄνδρες. Μή τρέχεις σέ τραπέζια κοσμικά καί ἄς εἶναι γιά γάμο ἤ γιά γενέθλια. Ἐκεῖ ἀνάβουν ἄνομοι πόθοι, μέ τούς χορούς, τούς πήδους καί τά γέλια, τήν ψεύτικη εὐχαρίστηση, πού παραπλανεύουν ἀκόμα καί τούς ἁγνούς καί σώφρονες. Καί ἡ ἁγνότητα εἶναι τόσο λεπτό πράγμα! Σάν τό κερί στίς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου! Ἀπόφευγε ἀκόμα καί στό σπίτι σου τά κοσμικά τραπέζια. Ἄν μπορούσαμε νά περιορίσουμε τίς ὀρέξεις τῆς κοιλιᾶς, θά κυριαρχούσαμε στά πάθη μας...

Κράτα τή μορφή σου γαλήνια καί μήν τήν ἀλλοιώνεις οὔτε μέ ξεκαρδιστικά γέλια, ἀλλ᾿ οὔτε μέ μορφασμούς, ὅταν εἶσαι θυμωμένη. Στολίδια τ' αὐτιά νἄχουν ὄχι μαργαριτάρια, ἀλλά ν' ἀκοῦν καλά λόγια καί νά βάζουν γιά τά ἄσχημα λουκέτο στό νοῦ. Ἔτσι, εἴτε κλειστά εἶναι, εἴτε ἀνοικτά, ἡ ἀκοή θά μένει ἁγνή.

Ὅσο γιά τά μάτια, εἶναι κεῖνα, πού δείχνουν ὅλο τό ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς. Ἄς σταλάζει ἁγνό κοκκίνισμα ἡ παρθενική ντροπή κάτω ἀπό τά βλέφαρά σου κι ἄς προκαλεῖ τή σεμνότητα καί τήν ἁγνή ντροπή σέ ὅσους σέ βλέπουν καί σ' αὐτόν ἀκόμα τό σύζυγό σου. Εἶναι πολλές φορές προτιμότερο, γιά πολλά πράγματα, νά κρατᾶς κλειστά τά μάτια, χαμηλώνοντας τό βλέμμα.

Καί τώρα στή γλώσσα. Θά ἔχεις πάντα ἐχθρό τόν ἄνδρα σου, ἄν ἔχεις γλώσσα ἀχαλίνωτη, ἔστω κι ἄν ἔχεις χίλια ἄλλα χαρίσματα. Γλώσσα ἀνόητη, βάζει πολλές φορές, σέ κίνδυνο καί τούς ἀθώους. Προτίμα κι ὅταν ἀκόμα ἔχεις δίκιο, τή σιωπή. Εἶναι προτιμότερη γιά νά μή ριψοκινδυνεύσεις νά πεῖς ἕναν ἄτοπο λόγο. Κι ἄν ἔχεις τήν ἐπιθυμία νά λές πολλά, τό καλύτερο εἶναι νά σωπαίνεις.

Πρόσεχε ἀκόμα καί τό βάδισμά σου. Μετράει στή σωφροσύνη.

Καί τοῦτο πρόσεξε καί ἄκουσε: μήν ἔχεις ἀδάμαστη σαρκική ὁρμή. Πεῖσε καί τόν ἄνδρα σου νά σέβεται τίς ἱερές ἡμέρες. Γιατί οἱ νόμοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνώτεροι ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τό θεσμό τοῦ γάμου τόν ἔθεσε ὁ ἄσαρκος Υἱός τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο γένος, γιά νά βοηθήσει τό πλάσμα του, ὥστε ἐνῶ ἄλλοι ἔρχονται καί ἄλλοι φεύγουν, ἡ γέννηση νά διατηρεῖ σέ κάποια ἰσορροπία τό ἀνθρώπινο γένος...

Ἄν ἀπό μένα τό γέροντα πῆρες κάποιο λόγο πνευματικό, σοῦ συνιστῶ νά τόν φυλάξεις στά βάθη τῆς ψυχῆς σου. Ἔτσι μέ ὅ,τι πῆρες ἀπό αὐτά πού ἄκουσες καί μέ τήν ἠθική σου ἀνωτερότητα, θά θεραπεύσεις τόν ἐξαίρετο σύζυγό σου καί περίφημο πολιτικό ἄνδρα ἀπό τήν ὑπερηφάνεια.

Αὐτό τώρα τό παρόν δῶρο, κειμήλιο, σοῦ προσφέρω. Ἄν θέλεις πάλι νά σοῦ εὐχηθῶ καί τό καλύτερο, σοῦ εὔχομαι καί τό καλύτερο, σοῦ εὔχομαι νά γίνεις ἀμπέλι πολύκαρπο, μέ τέκνα τέκνων, γιά νά δοξάζεται ἀπό περισσότερους ὁ Θεός, γιά τόν ὁποῖον γεννιόμαστε καί πρός τόν Ὁποῖο πρέπει ἀπ' αὐτή τή ζωή νά ὁδεύουμε.»


Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Αναδημοσίευση: Αναστάσιος (4/2/2012)

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

«Ο Ιερέας»: Μεταξύ σοβιετικής καταπίεσης και γερμανικής κατοχής

ΡΩΣΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ: Ο ΙΕΡΕΑΣ - ΠΟΠ




Κάποιες φορὲς λέμε πὼς ἡ εἰρηνικὴ ζωὴ μᾶς εἶναι γεμάτη ἀπὸ μικροὺς θανάτους, ὅταν μᾶς τυχαίνουν ἀπογοητεύσεις, ματαιώσεις καὶ ἀπώλειες, ὅταν ὅμως ὁ πόλεμος φθάνει στὴν πατρίδα σου, μπαίνει στὴ γειτονιά σου καὶ περνᾶ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ σου, τότε ἡ ζωὴ γεμίζει ἀπὸ τὴν ὀσμὴ τοῦ θανάτου ποὺ ἀνατρέπει παρελθὸν καὶ μέλλον, διαλύει ὄνειρα καὶ ἐπιδιώξεις καὶ σκοτώνει ἀγαπημένα πρόσωπα. Ἡ μοναξιὰ τελικά, εἶναι τὸ ἀντίτιμο τῆς ἐπιβίωσης. 

Ἡ ταινία ΠΟΠ, σὲ σκηνοθεσία τοῦ Vladimir Khotinenko, βασίζεται σὲ ἀληθινὰ γεγονότα στὴ διάρκεια τοῦ Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τὸ 1941 κατὰ τὴ Γερμανικὴ εἰσβολὴ στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση, ὑπῆρξε κάποια χαλάρωση λόγω τοῦ πολέμου, τῆς ἀπὸ δεκαετίες ἐπίσημης σοβιετικῆς ἀντιθρησκευτικῆς πολιτικῆς καὶ παράλληλη ἐνθάρρυνση ἀπὸ πλευρᾶς τῶν Γερμανῶν τοῦ Ὀρθόδοξου ρωσικοῦ κλήρου, γιὰ ἐπαναλειτουργία τῶν ναῶν στὰ σοβιετικὰ ἐδάφη ποὺ εἶχαν καταλάβει. Ἦταν ἕνα μέτρο τῶν κατακτητῶν ναζί, νὰ ἐμφανισθοῦν σὰν ἀπελευθερωτὲς τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ ἀπὸ τὸν ἄθεο κομμουνισμὸ τῶν μπολσεβίκων. 

Ὁ Μητροπολίτης Sergey Voskresensky, συνέστησε τότε μία Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ ἀπὸ ἱερεῖς τῶν Βαλτικῶν Δημοκρατιῶν καὶ τὴν ἀπέστειλε στὴν κατεχόμενη περιοχὴ Pskov τῆς Ρωσίας. Ἀργότερα ἡ ἱεραποστολὴ κατηγορήθηκε γιὰ συνεργασία μὲ τοὺς Γερμανοὺς καὶ τοὺς ἱερεῖς ποὺ συμμετεῖχαν, τοὺς κατηύθυναν σὲ στρατόπεδα ἐργασίας. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τῆς ἀποστολῆς, ὁ Πατέρας Aleksandr Ionin, ἔγραψε τὰ ἀπομνημονεύματά του, μαρτυρία τῶν ὅσων διαδραματίσθηκαν τότε, στὰ ὁποῖα στηρίχθηκε τὸ βιβλίο καὶ στὴ συνέχεια τὸ σενάριο τῆς ταινίας αὐτῆς ἀπὸ τὸν Alexandr Segen. 

Ο Aleksandr Ionin (Sergey Makovetsky), ζοῦσε σὲ ἕνα χωριὸ τῆς Λετονίας πρὶν ἀπὸ τὴ ναζιστικὴ εἰσβολή, μαζὶ μὲ τὴ γυναίκα τοῦ Matushka Alevtina (Νίνα Usatova). Σὲ κομμουνιστικὸ καθεστώς, μὲ τὸν φόβο τοῦ  Πολέμου νὰ ἐπεκταθεῖ ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ στὰ μέρη τους, μὲ τὴ θρησκεία νὰ βρίσκεται σὲ ἀνοικτὸ ἢ καλυμμένο διωγμό, μὲ τὴ φτώχεια καὶ τὴν ἀνασφάλεια νὰ συντονίζουν τὴ λιτὴ ζωὴ τοῦ χωριοῦ, ὁ ἱερέας Aleksandr ἔπρεπε νὰ παλεύει συνειδητὰ ὅλη μέρα, γιὰ νὰ διατηρήσει ζωντανὸ τὸ ἦθος τῆς ὀρθόδοξης ἀγωγῆς καὶ πίστης του.

 
Ὅλα τριγύρω ρευστά, ἀστάθμητα, ἀλλὰ ἡ μικρὴ ἑβραία Hava ἐπιμένει καὶ τελικὰ βαπτίζεται Χριστιανὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὕα (Liza Arzamasova).

Ἕνα μικρὸ κορίτσι, παίρνει τὴν τύχη του στὰ χέρια του καὶ ἀκολουθώντας στὴ συνέχεια τὸν ἱερέα καὶ τὴ Ματούσκα Ἀλεβτίνα  στὸ Πσκόβ, προσδιορίζει ἔτσι τὸ μέλλον του. Στὴν οὐσία, ὅταν δὲν διστάζουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὶς καλὲς καὶ ἀγαθὲς παρορμήσεις μας, ὅταν δὲν τὶς ἀναστέλλουμε μὲ ὀρθολογισμὸ καὶ ὑπολογισμό, ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὴν προαίρεση, τὴν ἀπόφαση καὶ τὴν πράξη καὶ παρίσταται βοηθὸς καὶ ὁδηγὸς στὸ δρόμο μας.

Στὸ Πσκὸβ ἐπικρατεῖ μία νόθα κατάσταση. Τὴν ἀπόρριψη τῶν σοβιετικῶν συμβόλων ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, τὴν ἀνεύρεση στὸ ποτάμι τῆς παλιᾶς καμπάνας, τὴν προετοιμασία τοῦ Ναοῦ, ἀκολουθοῦν μικρὰ κομμάτια ζωῆς ἀποσπασματικῆς, μὲ στρατιωτικὴ βία καὶ πολιτικὲς σκοπιμότητες, μὲ δραματικὲς ἐξομολογήσεις καὶ ἐκδικήσεις, μὲ προδοσίες καὶ συγχώρηση, ὁ πόλεμος ξεπερνᾶ τοὺς ἐχθρούς, τοὺς δοσίλογους, τοὺς ἀμετανόητους καὶ τοὺς νεκροὺς καὶ γίνεται καθημερινὸς τρόπος ζωῆς, ἀφομοιώνεται κι ἐνσωματώνεται σὰν τὸ ψωμὶ τῆς ἀνέχειάς τους καὶ ἀλλοιώνει τοὺς χαρακτῆρες καὶ τὶς ψυχές. Ρῶσοι καὶ Γερμανοὶ στρατιῶτες, τοπικὴ polizai τῶν ναζὶ μὲ ρώσους ἀστυνομικούς, ρῶσοι παρτιζάνοι καὶ γερμανικὸ στρατόπεδο, αἰχμάλωτοι καὶ κατακτητές, διαμορφώνουν τὸ πρόσωπο τοῦ χάους, τῆς ἀντίθεσης καὶ τῆς ταραχῆς,  τὸ πρόσωπο τοῦ πολέμου.
 
Ἐδῶ εἶναι ἡ καταστροφή, μαζὶ καὶ ἡ εὐκαιρία. Ὁ καθένας τὶς βλέπει μὲ τὰ δικά του μάτια. Ν’ ἀκολουθήσουμε τὴ ματιὰ τῆς μικρῆς Εὕας; Ἐκείνη ἀκολουθεῖ τὰ ὄνειρά της, μπορεῖ καὶ βλέπει μὲ τὴν ἀθωότητά της, μακρύτερα ἀπὸ τὸν πόλεμο. 

Νὰ δοῦμε μὲ τὰ μάτια τῆς Ματούσκα Ἀλεβτίνα; Ὁ ρεαλισμὸς καὶ ἡ λογική της γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς κάθε στιγμῆς, χωρὶς ἀμφισβητήσεις καὶ χωρὶς σκεπτικισμό, ἀλλὰ μὲ πολλὴ ἀγάπη, ἔφεραν στὴν ἐπιφάνεια τὸν πραγματικὸ ἑαυτό της. Μὲ ἑπτὰ υἱοθετημένα ὀρφανὰ ἐκτός της Εὕας, μετέχει κι΄ ἀντιμετωπίζει τὰ προβλήματα μὲ θάρρος, ὑπομονή, στοργὴ καὶ αὐταπάρνηση ποὺ θὰ φθάσει στὴν ὁλοκληρωτικὴ θυσία. 

Ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου, μᾶς παρέχει ἄφθονες εὐκαιρίες. Σὲ σκληρὲς περιστάσεις, ἀκόμα περισσότερες. Τέτοιες ὧρες ποὺ ὑπερβαίνουν τὶς δυνατότητές μας, δὲν προλαβαίνεις νὰ ὑποδυθεῖς τὸν καλό, τὸν αὐτάρκη, τὸν ἀποφασιστικό. Εἶσαι αὐτὸς ποὺ εἶσαι. Δὲν προλαβαίνεις νὰ ἐπιλέξεις, νὰ μπεῖς σὲ δίλημμα. Λὲς μόνο, ὄχι μὲ λόγια, μὲ τὴν καρδιά, μὲ λαχτάρα: «Κύριε, βρίσκομαι σὲ ἀδιέξοδο. Δὲν ἔχω τὴ δύναμη γιὰ ἐπιλογή, δὲν θέλω νὰ κάνω λάθος. Κύριε, ἡ βούλησή μου εἶναι δική Σου. Δῶσε τὴ λύση ποὺ θὰ φέρει καὶ πάλι γαλήνη στὴν καρδιά μου, ποὺ θὰ μὲ κρατήσει κοντὰ στὴν ἀγάπη Σου, χωρὶς τύψεις, ἐνοχὲς καὶ ἀμφιβολίες». Καὶ ἀκολουθεῖς τὴν καρδιά σου, στὸ δρόμο ποὺ θὰ σοὺ ὑποδείξει ὁ Θεός.

Τὰ μάτια τοῦ ἱερέα δὲν εἶναι διαφορετικά, εἶναι ὅμως στραμμένα ὅλο καὶ περισσότερο στὸν Γολγοθά. Ὅλοι ἐπιθυμοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ, ὅμως ὁ ἱερέας μετέχει καθημερινὰ στὴ θυσία τῆς ἀγάπης αὐτῆς. Τῆς ἀγάπης ποὺ κάνει τὸν ἴδιο νὰ αἰσθάνεται αὐξημένη εὐθύνη γιὰ ὅλο τὸ ποίμνιό του. Γιὰ τὰ παιδάκια ποὺ ὀρφάνεψαν, γιὰ τὸν νεαρὸ ποὺ οἱ Γερμανοὶ τοῦ σκότωσαν τὴν ἀγαπημένη τοῦ Μάσα, γιὰ τὴ συμπάθεια ποὺ ὀφείλει σὲ κάθε πονεμένο ἀδελφό, γιὰ τὴ βοήθεια ποὺ προσπαθεῖ μὰ δὲν τοῦ ἐπιτρέπουν νὰ προσφέρει στοὺς αἰχμαλώτους. Ἀλλὰ ὅταν ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ πόνου καὶ τοῦ θανάτου τὸν κατακλύζει καὶ τὸν πνίγει μὲ συναισθήματα ἄρνησης, θὰ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ψάλλει ἐξόδιο ἀκολουθία γιὰ τοὺς προδότες;    

Τὰ νοήματα τῶν γεγονότων ὅμως θὰ ζυμωθοῦν σιγὰ-σιγὰ μὲ τὸν χρόνο, θὰ ἀφομοιωθοῦν σὲ κάποιο στρατόπεδο καταναγκαστικῆς ἐργασίας Γκούλαγκ. 

Ἡ δοκιμασία τοῦ ἱερέα δὲν τελείωσε. Ἡ δοκιμασία κανενὸς ἀνθρώπου δὲν τελειώνει ποτὲ ὅσο ζεῖ, ὅμως ὁ ἱερέας δὲν ξεχνᾶ, συνεχίζει νὰ ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα του στὸν Ἰησοῦ, ἀκόμα καὶ μέσα στὸν ἐξαναγκασμὸ τῶν Γκούλαγκ καὶ ἀκόμα περισσότερο ὅταν ἡ θύελλα ἔχει κοπάσει.

Τὰ χρόνια πέρασαν. Ἡ Ματούσκα Ἀλεβτίνα λείπει πάντα ἀπὸ τὴ ζωή του. Καμιὰ ἀγαπημένη εἰκόνα ἀπὸ παλιὰ δὲν θὰ ἀναβιώσει, νὰ τὸν συγκινήσει ξανά. Ἡ μοναξιὰ εἶναι τὸ τίμημα τῆς ἐπιβίωσης, γιὰ αὐτοὺς ὅμως ποὺ περιορίζουν τὸ πνεῦμα τους στὰ στενὰ ὅρια τοῦ κόσμου τούτου. Γιὰ τὸν ἱερέα δὲν ὑπάρχει μοναξιά. Μέσα στὴν προσευχή, νιώθει τὴ ζωντανὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά του, νιώθει τὴν ἀγάπη Του καὶ μαζί της, τὴν παρουσία ὅλων τῶν ἀγαπημένων του. Καὶ δὲν εἶναι ἡ φαντασία ποὺ δημιουργεῖ μία ψευδαίσθηση, δὲν εἶναι ἡ αὐθυποβολὴ ποὺ τοῦ δίνει τὴν αἴσθηση τῆς κοινωνίας, τῆς συντροφικότητας, εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ κρατᾶ ἀνοιχτούς τους δρόμους τῆς καρδιᾶς. Κι’ ἐκεῖ βαθιὰ στὴν ψυχή, τὸ ἐκλεπτυσμένο ἀπὸ τὶς δοκιμασίες πνεῦμα, δέχεται τὶς ἀπαντήσεις τῆς νοερῆς ἐπικοινωνίας.

Ὅποιος ἔχει τὴν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ, δὲν νοιώθει ποτὲ ἀπελπισία καὶ μοναξιά. Ἡ ἐγρήγορση δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς ἱερεῖς, οὔτε μόνο γιὰ νὰ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς ὕπουλες δαιμονικὲς ἐνέδρες, μᾶς δίνει ἀκόμα τὴν ἱκανότητα νὰ διακρίνουμε τὶς εὐκαιρίες ποὺ μᾶς παρέχει ὁ Θεὸς γιὰ νὰ βρισκόμαστε κοντά Του καὶ τὴ δυνατότητα ἐπίσης, νὰ κατανοοῦμε ἄμεσα τὰ μυστικὰ μηνύματά Του στὴν καρδιά μας.  




Ολόκληρη η ταινία με ελληνικούς υποτίτλους


Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Μήπως αργοπεθαίνουμε;


Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, 
όποιος δεν αλλάζει περπατησιά,
όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει. 
Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, 
όποιος προτιμά το μαύρο για το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο » ι » αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια , που μετατρέπουν ένα χασμουρητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα. 
Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, 
όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, 
όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, 
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές. 
Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, 
όποιος δεν διαβάζει, 
όποιος δεν ακούει μουσική, 
όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του. 
Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, 
όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, 
όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή. Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, 
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει.

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής. 

Μόνο η ένθερμη υπομονή θα οδηγήσει στην επίτευξη μιας λαμπρής ευτυχίας. 


 Pablo Neruda, μτφρ. από ιταλική δημοσίευση: Βασίλης Χατζηγιάννης

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Σήμερα σ' αγαπώ!



Σήμερα σ' αγαπώ, όχι αύριο! 
Πες τα «σ'αγαπώ» σου σήμερα, μην αφήνεις για αύριο, 
μην αναβάλλεις, μην δειλιάζεις! 
Γίνε θαρραλέος, γίνε άξιος του ήλιου που φωτίζει μέσα σου! 
Το σήμερα ανήκει στην Αγάπη, όχι το αύριο! 
Το αύριο δεν υπάρχει, είναι ακαθόριστο, είναι άμορφο, δεν έχει τίποτε να σου δώσει παρά μονάχα ελπίδα, ελπίδα που μπορεί να διαψευστεί... 
Το σήμερα, κι όχι το αύριο, ανήκει στην Αγάπη! 
Σήμερα σε αγαπώ. 
Σήμερα σε συγχωρώ. 
Σήμερα σε κλείνω νοερά μέσα στην αγκαλιά μου, χαϊδεύω τα μαλλιά σου με τη σκέψη και σου ψιθυρίζω «σ'αγαπώ»! 
Και ξέρω, πως κάπου μέσα στην καρδιά σου κρύβεις και για μένα ένα σ' αγαπώ, 
 μα το κρατάς πάντοτε για το αν, για το μπορεί, για το αύριο το ακαθόριστο, το άμορφο, 
για ένα αύριο που μπορεί να μην έρθει ποτέ.  
Μα της Αγάπης  της πρέπει το σήμερα, πάντοτε το σήμερα, 
που αν της το δώσεις, μπορεί να το κάνει για πάντα... 
Σήμερα, όπως και κάθε μέρα απο τότε που ανέτειλαν τα μάτια σου στην καρδιά μου,  σ'αγαπώ! 

Ας το πούμε όλοι σε αυτούς που αγαπάμε... Σήμερα! 


Σ. 

Υ/γ. Κι αν πάλι κάτι σ' εμποδίζει σήμερα να το πεις το σ' αγαπώ, μην απελπιστείς... Νιώσε το τουλάχιστον ως τα κατάβαθα της ψυχής σου, πες το με τον τρόπο της σιωπής σου και προσευχήσου. Ίσως μια ευλογημένη μέρα αξιωθείς να το πεις και να τ' ακούσεις! Σου το εύχομαι ολόψυχα.

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Να μη σας προφθάσει οργισμένους!


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ

Θέλεις να μάθεις τη σημασία της αρετής; Τα εξής παραγγέλλει ο Θεός στους ανθρώπους: «Κανείς από σας ας μη διατηρεί στην καρδιά του κακία για τον αδελφό του» και «κανείς ας μη συλλογίζεται την κακίαν του άλλου».

Βλέπεις; Δεν λέει μόνο, συγχώρεσε το κακό του άλλου, αλλά μην το έχεις ούτε στη σκέψη σου, μη το συλλογίζεσαι, άφησε όλη την οργή, εξαφάνισε την πληγή. Νομίζεις, βεβαίως, ότι με την εκδικητικότητα τιμωρείς εκείνον που σε έβλαψε. Γιατί εσύ ο ίδιος σαν άλλο δήμιο εγκατέστησες μέσα σου το θυμό και καταξεσκίζεις τα ίδια σου τα σπλάχνα.

Έχεις αδικηθεί πολύ και στερήθηκες πολλά εξαιτίας κάποιου, κακολογήθηκες και ζημιώθηκες σε πολλά σοβαρά θέματά σου και γι αυτό θέλεις να δεις να τιμωρείται ο αδελφός σου; Και εδώ πάλι σου είναι χρήσιμο να τον συγχωρήσεις.

Γιατί, εάν θελήσεις, εσύ ο ίδιος να εκδικηθείς και να επιτεθείς εναντίον του είτε με τα λόγια σου, είτε με κάποια ενέργειά σου, η με την κατάρα σου, ο Θεός όχι μόνο δεν θα επέμβει κατ' αυτού -εφόσον εσύ ανέλαβες την τιμωρία του- αλλά επιπλέον θα σε τιμωρήσει ως θεομάχο.

Άφησε τα πράγματα στο Θεό. Αυτός θα τα τακτοποιήσει πολύ καλύτερα απ' ό,τι εσύ θέλεις. Σε σένα έδωσε μόνο την εντολή να προσεύχεσαι για τον άνθρωπο που σε λύπησε...

Εμάλωσες με κάποιον και κρατάς μέσα σου κακία. Μην προσέλθεις στη Θεία Κοινωνία!

Θέλεις να προσέλθεις; Συμφιλιώσου πρώτα και τότε να έλθεις να εγγίσεις τα Άχραντα Μυστήρια!

Αυτά δεν τα λέγω εγώ, αλλά ο ίδιος ο Κύριος. Αυτός για να σε συμφιλιώσει με τον Πατέρα, δεν αρνήθηκε ούτε να σφαγιασθεί, ούτε το αίμα Του να χύσει. Και συ, για να συμφιλιωθείς με τον συνάνθρωπό σου, ούτε μια λέξη δεν καταδέχεσαι να βγάλεις από το στόμα σου; Και διστάζεις να τρέξεις πρώτος;

Άκουσε τι λέει για όσους κρατούν τη στάση αυτή: «Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου... πήγαινε πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδερφό σου».

Αν έβλεπες ένα μέλος του σώματός σου αποκομμένο, δεν θα έκανες τα πάντα για να το ενώσεις με το σώμα σου; Αυτό κάνε και για τους αδελφούς σου. Όταν τους δεις να έχουν αποκοπεί από την αγάπη σου, τρέξε γρήγορα και περιμάζεψέ τους. Μην περιμένεις εκείνους να έλθουν, σπεύσε εσύ πρώτος, για να λάβεις τα βραβεία!

Ένα μόνο εχθρό διαταχθήκαμε να έχουμε, τον διάβολο. Με αυτόν να μη συμφιλιωθείς ποτέ, προς τον αδελφό σου όμως ποτέ να μην έχεις βαριά καρδιά.

Κι αν ακόμη συμβεί κάποια μικροψυχία, ας είναι παροδική, ας μην υπερβαίνει το διάστημα της ημέρας.

«Η δύση του ηλίου να μη σας προφθάσει οργισμένους», λέει ο Απόστολος.

«... Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».

Βλέπεις; Ο Θεός εσέ τον ίδιο έκανε κριτή της συγχωρήσεως των αμαρτημάτων σου.

Αν συγχωρήσεις λίγα, λίγα θα σου συγχωρηθούν.

Αν συγχωρήσεις πολλά, θα σου συγχωρηθούν πολλά. Αν τα συγχωρήσείς με ειλικρίνεια και με όλη σου την καρδιά, με τον ίδιο τρόπο θα συγχωρήσει και τα δικά σου ο Θεός.

Αν, μετά τη συγχώρηση, κάνεις και φίλο σου τον εχθρό σου, έτσι θα διάκειται και ο Θεός απέναντί σου.

Ποίας, λοιπόν, τιμωρίας δεν είναι άξιος εκείνος, που ενώ πρόκειται να κερδίσει δέκα χιλιάδες τάλαντα, εάν χάσει εκατό μόνο δηνάρια, ούτε και τα λίγα και μικρά δεν συγχωρεί, αλλά στρέφει εναντίον σου τα ίδια τα λόγια της προσευχής;

Γιατί όταν λες στο Θεό «συγχώρεσέ μας όπως και εμείς συγχωρούμε τους εχθρούς μας» και κατόπιν εσύ δεν συγχωρείς, για τίποτε άλλο δεν παρακαλείς το Θεό, παρά να σε στερήσει από κάθε απολογία και συγγνώμη...


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Απολυτίκιο Αγίου Γεωργίου


Απολυτίκιο (Ἦχος δ’)

Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής, καὶ τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Παιδιά της Ανάστασης


Με το Χριστός Ανέστη αρχίσαμε τη σημερινή μας γιορταστική μας σύναξη. Με αναστάσιμους ύμνους και τραγούδια συνεχίσαμε. Με το Χριστός Ανέστη θα κατακλείσουμε τη συγκέντρωσή μας αυτή. Κι όλα αυτά είναι τόσο φυσικά. Διερχόμαστε το πενηνταήμερο του Πάσχα!

Όμως για κάθε ορθόδοξο η Ανάσταση δεν αποτελεί θέμα εορταστικό για 50 μέρες τον χρόνο μονάχα. Η Ανάσταση αποτελεί το κέντρο της λατρείας του για όλη τη διάρκεια του χρόνου. Γι' αυτό και κάθε Κυριακή οι ορθόδοξοι, και μάλιστα όσοι προσέρχονται στη Θεία Κοινωνία, κάνουν Πάσχα. Αναστάσιμοι είναι οι ύμνοι κάθε Κυριακής. Και με τον ίδιο Πασχαλινό αμνό τρέφονται κάθε Κυριακή, και σε κάθε λειτουργία των καθημερινών, οι πιστοί,


«Πάσχα θα κάμω σήμερα
κι είν' η λαχτάρα μου μεγάλη!
Πάσχα θα κάμω σήμερα
γιατί θα κοινωνήσω πάλι»
(Βερίτης)

Η Ανάσταση του Κυρίου μας αποτελεί λοιπόν το κέντρο της λατρευτικής μας ζωής. Αλλά και αυτής της ίδιας δικής μας ύπαρξης. Ο Αναστημένος Χριστός παίρνει δικαιωματικά την κεντρικότερη θέση μέσα στη σκέψη των πιστών. Μέσα στο κέντρο του συναισθηματικού τους κόσμου. Μέσα στην καρδιά τους. Όπως όλος ο λατρευτικός μας κύκλος περιστρέφεται γύρω από το Πάσχα και την Ανάσταση, έτσι κι η ζωή μας, άξονά της έχει την Ανάσταση του Σωτήρα μας.

Η Ανάσταση είναι το καύχημά μας. Η παρηγοριά μας. Η χαρά μας. Ο θρίαμβός μας! Η Ανάσταση του Χριστού μας ανάστησε τον άνθρωπο σε μια άλλη ζωή, αγνή, ηθική, άγια, παραδεισένια. Χάρισε στον άνθρωπο περιεχόμενο. Άνοιξε σ' αυτόν πλατιούς ορίζοντες. Του φανέρωσε ότι ο θάνατος ο επίγειος δεν αποτελεί τέρμα. Αλλά αφετηρία για μια ζωή καινούργια. Μέσα στο φως του Θεού. Μέσα στην αγάπη του Θεού. Μέσα στην αγκαλιά του Θεού!

Νέοι και παιδιά των Χριστιανικών μας Ομάδων και Κατηχητικών! Είσθε, συνειδητοποιήστε το αυτό καλά, οι οπαδοί του Χριστού μας. Είσθε τα παιδιά και τα βλαστάρια της Ανάστασης! Μπορεί νάσθε μικροί στην ηλικία και λίγοι στον αριθμό. Όμως, για να επαναλάβουμε κάποια λόγια ενός Χριστιανού στοχαστή της εποχής μας, «όσο μικροί, όσο λίγοι κι αν είσθε, εσείς οι φίλοι του Χριστού, πολλοί θα ζεσταθούν από τη φλόγα σας. Πολλοί θα επωφεληθούν από το φως σας!» (Φρ. Μωριάκ).

Τι θέση έχετε σεις οι νέοι και τα παιδιά στη σκέψη και στους πόθους του Ιησού μας, φανερώνεται από τις δυο από τις τρεις νεκραναστάσεις που έκαμε προσωπικά ο Ίδιος, πριν από το πάθος Του. Αυτό είναι συμβολικό. Είναι αποκαλυπτικό. Ανάστησε, όπως ξέρετε, τη δωδεκάχρονη θυγατέρα του Ιαείρου, τον έφηβο γυιο της χήρας της Ναΐν και τον τετραήμερο, στον τάφο, φίλο Του Λάζαρο.

Στις δυο πρώτες περιπτώσεις άπλωσε ο Αρχηγός και χορηγός της ζωής το χέρι και άγγιξε χωριστά το παιδικό και το νεανικό, αυτά τα δυο χέρια, που νέκρωσε ο θάνατος και μ' ένα Του πρόσταγμα τους ξανάφερε στη ζωή: «Η παις εγείρου», είπε στην πρώτη.

«Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι», είπε στον δεύτερο. Οι αναστάσεις πραγματοποιήθηκαν αυτοστιγμεί!

Πριν προχωρήσουμε στην εξαγωγή συμπερασμάτων, ας ρίξουμε μια ματιά στα σημερινά παιδιά, στους σημερινούς νέους.

Άνεμοι ποικίλης προέλευσης, άλλοι όλοι παγωνιά κι άλλοι σαν τον λίβα, πυρωμένοι, καψάλισαν τα φτερά πολλών παιδικών ψυχών. Πάγωσε μέσα στις καρδιές τα όμορφα και ζωηφόρα ιδανικά αναρίθμητων νέων. Όμως ο αιώνιος οδοιπόρος και αναζητητής των ψυχών έρχεται μπροστά στις νεκρωμένες ψυχές. Απλώνει το ζωοπάροχο χέρι Του και λέγει στη μια: «Η παις εγείρου!» Κόρη μου σήκω από τη σκιά του θανάτου. Έλα κι αντίκρισε σε μένα και τη διδασκαλία μου το φως της ζωής.

Και στον άλλο επαναλαμβάνει: «Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι!» Νέε μου, εγώ σου λέγω, αναστήσου απ' τον τάφο σου. Άνοιξε τα μάτια σου κι ατένισέ με τον Πλάστη σου, την πηγή της ζωής.

Νέες και Νέοι, ακούστε τον θριαμβευτή πάνω στον θάνατο αρχηγό μας! Ξεσηκωθείτε ηρωικά κι επαναστατείτε στο κράτος της αμαρτίας, που ζητά να σας καταπλακώσει. Υψώστε ψηλά το λάβαρο της Ανάστασης και παλέψτε ενάντια στο ψέμα και την υποκρισία. Πολεμήστε τις μικρότητες και τα πάθη. Ποδοπατήστε το μίσος. «Πλατύνθητε», όπως παραγγέλλει ο Παύλος, ο στρατηγός ο δόκιμος αυτός του χριστιανικού πιστεύω, και αγαπήστε ολόψυχα τον Θεό μας και τους συνανθρώπους μας. Αφήστε το «εγώ», το αποτρόπαιο αυτό είδωλο και ξανοιχτείτε στο «συ». Γίνετε φορείς του Ευαγγελίου της Ανάστασης. Μικροί απόστολοι του Ιησού μας μέσα στις οικογένειές σας. Μέσα στα σχολεία σας. Μέσα στην κοινωνία μας.

Θέστε τις καρδιές σας κι όλο το «είναι» κάτω από το άγρυπνο και διεισδυτικό βλέμμα του Κυρίου μας. Καλέστε Τον να γίνει μόνιμος κάτοικος μέσα στην ύπαρξή σας. Δώστε Του το τιμόνι της ζωής σας. Υποτάξτε τη θέληση, το σώμα και την ψυχή σας στη δικιά Του θέληση. Μπείτε αποφασιστικά στον αγώνα κάτω από τη δική Του προσταγή. Κι ανοίξτε τότε τα στήθια για να πλημμυρίζουν από τις χαρές για τις νίκες και τους θριάμβους πάνω στον εαυτό σας. Πάνω στο κράτος της αμαρτίας. Η ζωή σας θα κυλά μέσα στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα. Η ζωή σας θα καταλήξει στην απαρχή της αιώνιας ζωής, που θα χαίρονται για πάντα όλοι οι αναστημένοι.

Παιδιά μου, ποτέ μην το ξεχνάτε. Είσθε παιδιά της Ανάστασης. Ζείτε πια σαν πραγματικά αναστημένοι!


Ομιλία στους νέους στις 27/5/1979
Πηγή: Ενοριακό Δελτίο οικοδομής και ενημέρωσης Ιερού Ναού Χρυσελεούσης Στροβόλου, έτος Κ', αρ. 4, Απρίλιος 2012, σ. 64-66.

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Αυτό που θα ζήσω αύριο!




















Αὔριο θά πάω στό Ναό. Ἐκεῖ θά ζήσω ἕνα μεγάλο μυστήριο. Τό μυστήριο πού λέγεται Ἐκκλησία.

Εἴχα σχηματίσει μιά πολύ πλανεμένη ἀντίληψι. Ὅταν πρόφερα τή λέξι Ἐκκλησία, τό μυαλό μου πήγαινε στό οἰκοδόμημα, τό λαμπρό ἤ ἀπέριττο, μέσα στό ὁποῖο ἀντηχοῦν οἱ προσευχές καί προσφέρεται στούς πιστούς ἡ Χάρις τῶν μυστηρίων.

Ἀργότερα ἔκανα μιά ἀνακάλυψι. Διαβάζοντας τό ἱερό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, εἶδα τούς πρώτους πιστούς νά μήν ἔχουν τεράστιους καί καλοστολισμένους ναούς, νά μήν ἔχουν κἄν μικρά κι’ ἀπέριττα ἐκκλησάκια, σάν αὐτά πού στεφανώνουν τίς κορυφές τῶν βουνῶν καί ἀναπαύονται στούς κάμπους μας, ἀλλά νά ἔχουν μιά ἱερή σύναξι, τήν ὁποία ὠνόμαζαν, καί ἦταν στήν πραγματικότητα, Ἐκκλησία. Συναγμένοι στόν ἴδιο τόπο, «ἐπί τό αὐτό», συγκροτοῦσαν ἕνα σῶμα λατρευτικό, τό ὁποῖο κύκλωνε τό Θυσιαστήριο – θρόνο τοῦ Ἐσταυρωμένου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί χαιρόταν τήν παρουσία του καί τόν λάτρευε καί, μετέχοντας στό Ποτήριο τῆς Εὐχαριστίας, τρεφόταν μέ τό Ἅγιο Σῶμα του καί μέ τό τίμιο Αἷμα του. Ἔτσι γινόταν τό πραγματικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Νύμφη του, γιά τήν ὁποία Ἐκεῖνος ἔδωκε τό πιο ἀκριβό τίμημα, τό ἅγιο Αἷμα του.

Αὐτή ἡ ἀνακάλυψι μέ συνεκλόνισε. Ξανοίχτηκε μπροστά μου μιά καινούρια πραγματικότης. Ἡ πραγματικότης πού λέγεται Ἐκκλησία.

Εἶμαι κι ἐγώ ἕνας βαφτισμένος. Εἶμαι ἕνας Χριστιανός. Ἕνας Χριστιανός, ὅπως ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ Χριστιανοί τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.

Ἀνακαλύπτοντας τήν Ἐκκλησία, ἀνακάλυψα τή θέσι μου. Δέν εἶμαι μόνο ἕνας στρατιώτης σέ μιά ἀπέραντη στρατιά. Μέ τήν παράταξι τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ μου δέν μέ συνδέει μόνο τό ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ καί ἡ παραδοχή τοῦ περιεχομένου τοῦ μηνύματός του. Συνδέομαι ὀργανικά. Εἶμαι ἕνα μέλος τοῦ Σώματός του. «Ὑμεῖς δε ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» (Α΄ Κορινθ. ιβ΄ 27). Μέ τό Βάπτισμά μου ἑνώθηκα μ’ ἀυτόν. «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. γ΄ 27). Ἐφόρεσα τόν Χριστόν. Ἔγινα ἕνα μαζί Του.

Αὔριο θά ζήσω στή γνησιώτερη μορφή της καί στή δυνατώτερή της ἔντασι αὐτή τήν ἑνότητά μου μέ τόν Κύριο καί τήν ἐνσωμάτωσί μου στήν Ἐκκλησία Του. Στό Ναό, πού θά πάω, θά εἶναι συγκεντρωμένα ὅλα τά μέλη Του. Ἡ Ἐκκλησία Του «ἐπί τό αὐτό». Καί μαζί μέ τήν Ἐκκλησία Του θά παρίσταται ὁ Ἴδιος, ἡ Κεφαλή. Αὐτός, πού «ἠγάπησε τήν Ἐκκλησίαν καί ἑαυτόν παρέδωκεν ὑπέρ αὐτῆς» (Γαλ. ε΄ 25).

Αὐτό πού θά ζήσω αὔριο, θά εἶναι ἡ «Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ». Θά εἶναι ἡ σύναξι, τήν ὁποία συγκαλεῖ ὁ Θεός, τό Δεῖπνο, τό ὁποῖο ἑτοιμάζει ὁ βασιλεύς καί οἰκοδεσπότης ὁλόκληρης τῆς δημιουργίας, καί στό ὁποῖο θά λάβουν μέρος «οἱ κλητοί» Του, γιά νά πάρουν τή Χάρι καί τή χαρά καί νά προσφέρουν τή λατρεία. Ὅλο αὐτό τό ἱερό σῶμα θά εἶναι αὔριο πυρακτωμένο ἀπό τή φωτιά τῆς ἀγάπης καί τῆς λατρείας.

Ἐκεῖνος, προσφέροντας τό Αἷμα Του, θά προσφέρῃ τήν ἀπέραντη θεϊκή του ἀγάπη. Κι ἐμεῖς, κυκλώνοντας τόν ἐπίγειο θρόνο Του, τό Ἅγιο Θυσιαστήριο, θά ψελλίζουμε, μ’ ὅση δύναμι διαθέτουμε, τούς ὕμνους τῆς ἀφοσιώσεώς μας καί τῆς ἀγάπης μας.

Αὐτή ἡ σύναξις, αὐτή ἡ ἐνσωμάτωσι εἶναι ἕνα κομμάτι τῆς βασιλείας Του. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ βασιλεία Του. Ἡ αἰώνια βασιλεία, πού ἀξιώνομαι ἀπό τώρα νά τήν ψηλαφῶ καί νά τήν προγεύωμαι. Εἶναι μιά προαπόλαυσι τῆς χαρᾶς τῆς αἰωνιότητος σέ τούτη τή γῆ. «Κἀγώ διατίθεμαι ὑμῖν βασιλείαν, ἵνα ἐσθίητε καί πίνητε ἐπί τῆς τραπέζης μου ἐν τῇ βασιλείᾳ μου» (Λουκ. κβ΄ 29,30).

Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι ἡ ἐγγύησις τῆς βασιλείας. Σ’ αὐτή, ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία ἀπολαμβάνει τή χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Λυτρωτοῦ της.

Αὔριο στή Λειτουργία, θά ζήσω τί εἶναι καί τί θά πῇ Ἐκκλησία. Θά ζήσω γιά λίγο στήν κοινωνία τοῦ Οὐρανοῦ καί στή ζωή τοῦ οὐρανοῦ. Καί θά πάρω δύναμι, γιά νά ζήσω σάν πολίτης τοῦ Οὐρανοῦ τή ζωή μου στή γῆ.

Ἡ αὐριανή μου ἡμέρα εἶναι μιά μεγάλη ἡμέρα.


Πηγή: Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος κ. Νικόδημος, Στοχασμοί τοῦ Σαββάτου, Ἐκδ. «Σπορά», Ἀθήνα: 1998, σελ.12-16.

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Τῇ κραταιᾷ Σου χειρί



Τη ζωή μας ας αποθέσουμε
τῇ κραταιᾷ Σου χειρί, Κύριε
και τα πιο αγαπημένα μας πρόσωπα
ὑπὸ τὴν σκέπην σου, Θεοτόκε.

Συγχώρα μας τους ανάξιους, Κύριε,
πλήρως ας Σου αφεθούμε·
προστάτευέ τα, Μητέρα
με την αγάπη και την παραμυθία σου χάιδευέ τα!

Με τέτοια ελπίδα και σιγουριά
τι έχουμε ακόμη
ν' αγωνιούμε, ν' ανησυχούμε και να φοβόμαστε;

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Εκείνος που αγαπάει τον Χριστό...


Εκείνος που αγαπάει τον Χριστό, Τον μιμείται όσο μπορεί. 

Ο Χριστός, για παράδειγμα,
  • δεν έπαψε να ευεργετεί τους ανθρώπους 
  • έδειχνε μακροθυμία, όταν του συμπεριφέρονταν με αχαριστία και Τον βλαστημούσαν 
  • υπέμεινε, όταν Τον χτυπούσαν και Τον θανάτωναν, χωρίς καθόλου να σκέφτεται για κανέναν το κακό που Του έκανε. 

Αυτά τα τρία έργα είναι εκφραστικά της αγάπης προς τον πλησίον. Χωρίς αυτά, απατάται εκείνος που λέει ότι αγαπάει τον Χριστό ή ότι θα κερδίσει τη βασιλεία Του. Γιατί ο Κύριος μάς βεβαιώνει: «Δεν θα μπει στη βασιλεία των ουρανών εκείνος που μου λέει "Κύριε, Κύριε", αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου» (Ματθ. ζ' 21). Και πάλι: «Όποιος με αγαπάει, θα τηρήσει τις εντολές μου» (Ιω. ιδ' 15).

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής 
Αποδελτίωση: Αναστάσιος (1/3/2012)

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Το Πάσχα του Μεχμέτ


ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΟΥ ΜΕΧΜΕΤ: ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ!

Μία συγκλονιστική ιστορία από το Αναγνωστικό της Στ΄ Δημοτικού του 1947

Είναι τρεις η ώρα μετά τα μεσάνυχτα και σπάνιοι οι διαβάτες στο δρόμο. Είναι οι τελευταίοι που γυρίζουν από την πρώτη Ανάσταση και πηγαίνουν βιαστικοί στα σπίτια τους. Σε λίγο τίποτε πια δεν ακούγεται και νεκρική σιγή βασιλεύει σ’ όλη την τούρκικη συνοικία του Ηρακλείου. Ξαφνικά, ανοίγει αθόρυβα η αυλόπορτα ενός μεγάλου σπιτιού και προβάλλει ανθρώπινο κεφάλι. Γυρίζει δεξιά και αριστερά και παρατηρεί με προσοχή μέσα στα σκοτάδι. Τραβιέται μέσα και πάλι ξαναφαίνεται και κοιτάζει με προσοχή.

-Ελάτε, δεν είναι κανένας, ακούγεται χαμηλή φωνή.

Τρεις σκιές, η μια μεγάλη και οι δύο μικρότερες, βγήκανε στο δρόμο.

-Πάμε γρήγορα, ψιθύρισε ο ψηλός άντρας πάμε γρήγορα, γιατί αργήσαμε και θα μας περιμένει. Σκέπασε το πρόσωπο με το μαντήλι σου, Εσμέ! Ρεσίτ, δος μου το χέρι σου!

Περπατούσανε κι οι τρεις σιωπηλοί στο σκοτάδι. Μόλις όμως έστριψαν το στενό σοκάκι, βρήκανε μια γριά, που κρατούσε στο χέρι της αναμμένη λαμπάδα. Περπατούσε με κόπο, γιατί ήταν πολύ γριά. Και φρόντιζε με το αδειανό χέρι να προφυλάξει τη λαμπάδα της από τον αέρα, για να φέρει στο σπίτι το φως της Αναστάσεως, που πήρε από την εκκλησιά.

Όταν είδαν το φως της λαμπάδας οι τρεις νυχτερινοί διαβάτες, γύρισαν αλλού το κεφάλι τους, για να μην γνωριστούν. Του κάκου όμως. Η γριά σήκωσε τη λαμπάδα της και τους φώτισε.

-Πολλά τα έτη σας, Μεχμέτ Μπέη! είπε η γριά.
-Καλημέρα, κυρά, αποκρίθηκε εκείνος, και του χρόνου! Και τράβηξε το δρόμο του.

Η γριά τους κοίταξε από κοντά, ώσπου τους έχασε από τα μάτια της.
«Περίεργο πράγμα!» είπε με το νου της. «Που να πάνε τέτοια ώρα ο Μεχμέτ μπέης με τη χανούμισα και το γιο του; Χριστέ μου, δεν κάνεις το θάμα σου να γλιτώσουν οι Χριστιανοί από έναν Τούρκο;»

Βυθισμένη στο σκοτάδι ήταν και η εκκλησία του Αγίου Μηνά. Εδώ και λίγη ώρα, χιλιάδες κεριών τη φώτιζαν χιλιάδες Χριστιανών στην αυλή της έψαλλαν χαρμόσυνα το «Χριστός Ανέστη». Τώρα έμεινε μόνο το άρωμα του λιβανιού και των κεριών. Και μόνο το καντήλι, που έκαιε μπροστά στην ασημένια εικόνα της Παναγίας, θαμπόφεγγε. Παντού βασίλευε απόλυτη σιγή.

Δύο χτύποι ακούστηκαν στην εξώθυρα. Από ένα στασίδι σηκώνεται κάποιος και τρέχει ν’ ανοίξει ήταν ο παπάς του Αγίου Μηνά.

Οι τρεις νυχτερινοί διαβάτες μπαίνουν αθόρυβα στην εκκλησία και φιλούν το χέρι του παπά. Σφαλίζουν καλά την πόρτα, προχωρούν ευλαβικά στο εικονοστάσι, γονατίζουν και κάνουν το σταυρό τους. Ο παπα-Γρηγόρης μπαίνει από τη δεξιά πόρτα στο ιερό, ανοίγει την Ωραία Πύλη και λέει στο μικρότερο από τους τρεις:

-Έλα, παιδί μου, να με βοηθήσεις! Και του δίνει μια μικρή λαμπάδα, που την άναψε από το ακοίμητο φως, που είναι πάνω στην Άγια Τράπεζα.

Ο παπα-Γρηγόρης φόρεσε το χρυσοκέντητο πετραχήλι του, πήρε με βαθύ σεβασμό το Δισκοπότηρο και πλησίασε στην Ωραία Πύλη. Μπροστά του στέκεται το συμπαθητικό τουρκόπαιδο, ωχρό, συγκινημένο, με τη λαμπάδα στο χέρι.

-Πλησιάστε, είπε ο παπάς στους άλλους δύο.

Πρώτα πλησίασε η γυναίκα, τριάντα έως τριανταπέντε χρονών. Ήταν ωχρή και βαθιά συγκινημένη. Τη στιγμή που ανέβαινε τα σκαλοπάτια του ιερού, χρειάστηκε να την υποστηρίξει ο Μεχμέτ μπέης, για να μην πέσει. Τα μεγάλα μαύρα μάτια της ήταν δακρυσμένα.

-«Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Μαρία, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», είπε ο παπάς μ’ επισημότητα και της έδωσε την Άγια Μετάληψη.

Δύο μεγάλα δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπο της σεμνής εκείνης γυναίκας κι ακούστηκε να ψιθυρίζει: «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου».

Πήρε έπειτα η γυναίκα τη λαμπάδα στο χέρι της και πλησίασε το παιδί.
-«Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού Νικόλαος». επανάλαβε ο παπάς, κοιτάζοντας στοργικά το συμπαθητικό παιδί.

Τώρα ήρθε η σειρά του Μεχμέτ. Ανεβαίνει με θάρρος και πλησιάζει τον παπά. Το φως της λαμπάδας τρέμει, γιατί τρέμουνε και τα χέρια της Μαρίας.
-«Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού Εμμανουήλ, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», λέει για τρίτη φορά ο παπάς, δακρύζοντας τώρα κι αυτός.
-Αμήν. Είπε με βαθιά φωνή ο μυστικός Χριστιανός.

Σε λίγα λεπτά οι τρεις σκιές χάνονται και πάλι στους σκοτεινούς δρόμους του Ηρακλείου και βιαστικά γυρίζουν στο σπίτι τους. Αυτή τη φορά δε βρέθηκε καμιά γριά στο δρόμο να τους γνωρίσει με το φως της λαμπάδας και να ξαναπεί:

-Θεέ μου, δεν κάνεις το θάμα σου, για να σωθούν από έναν κακό Τούρκο οι Χριστιανοί;

Μόνο ο παπα-Γρηγόρης ήξερε, ότι ο Μεχμέτ μπέης ήτανε Χριστιανός, πιο πολύ πιστός από πολλούς, που λέγονται μονάχα Χριστιανοί.


Αναδημοσίευση: Το δελφινάκι (23/3/2012)

Τρίτη 17 Απριλίου 2012

«Στ' ονείρου μου τον χάρτη τον κρυμμένο»

Ας μας επιτρέψουν σήμερα οι αναγνώστες μας μια μικρή «παρέκβαση»... Ένα αφιέρωμα στον Δημήτρη Μητροπάνο που ιδιαίτερα αγαπάμε. Κι ό,τι αγαπάμε θα ζει πάντοτε μες στην καρδιά μας. Θα μας λείψει η σεμνή, απλή και ατόφυια μορφή του που διέφερε τόσο από τα φανταχτερά «είδωλα» που ξεφτίζουν στις κίτρινες γωνίες των περιοδικών. Θα μας λείψει η λεβέντικη, λαϊκή του φωνή, η δροσιά του ηχοχρώματός του που δεν φοβήθηκε να αγγίξει και μοντέρνες νότες...  

Ας ευχηθούμε να αναπαύσει ο Θεός την ψυχή του.


Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;

 
Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; [1]

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πιό μεγάλη γιορτή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ζωῆς, τῆς χαρᾶς, τῆς πίστης, τῆς ἐλπίδας, τῆς ἀγάπης τῶν μελῶν της. Δέν εἶναι τυχαῖο πού στήν παράδοση τοῦ λαοῦ μας τόσα πολλά ἤθη καί ἔθιμα ἔχουν συνδεθεῖ μέ τή γιορτή αὐτή. Αὐτό ἀκριβῶς δηλώνει ὅτι τήν ἡμέρα αὐτή ὅλοι μας γιορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε. Γιά ποιό λόγο ὅμως πανηγυρίζουμε; Τί σημασία ἔχει γιά τή ζωή μας ἡ γιορτή τοῦ Πάσχα; Εἶναι τό Πάσχα μία συνηθισμένη γιορτή, μία εὐκαιρία ἁπλῶς γιά νά βρεθῶ μέ τούς συγγενεῖς, νά φάω καί νά πιῶ, ἤ μήπως σημαίνει κάτι παραπάνω γιά τόν τρόπο πού ζῶ, πού βλέπω τούς ἀνθρώπους γύρω μου καί ἀντιμετωπίζω γενικά τή ζωή καί τόν θάνατο; Ὅλοι γνωρίζουν ὅτι τό Πάσχα εἶναι ἡ γιορτή τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, τό ζητούμενο εἶναι ὅμως πόσοι ἀπό ἐμᾶς αὐτή τήν Ἀνάσταση τή γιορτάζουμε, τή ζοῦμε δηλαδή ὡς γιορτή, ὡς χαρά, πού ἀγκαλιάζει ὁλόκληρη τή ζωή μας.

Καταρχάς, εἶναι σημαντικό νά γνωρίζουμε τή σημασία τῆς λέξης Πάσχα. Τό Πάσχα εἶναι ἑβραϊκή λέξη καί σημαίνει διάβαση. Ἡ ἑβραϊκή γιορτή τοῦ Πάσχα ἦταν ἀνάμνηση τῆς διάβασης τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας ἀπό τόν ἑβραϊκό λαό καί τῆς μετάβασης ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων στήν ἐλευθερία τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας. Μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τό Πάσχα ἔφθασε στό τέλος του, πῆρε δηλαδή τό πραγματικό του νόημα. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἔγινε τό Πάσχα μας [2], ἡ διάβασή μας ἀπό τή δουλεία τοῦ θανάτου καί τῆς ἁμαρτίας στήν ἐλευθερία καί στήν ἀληθινή ζωή. Τό καινούργιο νόημα πού πῆρε ἡ λέξη Πάσχα τό ἐκφράζει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στήν Καταβασία τῆς Α΄ Ὠδῆς, πού ψάλλεται στόν Ὄρθρο τῆς Ἀνάστασης: «Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν Λαοί. Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· ἐκ γάρ θανάτου πρός ζωήν, καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν, Χριστός ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ἄδοντας» [3].

Τό Πάσχα τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ζωῆς καί τῆς χαρᾶς τῆς Ἐκκλησίας. Τόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀλήθεια αὐτή, ὥστε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά διακηρύττει ὅτι χωρίς τήν Ἀνάσταση θά ἦταν μάταιη καί χωρίς νόημα ἡ πίστη στόν Χριστό [4]. Ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἱστορία ἑνός καί μοναδικοῦ θαύματος, τοῦ θαύματος τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο συνεχίζεται διαρκῶς σέ ὅλες τίς καρδιές τῶν Χριστιανῶν ἀπό μέρα σέ μέρα, ἀπό χρόνο σέ χρόνο, ἀπό αἰώνα σέ αἰώνα μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία [5].

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ταυτόχρονα καί ἡ συνανάσταση ὅλης τῆς οἰκουμένης μέ Αὐτόν, ἀφοῦ μέ τήν Ἀνάστασή Του διέλυσε τά δεσμά τοῦ θανάτου [6] . Ὁ διάβολος καί ἡ ἁμαρτία νικήθηκαν μία γιά πάντα καί ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι μέτοχος σ’ αὐτή τή νίκη. Ὅπως τονίζει ἐμφατικά ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: «Οἱ ἄνθρωποι κατεδίκασαν τόν Θεόν εἰς θάνατον· ὁ Θεός ὅμως διά τῆς Ἀναστάσεώς Του "καταδικάζει" τούς ἀνθρώπους εἰς ἀθανασίαν. Διά τά κτυπήματα τούς ἀνταποδίδει τούς ἐναγκαλισμούς· διά τάς ὕβρεις τάς εὐλογίας· διά τόν θάνατον τήν ἀθανασίαν. Ποτέ δέν ἔδειξαν οἱ ἄνθρωποι τόσον μίσος πρός τόν Θεόν, ὅσον ὅταν τόν ἐσταύρωσαν· καί ποτέ δέν ἔδειξεν ὁ Θεός τόσην ἀγάπην πρός τούς ἀνθρώπους, ὅσην ὅταν ἀνέστη. Οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά καταστήσουν τόν Θεόν θνητόν, ἀλλ’ ὁ Θεός διά τῆς Ἀναστάσεώς Του κατέστησε τούς ἀνθρώπους ἀθανάτους. Ἀνέστη ὁ σταυρωθείς Θεός καί ἀπέκτεινε τόν θάνατον. Ὁ θάνατος οὐκ ἔστι πλέον. Ἡ ἀθανασία κατέκλυσε τόν ἄνθρωπον καί ὅλους τούς κόσμους του» [7].

Δικαιολογημένα θά διερωτηθεῖ κάποιος: Καλά, πῶς νικήθηκε ὁ θάνατος, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι ἀκόμη ὑποφέρουν καί πεθαίνουν ἀκατάπαυστα; Ὁ θάνατος δέν ἔχει μόνο τή στενή σημασία τῆς βιολογικῆς νέκρωσης τοῦ ὀργανισμοῦ, ὅπως τόν ἀντιλαμβάνεται ἡ σύγχρονη κοινωνία. Θάνατος στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πρωτίστως ὁ χωρισμός ἀπό τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωής [8]· ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ χωρισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό προῆλθε καί ὁ βιoλογικός θάνατος. Μέ τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός ἀποκατέστησε τήν ἑνότητα μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου, διαλύοντας τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου καί ἀνοίγοντας ἔτσι τόν δρόμο καί γιά τή δική μας ἀνασταση [9]. Μέσα στήν Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄνθρωπος κοινωνεῖ τή ζωή Του καί γεύεται τούς καρπούς τῆς νίκης Του κατά τοῦ θανάτου, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ διαβόλου. Παρά ταῦτα, ὁ βιολογικός θάνατος συνεχίζει νά ὑφίσταται πρόσκαιρα καί θά καταργηθεῖ ἐντελῶς κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, διότι «ἡ ἀνακαίνιση καί ἡ ἀνάπλαση τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου δέν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ καί θά πραγματοποιηθεῖ ὁριστικά καί τελειωτικά μέ τήν ἀνάστασή μας. Τότε, κατά τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, θά κορυφωθεῖ τό θαῦμα τῆς ἐν Χριστῷ οἰκονομίας τῶν ἀνθρώπων καί τῆς καινότητας τοῦ κόσμου» [10]. Ἐπιπρόσθετα, ὁ βιολογικός θάνατος παραμένει καί γιά παιδαγωγικούς λόγους· ὁ ἄνθρωπος, βλέποντας καί ἐνθυμούμενος τόν θάνατο, ὁδηγεῖται στή μετάνοια καί στήν ἀναζήτηση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ [11].

Ἡ ἔνταξη στήν ἐκκλησιαστική ζωή, στήν θεανθρώπινη ζωή τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἀναδεικνύει τόν ἄνθρωπο σέ πρόσωπο, σέ ὕπαρξη πού δέν ζεῖ ἀτομικά, ἀλλά σέ κοινωνία καί ἑνότητα μέ τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Αὐτή ἡ ἑνότητα ἀποκαταστάθηκε στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί πλέον μπορεῖ νά τήν βιώσει ὁ καθένας μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἐκεῖ, καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά βγεῖ ἀπό τό ἐγώ του, νά ἀπορρίψει τήν ἀτομικότητά του καί νά γίνει πρόσωπο. Νά ζεῖ μέσα του τόν Χριστό [12] καί ἔτσι νά ζεῖ τήν ἑνότητα μέ ὅλους. Αὐτή τήν ἑνότητα ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἀγκάλιαζαν μέ τήν ἀγάπη τους ὅλα τά κτίσματα καί προσεύχονταν καρδιακά ὄχι μόνο γιά τίς δικές τους ἁμαρτίες, ἀλλά καί γιά τίς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καί τῶν ἐχθρῶν τους.

Ἡ βίωση τῆς καθολικῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου προϋποθέτει τόν ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας. Ἐπειδή μέ τήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος κατακερματίζει τόν ἑαυτό του, τή ζωή του, τίς σχέσεις του σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά εἶναι πολύ δύσκολο νά βιώσει ἐμπειρικά τήν ἑνότητα τῶν πάντων στόν Θεό, ὅπως ἔχουν δημιουργηθεῖ, γι’ αὐτό ὁ πνευματικός ἀγώνας ξεκινᾶ ἀρχικά ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας. Γράφει σχετικά ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὅτι, ἐπειδή ἡ ἀρχή τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε μέ τήν ἁμαρτία, κατά ἀντίστοιχο τρόπο, ἡ ἀρχή τῆς ἀνάστασής του γίνεται μέ τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία. Τονίζει μάλιστα ὅτι εἶναι πολύ μεγαλύτερο γεγονός γιά τόν ἄνθρωπο νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀπό τό νά δεῖ μέ τά ἴδια του τά μάτια τήν ἀνάσταση ἑνός νεκροῦ [13]. Ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία σημαίνει τήν κάθαρση τῶν αἰσθήσεων [14], τή συσταύρωση μέ τόν Χριστό, ὥστε νά ἀκολουθήσει ἡ συνανάσταση μαζί Του.

Γιορτάζει λοιπόν ὁ ἄνθρωπος τό Πάσχα, ἀκολουθώντας τόν Χριστό, ζώντας τόν Χριστό, ἀφοῦ αὐτός εἶναι «τό Πάσχα ἡμῶν». Μόνο ἔτσι ἡ γιορτή τοῦ Πάσχα θά φωτίσει τή ζωή μας, τήν καρδιά μας, ὅλη μας τήν ὕπαρξη. Εἶναι ἀδύνατον κάποιος νά ὀνομάζεται Χριστιανός, ἄν δέν ζεῖ τή χαρά αὐτή. Ἡ χαρά τῆς Ἀνάστασης εἶναι ὑπόθεση ὅλης της ἀνθρωπότητας. Ὅπως λέγει καί τό χρυσό στόμα τῆς Ἐκκλησίας στόν Κατηχητικό του Λόγο, πού διαβάζεται στήν ἀγρυπνία τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα: «Εἰσέλθετε πάντες εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου ἡμῶν· καί πρῶτοι καί δεύτεροι, τόν μισθόν ἀπολαύετε. Πλούσιοι καί πένητες μετ’ ἀλλήλων χορεύσατε. Ἐγκρατεῖς καί ράθυμοι, τήν ἡμέραν τιμήσατε. Νηστεύσαντες καί μή νηστεύσαντες, εὐφράνθητε σήμερον. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Ὁ μόσχος πολύς, μηδείς ἐξέλθῃ πεινῶν. Πάντες ἀπολαύετε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος. Μηδείς θρηνείτω πενίαν· ἐφάνη γάρ ἡ κοινή βασιλεία. Μηδείς ὀδυρέσθω πταίσματα· συγγνώμη γάρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς τοῦ Σωτῆρος ὁ θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν ὑπ’ αὐτοῦ κατεχόμενος. Ἐσκύλευσε τόν ᾅδην ὁ κατελθών εἰς τόν ᾅδην. Ἐπίκρανεν αὐτόν γευσάμενον τῆς σαρκός αὐτοῦ· καί τοῦτο προλαβών Ἠσαΐας, ἐβόησεν· ὁ ᾅδης, φησίν, ἐπικράνθη, συναντήσας σοι κάτω. Ἐπικράνθη· καί γάρ κατηργήθη. Ἐπικράνθη· καί γάρ ἐνεπαίχθη. Ἐπικράνθη· καί γάρ ἐνεκρώθη. Ἐπικράνθη· καί γάρ καθ ῃρέθη. Ἐπικράνθη· καί γάρ ἐδεσμεύθη. Ἔλαβε σῶμα καί Θεῷ περιέτυχεν· ἔλαβε γῆν καί συνήντησεν οὐρανῷ. Ἔλαβεν ὅπερ ἔβλεπε καί πέπτωκεν, ὅθεν οὐκ ἔβλεπε. Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τό νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καί σύ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστός, καί πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός, καί χαίρουσιν Ἄγγελοι. Ἀνέστη Χριστός, καί ζωή πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καί νεκρός οὐδείς ἐν τῷ μνήματι. Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν» [15].

Υποσημειώσεις:
1. Α΄ Κορ. ιε΄, 55.
2. Βλ. π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Ἑορτολόγιο, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα ² 2005, σ. 25.
3. Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Καταβασίες Πάσχα, Α΄ Ὠδή, Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1990, σ. 2.
4. Βλ. Α΄ Κορ. ιε΄, 17: «Εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν· ἔτι ἐστέ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν».
5. Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος. Μελετήματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, μετάφρ. Ἱερομ. Ἀθανασίου Γιέβτιτς, Ἀθῆναι 1993, σ. 41.
6. Βλ. Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Κατά μεθυόντων καί εἰς τήν Ἀνάστασιν. Λόγος λεχθείς τῇ ἁγίᾳ καί μεγάλῃ Κυριακῇ τοῦ Πάσχα, PG 50, 438.
7. Ἀρχιμ. Ἰ. Πόποβιτς, ὅ.π., σ. 40.
8. Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, Πεντηκοντακέφαλον, Συγγράμματα, τόμος Α΄, ἔκδ. Ἱερᾶς Βασιλικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Ἁγίου Νεοφύτου,
Πάφος 1996, σ. 343 - 344: «Ἔστι γάρ θάνατος ἀθάνατος, ὥσπερ καί ζωή ἀθάνατος· ἀλλ’ ὁ μέν, ὄλεθρος αἰώνιος, ἡ δέ ζωή αἰώνιος. Θάνατος γάρ ἀθάνατος ὁ ἀπό Θεοῦ χωρισμός ἐστι καί λέγεται· ζωή γάρ ὁ Θεός, καί ὁ τοῦτον εὑρών εὗρε τήν ζωήν τήν ὄντως ἀθάνατον· ὁ δέ τούτου ἀποτυχών εὗρε τόν θάνατον τόν ὄντως ἀθάνατον. Θάνατος γάρ ἡ ἁμαρτία, δι’ ἧς τῆς ζωῆς, ἤτοι τοῦ Θεοῦ, ἐκπίπτουσιν ἄνθρωποι· καί θάνατος πάλιν ἄλλος ὁ διάβολος καί ἡ ἀθάνατος κόλασις, καί διά τοῦτο ἀθάνατος, ἤτοι ἀδιάβατος λέγεται».
9. Βλ. π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, Πιστεύω. Ἡ βίωση τῆς πίστης Α΄, Ἀθήνα 2003, σ. 155.
10. Νίκου Νικολαΐδη, Θέματα Πατερικῆς Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 278.
11. Ὅ.π., σ. 281. Βλ. καί Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία 39, Διά τήν ἀήθη καί ἀθρόαν τοῦ θανάτου τηνικαῦτα πληγήν, PG 151, 492 CD.
12. Βλ. Γαλ. β΄, 20: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».
13. Βλ. Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Κατά μεθυόντων καί εἰς τήν Ἀνάστασιν…, ὅ.π., PG 50, 439: «Πολύ γάρ μεῖζον ἁμαρτιῶν ἁπαλλαγῆναι, ἤ σῶμα ἰδεῖν ἀνιστάμενον».
14. Βλ. Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Κανόνας Ὄρθρου τοῦ Πάσχα, Γ΄ Ὠδή, Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον, ὅ.π., σ. 2: «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις, καί ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς ἀναστάσεως, Χριστόν ἑξαστράπτοντα, καί Χαίρετε φάσκοντα, τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».
15. Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Κατηχητικός Λόγος εἰς τήν ἁγίαν καί λαμπροφόρον ἡμέραν τῆς ἐνδόξου καί σωτηριώδους Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν Ἀναστάσεως, Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον, ὅ.π., σ. 6. Mετάφραση τοῦ Κατηχητικοῦ Λόγου στήν ἰστοσελίδα http://egolpion.com/katihitikos_xrusostomou.el.aspx [...]


Αντώνη Χαραλάμπους, θεολόγου

Κυριακή 15 Απριλίου 2012

Εἰσέλθετε πάντες εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου ὑμῶν



Εἴ τις εὐσεβής καί φιλόθεος, ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καί λαμπρᾶς πανηγύρεως. 
Εἴ τις εὐγνώμων, εἰσελθέτω χαίρων εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ. 
Εἴ τις ἔκαμε νηστεύων, ἀπολαυέτω νῦν τό δηνάριον.

Εἴ τις ἀπό τῆς πρώτης ὥρας εἰργάσατο, δεχέσθω σήμερον τό δίκαιον ὄφλημα.
Εἴ τις μετά τήν τρίτην ἦλθεν, εὐχαρίστως ἑορτασάτω.
Εἴ τις μετά τήν ἕκτην ἔφθασε, μηδέν ἀμφιβαλλέτω˙ καί γάρ οὐδέν ζημειοῦται.
Εἴ τις ὑστέρησεν εἰς τήν ἐνάτην, προσελθέτω, μηδέν ἐνδοιάζων. 

Εἴ τις εἰς μόνην ἔφθασε τήν ἐνδεκάτην, μή φοβηθῆ τήν βραδύτητα˙ φιλότιμος γάρ ὤν ὁ Δεσπότης, δέχεται τόν ἔσχατον καθάπερ καί τόν πρῶτον˙ ἀναπαύει τόν τῆς ἐνδεκάτης, ὡς τόν ἐργασάμενον ἀπό τῆς πρώτης˙ καί τόν ὕστερον ἐλεεῖ καί τόν πρῶτον θεραπεύει˙ κακείνω δίδωσι καί τούτω χαρίζεται˙ καί τά ἔργα δέχεται καί τήν γνώμην ἀσπάζεται˙ καί τήν πρᾶξιν τιμᾶ καί τήν πρόθεσιν ἐπαινεῖ. 

Οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου ὑμῶν˙ καί πρῶτοι καί δεύτεροι τόν μισθόν ἀπολαύετε. Πλούσιοι καί πένητες μετ’ ἀλλήλων χορεύσατ˙ ἐγκρατεῖς καί ράθυμοι τήν ἡμέραν τιμήσατε˙ νηστεύσαντες καί μή νηστεύσαντες, εὐφράνθητε σήμερον. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Ὁ μόσχος πολύς, μηδείς ἐξέλθη πεινῶν. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως˙ πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος.

Μηδείς θρηνείτω πενίαν˙ ἐφάνη γάρ ἡ κοινή Βασιλεία. Μηδείς ὀδυρέσθω πταίσματα˙ συγνώμη γάρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ’ αὐτοῦ κατεχόμενος. Ἐσκύλευσε τόν ἅδην ὁ κατελθών εἰς τόν ἅδην. Ἐπίκρανεν αὐτόν, γευσάμενον τῆς σαρκός αὐτοῦ. Καί τοῦτο προλαβών Ἠσαϊας ἐβόησεν˙ ὁ ἅδης φησίν, ἐπικράνθη, συναντήσας σοι κάτω. 

Ἐπικράνθη˙ καί γάρ κατηργήθη. 
Ἐπικράνθη˙ καί γάρ ἐνεπαίχθη. 
Ἐπικράνθη˙ καί γάρ ἐνεκρώθη. 
Ἐπικράνθη˙ καί γάρ καθηρέθη. 
Ἐπικράνθη˙ καί γάρ ἐδεσμεύθη. 

Ἔλαβε σῶμα καί Θεῶ περιέτυχεν.
Ἔλαβε γῆν καί συνήντησεν οὐρανῶ.
Ἔλαβεν ὅπερ ἔβλεπε καί πέπτωκεν ὅθεν οὐκ ἔβλεπε.

Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον; 
Ποῦ σου, ἅδη, τό νῖκος; 

Ἀνέστη Χριστός καί σύ καταβέβλησαι. 
Ἀνέστη Χριστός καί πεπτώκασι δαίμονες. 
Ἀνέστη Χριστός καί χαίρουσιν ἄγγελοι. 
Ἀνέστη Χριστός, καί ζωή πολιτεύεται. 
Ἀνέστη Χριστός καί νεκρός οὐδείς ἐπί μνήματος. 
Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο.

Αὐτῶ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Πηγή: Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Κατηχητικός Λόγος εἰς τήν ἁγίαν καί λαμπροφόρον ἡμέραν τῆς ἐνδόξου καί σωτηριώδους Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν Ἀναστάσεως

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Έσχατος εχθρός του ανθρώπου



«Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος», διακηρύττει ο απόστολος Παύλος. «Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος», μας υπενθυμίζει με τρομερή ενάργεια και ψυχική ένταση ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν. Κι ίσως εδώ έγκειται η μεγάλη αξία του έργου του: στο ότι έφερε στο παρόν τη χαρά, την ελπίδα, το φως και την καθαρότητα της πλέριας αγάπης του Ευαγγελίου. Μπροστά σ' αυτήν τη χαρά και την ελπίδα του Χριστού, που τόσο ουσιαστικά ο π. Σμέμαν παροντοποίησε με το δικό του τρόπο και κήρυξε με τα βιβλία του «έως εσχάτου της γης», ο θάνατος είναι ο έσχατος εχθρός που καταργείται, που νικιέται κατά κράτος, που καταπίεται «εις νίκος» και καταπνίγεται από το ξεχείλισμα της ανόθευτης χαράς.

Με λόγο απλό, άμεσο και ζωντανό, ο μεγάλος αυτός θεολόγος της Ορθόδοξης Εκκλησίας επιχειρεί να αφυπνίσει αλλοτριωμένες «θρησκευτικές» συνειδήσεις, τονίζοντας με έμφαση πως ο θάνατος δεν είναι ο «φίλος» που μας εισάγει στον χώρο της ψυχικής αθανασίας, αλλά ο εχθρός που κατανικήθηκε με την Ανάσταση του Χριστού και θα καταργηθεί ολοκληρωτικά με τη μέλλουσα ανάσταση των σωμάτων. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου στιγματίζεται μια αντίληψη που ανεπίγνωστα κυριαρχεί στις συνειδήσεις πολλών χριστιανών. Η αντίληψη πως ο θάνατος είναι η απελευθέρωση της ψυχής από τον κόσμο της οδύνης και η έξοδός της προς τον κόσμο της αθανασίας. Όμως μια τέτοια αντίληψη παραθεωρεί το γεγονός της ενσάρκωσης και στην ουσία υποτιμά τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, ο οποίος σαρκώθηκε για να μας προετοιμάσει όχι για έναν «άλλο» μεταθανάτιο κόσμο, αλλά για να εξαγιάσει αυτόν ακριβώς εδώ τον κόσμο, εγκαινιάζοντας τη Βασιλεία του Θεού.

Ο Χριστιανισμός υπερβαίνει την εξάρτηση του ανθρώπου από τον κόσμο με τη μετατροπή του ίδιου του κόσμου σε ζωή. Και ζωή σημαίνει μετοχή Θεού. Αν ο κόσμος παύει να μεταστοιχειώνεται σε κάτι, αν η ζωή παύει να μεταμορφώνεται σε κοινωνία με το Απόλυτο Νόημα, την Απόλυτη Ομορφιά, την Απόλυτη Καλοσύνη, τότε αυτός ο κόσμος δεν χάνει μόνο το νόημά του, αλλά μετατρέπεται σε θάνατο.

Θέλοντας ο άνθρωπος να παρηγορηθεί, έπλασε το όνειρο ενός «άλλου» κόσμου, απαλλαγμένου από τον θάνατο. Και στον βωμό αυτού του ονείρου θυσίασε αυτόν εδώ τον κόσμο παραδίδοντάς τον αμαχητί στον θάνατο. Μόνο με την ολοκληρωτική μας επιστροφή στη χριστιανική κατανόηση του θανάτου, θα κατορθώσουμε ν' ακούσουμε και πάλι τη χριστιανική διακήρυξη του θανάτου εν τη Αναστάσει.

Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, όταν έρχεται το τέλος, ο Χριστός παραμένει μόνος επάνω στον Σταυρό. Κι ακόμα, προβλέποντας όσα πρόκειται να ακολουθήσουν, λέει: «εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» (Ιωάν. ιε' 20), «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε» (Ιωάν. ιστ' 33). Η αποστολή με την οποία μας επιφορτίζει, η αξίωση που έχει από μας είναι μόνο μια. Να σηκώσουμε και να κουβαλήσουμε τον Σταυρό μας καθώς γνωρίζουμε τι συνεπάγεται αυτός ο Σταυρός. 

Η Εκκλησία μάς καλεί να ακολουθήσουμε σιωπηλά και επίμονα κάθε βήμα του Χριστού προς το πάθος, τη σταύρωση και τον θάνατο. Ας ακολουθήσουμε λοιπόν τα βήματα του Χριστού, καθώς σηκώνει τον Σταυρό του στον δρόμο προς τον Γολγοθά. Κι ίσως έτσι μας αποκαλυφθεί για μια ακόμα φορά κάτι αιώνιο και σημαντικό για τις ψυχές μας.


Φ. + Γ. Σ.
Πηγή: περιοδικό Καθ' οδόν, τεύχ. 36, 2012, έκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, σ. 18.

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Ο Χριστός, ο Θεός μας είναι νεκρός



Εσπερινός της Μ. Παρασκευής
I.
Ο Χριστός, ο Θεός μας είναι νεκρός. Δεν πέθανε επειδή το ήθελε – έστω κι αν το έκανε ελεύθερα και οικειοθελώς. Πέθανε για να κομίσει σωτήρια και αιώνια ζωή σε όλους τους ανθρώπους. Και λίγο πριν τον θάνατό Του προσευχήθηκε ζητώντας να ενωθεί μαζί μας, όπως ενωμένος είναι με τον Πατέρα.
Πόσο συχνά άραγε συλλογιζόμαστε πως αν θέλουμε να είμαστε ενωμένοι με το Χριστό, πρέπει να είμαστε ενωμένοι μαζί Του και στο θάνατο; Πόσο συχνά συνειδητοποιούμε πως πρέπει να πεθάνουμε μαζί Του;
Όσοι έχουν ήδη πάρει στη ζωή τους μια γεύση της αναστάσιμης δόξας του Χριστού και έχουν ανοίξει τα μάτια – έστω φευγαλέα – στη λάμψη και την ομορφιά της, επιδιώκουν να αντικρίζουν μόνο αυτή τη δόξα και αναμετράνε το βίο τους μονάχα με το μέτρο της βίωσής της.
Κι ωστόσο, αν λαχταρούμε ειλικρινά να ενωθούμε με το Χριστό, πρέπει να αποδεχόμαστε την ένωση Του και στο θάνατο. Πρέπει να γιορτάζουμε το θάνατό Του! Πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό που αξιωθήκαμε να μοιραζόμαστε μαζί Του τον σταυρό Του, την κάθοδό Του στον Άδη. Κι αυτό, διότι μέσα από θάνατο είναι που ο Χριστός κατήγαγε τη νίκη Του, μέσα από τον θάνατό κέρδισε για χάρη μας την αιώνια ζωή.
Ας μοιραστούμε τον θάνατό Του, ας μοιραστούμε τη φαινομενική Του ήττα από τις δυνάμεις του κόσμου τούτου, ώστε μέσα από τον θάνατο να φτάσουμε να ενωθούμε μαζί Του στη χαρά της ανάστασής Του.
Ο Χριστός ο Θεός μας, είναι νεκρός!
Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι!
II.
Οδεύσαμε κατά τη διάρκεια της Μ. Εβδομάδας στον δρόμο του Χριστού: σταθήκαμε μάρτυρες της εισόδου του στα Ιεροσόλυμα, της προδοσίας, της σταύρωσης και του θανάτου Του. Τώρα στεκόμαστε ενώπιον του μνήματός Του. Τι μπορούμε να πούμε; Ποιες λέξεις μπορούν να εκφράσουν τη θλίψη μας; Ζυγώσαμε το κέντρο του κόσμου, προσεγγίσαμε τον Δημιουργό μας και Τον συναντήσαμε τελικά νεκρό. Ο Θεός μας είναι νεκρός. Κι ωστόσο, ο θάνατός Του είναι το κατώφλι – η μόνη θύρα της αιώνιας ζωής. Πεθαίνοντας γεννιόμαστε, μέσα από τον θάνατο ανακαινιζόμαστε. Κοινωνώντας το μαρτύριο του Χριστού, προετοιμαζόμαστε να κοινωνήσουμε την ανάστασή Του. Ας έρθουμε κοντά να προσκυνήσουμε τα «οθόνια» του Χριστού. Ας έρθουμε να δοξάσουμε τον Θεό μας. Ποτέ δεν ζύγωσε ο Θεός τόσο κοντά μας όσο τώρα, ποτέ δεν μας προσέγγισε τόσο πολύ, όσο με τον θάνατό Του.
III.
Στεκόμαστε εδώ τούτο το απόγευμα, ενώπιον του σιωπηλού σκηνώματος του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού. Στεκόμαστε ενώπιον Εκείνου που εξήλθε από τη σιωπή του Πατέρα για να μιλήσει σε μας για την αγάπη, και που κείτεται τώρα μπροστά μας μέσα στη σιωπή του θανάτου.
Πόσο βαθιά είναι η σιωπή του Θεού! Και πόσο μας μιλά! Εντός της περιέχεται κάθε νόημα: το πλήρωμα της δικαιοσύνης, της διάκρισης, του ελέους, της πίστης και της αγάπης. Δεν υπάρχουν λόγια που να μπορούν να μας πουν για τον Θεό περισσότερα απ’ όσα φανερώνει η σιωπή του θανάτου του Χριστού.
Καθώς ζυγώνουμε για να προσκυνήσουμε τον Κύριό μας, ας εισέλθουμε στον τόπο της σιωπής Του, στον τόπο που χωρά στην αγάπη Του· και μέσα σε τούτη τη σιωπή ας ανοίξουμε τα μάτια στην τέλεια αποκάλυψη της αγάπης του Θεού.

Πηγή: Βασίλειος Όσμπορν, Φως Χριστού, Στο μονοπάτι της Μ. Σαρακοστής, εκδ. Εν πλω, 2006, σ.165-169
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...