Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

Διάλογος δύο εμβρύων: Υπάρχει ζωή μετά τη γέννα;



Στην κοιλιά της εγκύου δύο έμβρυα συνομιλούν. Το ένα είναι σκεπτικιστής, το άλλο γεμάτο εμπιστοσύνη και πίστη. 

Tο γεμάτο αμφιβολίες έμβρυο ρωτάει... «Και πιστεύεις πραγματικά σε μια ζωή μετά τη γέννηση;»  

Το έμβρυο που πιστεύει, απαντά: «Ασφαλώς, ναι. Για μένα είναι απόλυτα βέβαιο ότι υπάρχει ζωή μετά τη γέννησή μου. Η ζωή εδώ, είναι μόνο για να μας μεγαλώνει, ώστε να μπορούμε να προετοιμάζουμε τους εαυτούς μας για τη ζωή μετά τη γέννησή μας, έτσι ώστε να είμαστε αρκετά δυνατά για ό,τι μας περιμένει μετά.» 

Ο μικρός σκεπτικιστής έχει εκνευριστεί: «Αυτό είναι αρκετά ανόητο. Δεν υπάρχει ζωή μετά τη γέννηση. Πώς θα έμοιαζε μια τέτοια ζωή, ούτως ή άλλως;»  

Ο μικρός πιστός όμως, υποστηρίζει: «Δε γνωρίζω. Αλλά σίγουρα θα έχει πολύ περισσότερο φως από εδώ. Και ίσως να στεκόμαστε στα πόδια μας και να τρώμε με το στόμα μας!»  

Το γεμάτο αμφιβολίες έμβρυο ξεσπάει: «Ένα μάτσο ανοησίες! Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως το περπάτημα. Και φαγητό με το στόμα είναι πραγματικά μια εντελώς γελοία ιδέα – έχουμε τον ομφάλιο λώρο, που μας τροφοδοτεί αρκετά καλά, ήδη! Αυτό από μόνο του μας δείχνει ότι η ζωή μετά τη γέννηση είναι αδύνατη: ο ομφάλιος λώρος είναι πολύ κοντός!» 

Ο μικρός πιστός παραμένει ακλόνητος: «Είναι όντως δυνατή. Απλά μπορεί να είναι λίγο διαφορετική από ό,τι είμαστε εδώ 

Ο μικρός σκεπτικιστής σιγά-σιγά χάνει την υπομονή του μπροστά σε τόση χαζομάρα: «Κανείς, και εννοώ ποτέ κανείς, δεν ήρθε πίσω μετά τη γέννηση! Ρίξε μια ματιά σε αυτό: η γέννηση είναι απλά το Τέλος της Ζωής. Τελεία και παύλα. Και κάτι ακόμα για σένα και τα τρελά όνειρά σου: Η ζωή είναι μία μεγάλη σκοτούρα μέσα στο σκοτάδι, αυτό είναι!» 

Ο μικρός πιστός δεν το αφήνει έτσι: «Το παραδέχομαι ότι δεν γνωρίζω πώς ακριβώς είναι η ζωή μετά τη γέννηση. Αλλά σε κάθε περίπτωση εμείς θα δούμε τελικά τη μητέρα μας και αυτή θα μας φροντίσει.» 

Ο σκεπτικιστής γούρλωσε τα μάτια του: «Μητέρα! Πιστεύεις στη μητέρα; Είναι γελοίο! Με συγχωρείς, αλλά πού είναι αυτή; Θα ήθελα να σε ρωτήσω». 

Ο μικρός πιστός κάνει μια χειρονομία με το χέρι: «Αυτή είναι εδώ! Παντού γύρω μας. Ζούμε μέσα σ’ αυτήν, καθώς και μέσω αυτής. Χωρίς αυτήν εμείς δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρχουμε!» 

Ο μικρός σκεπτικιστής δεν είναι δυνατόν τώρα να συγκρατηθεί: «Αυτό φτάνει πραγματικά το αποκορύφωμα της ανοησίας. Και για κανένα λόγο δεν μπορώ να δω πουθενά τη μητέρα σου. Ούτε ένα κομμάτι της -είναι αρκετά προφανές- διότι απλά, δεν υπάρχει!» 

Το μικρό που πιστεύει, κουνάει το κεφάλι του και κλείνει τα μάτια: «Μερικές φορές, όταν είμαστε πολύ ήσυχα, την ακούω να τραγουδά. Ή να χαϊδεύει τον κόσμο μας. Νιώθω και έχω την αίσθηση και πιστεύω σταθερά ότι η γέννηση είναι ένα μεγάλο νέο ξεκίνημα!»


Υ/γ. Πόσο εύστοχο είναι το κείμενο για τους σκεπτικιστές αυτής της ζωής και για τους αρνητές της μετά θάνατον ζωής και της ύπαρξης του Θεού «που δεν μπορούν να Τον δουν πουθενά»...

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Η προσερχόμενοι αναξίως στη Θεία Κοινωνία


Για κάποιον Άγιο Επίσκοπο, λέγουν ακόμη οι Πατέρες, πως όταν έβγαινε να κοινωνήσει τον λαό, έβλεπε να πηγαίνουν οι χριστιανοί, άλλοι με κατάμαυρο πρόσωπο, άλλοι μ’ εξογκωμένα κι ερεθισμένα μάτια, που μόλις έπαιρναν τα Άχραντα Μυστήρια, εκαίγοντο. Άλλοι πάλιν πήγαιναν με ολόλευκα φορέματα και φωτισμένη όψη. Το Άγιο Σώμα του Κυρίου, που έπαιρναν με πολλή προσοχή κι ευλάβεια, τους λάμπρυνε περισσότερο. 

Ο Επίσκοπος παρακάλεσε τον Θεό να του αποκαλύψει το μυστήριο που έβλεπε μπροστά του. Άγγελος Κυρίου του εξήγησε πως όσοι πήγαιναν να κοινωνήσουν με λαμπρό πρόσωπο και λευκή στολή, ζούσαν μ’ αγνότητα και σωφροσύνη, ήσαν δίκαιοι, συμπαθείς στους άλλους και φιλεύσπλαχνοι. Πλησίαζαν τα Άγια Μυστήρια με καθαρή συνείδηση και η Θεία Χάρις τους επεσκίαζε. Εκείνοι που φαίνονταν κατάμαυροι, ήσαν βυθισμένοι στη λάσπη των σαρκικών επιθυμιών. Όσοι είχαν ερεθισμένα και εξογκωμένα μάτια, ήσαν πονηροί και άδικοι, φθονεροί και άπληστοι. Αυτοί, όχι μόνον δεν ωφελούντο από τη θεία Κοινωνία, μα καταδικάζονταν, γιατί τολμούσαν να πλησιάσουν με βεβαρημένη συνείδηση, χωρίς μετάνοια και προετοιμασία. 

Από τότε ο καλός Ποιμενάρχης κήρυξε μετάνοια και διόρθωση ζωής στο ποίμνιο που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος κι εμπόδιζε τους αναξίους από τη θεία Κοινωνία.


Υ/γ. Μὴ φλέξῃς με τῇ μετουσίᾳ, Κύριε !!!

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

Ο βιολιστής του δρόμου



Μιά πρωτότυπη ἔρευνα τῆς ἐφημερίδας «Washington Post», πού ἦταν ταυτόχρονα κι ἕνα κοινωνιολογικό πείραμα γιά τήν αἴσθηση τοῦ ὡραίου, τήν ἀντίληψη τοῦ σημαντικοῦ σέ οὐδέτερο χῶρο καί χρόνο καί τίς προτεραιότητες τῶν ἀνθρώπων, ἔγινε στίς 12 Ἰανουαρίου τοῦ 2007 στό Μετρό τῆς Οὐάσιγκτων.

Ἦταν γύρω στίς 8 τό πρωί τῆς 12ης Ἰανουαρίου τοῦ 2007, ὥρα αἰχμῆς γιά τόν ἐργαζόμενο κόσμο, ὅταν ἕνας νεαρός ντυμένος μέ ἕνα παντελόνι παραλλαγῆς, ἕνα μπλουζάκι μακό κι ἕνα κασκέτο στάθηκε δίπλα σέ ἕναν κάδο ἀπορριμμάτων μιᾶς πολυσύχναστης ἀποβάθρας. Στά χέρια του κρατοῦσε ἕνα βιολί. Λίγα λεπτά μετά τήν ἐμφάνισή του ὁ «ἄγνωστος» μουσικός ἄρχισε νά παίζει διάφορα μουσικά κομμάτια τοῦ Μπάχ γιά περίπου μία ὥρα.

Ὁ κόσμος περνοῦσε σκεπτικός καί βιαστικός γιά τή δουλειά του, ὅπως κάθε πρωί, ὅταν μετά ἀπό 3 λεπτά ἕνας μεσήλικας πρόσεξε ὅτι κάποιος ἔπαιζε μουσική. Κοντοστάθηκε γιά λίγα δευτερόλεπτα ρίχνοντας φευγαλέες, μᾶλλον ἀδιάφορες, ματιές καί συνέχισε βιαστικός τό δρόμο του.

Στά ἑπόμενα 4 λεπτά μιά καλοντυμένη κυρία χωρίς νά σταματήσει, ρίχνει συμπονετικά στό κουτί του ἕνα δολλάριο.

Στά 6 λεπτά ἕνας νεαρός διαβάτης στέκεται λίγο γιά νά ἀκούσει τόν ὀργανοπαίχτη τοῦ δρόμου, ρίχνει μιά γρήγορη ματιά στό ρολόι του καί προσπερνᾶ.

10 λεπτά ἀργότερα ἕνα τρίχρονο ἀγοράκι σταμάτησε ἀπορημένο νά τόν κοιτάξει. Ἡ μητέρα του τό τράβηξε βιαστικά ἀπό τό χέρι γιά νά συνεχίσει τό περπάτημα, ἀλλά ὁ μικρός ἀνενόχλητος ἀπό τή βίαιη κίνηση ἐξακολούθησε νά γυρίζει πίσω τό κεφαλάκι του ἀπολαμβάνοντας ἦχο καί θέαμα. Ἡ ἴδια ἀντίδραση παρατηρήθηκε σέ ὅσα παιδιά πέρασαν ἐκεῖνο τό πρωί ἀπό τό σταθμό καί συνάντησαν τό βιολιτζή. Ἐκεῖνα κοιτοῦσαν κι οἱ γονεῖς τους τά τράβαγαν.

Μετά ἀπό 45 λεπτά ὁ νεαρός μουσικός συνέχιζε νά παίζει, ἄν καί μόνο 6 ἄνθρωποι εἶχαν σταματήσει γιά λίγο, ἐνῶ 20 ἄτομα τοῦ ἄφησαν συνολικά 32 δολλάρια, δίχως νά σταματήσουν τό περπάτημά τους. Μόνο ἕνα ἄτομο τόν ἀναγνώρισε!

Μετά ἀπό μία ὥρα, κι ἐνῶ εἶχαν περάσει ἀπό μπροστά του πάνω ἀπό 1100 ἄτομα, σταμάτησε νά παίζει, ἀλλά δέν τό παρατήρησε κανείς. Ὁ βιολιστής δέν ἀναγνωρίστηκε, οὔτε χειροκροτήθηκε. Μόνο σιγή ἁπλώθηκε παντοῦ!

Κι ὅμως ἦταν ἕνας ἀπό τούς καλύτερους βιολιστές στόν κόσμο. πολυβραβευμένος καί ἀκριβοπληρωμένος ἀμερικανός Τζόσουα Μπέλ ἔχει μία λαμπρή σταδιοδρομία καί ἐκεῖνο τό πρωινό στό σταθμό τοῦ Μετρό ἔπαιξε τά πιό δύσκολα κομμάτια μέ ἕνα πολύτιμο Στραντιβάριους [1] κατασκευασμένο τό 1713, ἀξίας 3,5 ἑκατομμυρίων δολλαρίων! Καί νά σκεφτεῖ κανείς πώς δέν εἶχε περάσει οὔτε μία ἑβδομάδα ἀπό τότε πού ὁ Μπέλ εἶχε γεμίσει ἀσφυκτικά τήν αἴθουσα τῆς περίφημης Συμφωνικῆς Ὀρχήστρας τῆς Βοστώνης, μέ τά «λογικά» εἰσιτήρια νά κυμαίνονται γύρω στά 100 δολλάρια!

Ἡ πρωτότυπη αὐτή ἔρευνα τῆς ἐφημερίδας μέ τόν τίτλο «Μαργαριτάρια πρίν ἀπό τό πρωϊνό», («Pearls before breakfast»), χάρισε στό συντάκτη της ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα δημοσιογραφικά βραβεῖα παγκοσμίως (Πούλιτζερ 2008). Ἴσως γιατί ἀκόμη σπουδαιότεροι θεωρήθηκαν οἱ προβληματισμοί ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ἔρευνας.

[...] Κάποιοι ἀπ’ αὐτούς ἀξίζει νά γίνουν καί δικοί μας. Γιατί μπορεῖ βέβαια νά μή μᾶς συμβεῖ κάτι παρόμοιο καί γιά ἄλλους λόγους νά μή σταθοῦμε στό δρόμο γιά νά ἀκούσουμε ἕνα σπουδαῖο μουσικό νά ἐκτελεῖ κάποια ἀπό τά ὀμορφότερα κομμάτια, μέ ἕνα ἀπό τά ὡραιότερα μουσικά ὄργανα, ἀλλά:

— Πόσα ἄλλα καθημερινά, ἁπλά καί ὄμορφα πράγματα, δῶρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, τά συνηθίζουμε, δέν τά ἀντιλαμβανόμαστε καί τά προσπερνοῦμε ἀδιάφορα καί ἀγνώμονα;


— Πόσα χρήσιμα, ὠφέλιμα καί οὐσιαστικά γιά τήν πορεία τῆς ζωῆς μας ἀκοῦμε, ἀλλά δέ μᾶς ἀγγίζουν;


— Πόσο λίγο προσπαθοῦμε νά ξεφύγουμε ἀπό τήν πεζή καθημερινότητά μας, ὅταν ἀδιάφοροι καί κουρασμένοι ἀφήνουμε μάταια τούς ἄλλους νά περιμένουν ἔστω καί κάτι μικρό ἀπ’ τήν ἀγάπη μας; Εἶναι ἡ ὥρα τῆς προσωπικῆς μας ἔρευνας καί τῶν οὐσιαστικῶν ἀπαντήσεων... Ἄς μήν τήν προσπεράσουμε ἀδιάφορα...!

[1] Στραντιβάριους: Τά πιό φημισμένα καί πολύτιμα, γιά τήν τελειότητα τοῦ ἤχου τους, βιολιά, πού κατασκευάστηκαν ἀπό τόν Ἀντώνιο Στραντιβάριους (μέσα 17ου αἰ. καί πρῶτες δεκαετίες 18ου αἰ.).


Φ.


Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Τον Χριστό θέλω ν' αγαπάς!


Σε μία επίσκεψή μου στον Γέροντα Παϊσιο, ο Γέροντας καθόταν στο υπαίθριο αρχονταρίκι του, στο Ιερόν Κελλίον Παναγούδα, κι έπλεκε σιωπηλός κομποσχοίνι.  Εμείς  ολοτρίγυρα αρκετοί θα έλεγα προσκυνητές καθισμένοι στους κομμένους κορμούς των δένδρων, παρακολουθούσαμε σιωπηλοί.  Για μια στιγμή ο γέροντας έσπασε τη σιωπή του αστειευόμενος με δυό παιδιά δέκα με δώδεκα χρονών.

- Εσένα πώς σε λένε ; ρώτησε ο Γέροντας.

- Γιώργο απαντά ο μικρός.


- Πω, πω και ήθελα έναν υποτακτικό να τον λένε Γιώργο του απάντησε ο Γέροντας αστειευόμενος, κι ύστερα τον πλησίασε συνεχίζοντας...


Μα εγώ δε τον θέλω έτσι, τον θέλω να έχει βγάλει πανεπιστήμια, να ξέρει ξένες γλώσσες.


Στο τέλος φεύγοντας ο μικρός με τον πατέρα του, πήγε να πάρει την ευχή του.  Ο γέροντας, του έδωσε το κομποσχοίνι που έπλεκε, τον έβαλε στην αγκαλιά του και του είπε: 


«Έλα μωρέ, εγώ τον Χριστό θέλω ν' αγαπάς» καταδεικνύοντας τόσο απλά ο Γέροντας, την ορθόδοξη ομορφιά της ελεύθερης επιλογής οδού προς σωτηρίαν.


Υ/γ. ...pectus meum vivum es!

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Ταξίδι είναι μόνο η προσευχή...

Ο Προσκυνητής 


Τα βουνά περνάω
και τις θάλασσες περνώ
Κάποιον αγαπάω
Δυο ευχές κρατάω
και δυο τάματα κρατώ
Περπατώ και πάω

Κάποιος είπε πως η αγάπη
σ' ένα αστέρι κατοικεί
αύριο βράδυ θα 'μαι εκεί
Κάποιος είπε πως ο έρωτας
για μια στιγμή κρατά
αύριο βράδυ θα 'ναι αργά

Στα πουλιά μιλάω
και στα δέντρα τραγουδώ
Κάποιον αγαπάω
Κι όταν τραγουδάω
προσευχές παραμιλώ
περπατώ και πάω

Κάποιος είπε πως ο δρόμος
είναι η φλέβα της φωτιάς
ψυχή μου πάντα να κυλάς
Κάποιος είπε πως ταξίδι
είναι μόνο η προσευχή
καρδιά μου να 'σαι ζωντανή


Κάποιος είπε πως η αγάπη
σ' ένα αστέρι κατοικεί
αύριο βράδυ θα 'μαι εκεί
Κάποιος είπε πως ο έρωτας
για μια στιγμή κρατά
αύριο βράδυ θα 'ναι αργά

Δίσκος, Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή
Στίχοι: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Μουσική: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Πρώτη εκτέλεση: Αλκίνοος Ιωαννίδης


Αφορμή για αυτό το τραγούδι είναι ένα βιβλίο θρησκευτικού περιεχομένου, που λέγεται «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού».  Πρόκειται για το ημερολόγιο ενός Ρώσου προσκυνητή του 18ου αιώνα, ο οποίος αφού έχασε τη γυναίκα του έφυγε απ' το σπίτι για να κάνει ένα προσκύνημα κάπου σχετικά κοντά. Τελικά, αφού το έκανε δεν γύρισε πίσω, αλλά  συνέχισε για ένα άλλο προσκύνημα κάπου αλλού και με αυτόν τον τρόπο διένυσε τεράστιες αποστάσεις σε μια εποχή δύσκολη, διέσχισε τη Ρωσία, έφτασε μέχρι την Ελλάδα, πήγε στο Άγιον Όρος.

Στο βιβλίο αυτό καταγράφεται η πορεία του αυτή και ταυτόχρονα η προσπάθειά του να εμβαθύνει στη γνώση και την εφαρμογή του ρητού του Αποστόλου Παύλου που λέγει «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ο προσκυνητής κατορθώνει τελικά από έναν μοναχό και με τη βοήθεια του βιβλίου «Φιλοκαλία των νηπτικών πατέρων», να μάθει, να εμβαθύνει και να εφαρμόσει την αδιάλειπτη νοερά προσευχή, την προσευχή της καρδιάς η οποία συνοψίζεται στις λέξεις «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Εκεί στο Άγιον Όρος ξέχασε το ημερολόγιό του φεύγοντας για τους Άγιους Τόπους. Το ημερολόγιο κρατήθηκε και βρέθηκε πολλά χρόνια μετά, μεταφράστηκε στα ελληνικά και εκδόθηκε σε βιβλίο. Αυτή η πορεία της ανθρωπότητας, αυτό το μαγικό βήμα που κάνεις για να φύγεις ή για να γυρίσεις του έδωσε την ιδέα αυτού του τραγουδιού.


 Υ/γ. Navigatio solum precatio est...

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Εξυπνάδα... πνευματικού τύπου!


Έβαλε ο π. Πορφύριος μια κοπέλα που αγαπούσε κάποιον και δεν ήξερε αν αυτός την ήθελε, λέει: «Πάτερ, θέλω να τον παντρευτώ.» Και της είπε: «Θα κάνεις προσευχή κι εσύ και θα κάνω κι εγώ την τάδε ώρα. Θα κάνουμε και οι δυο προσευχή γι' αυτόν. Και άμα θέλει ο Θεός, θα τον φωτίσει.» (Για να δείτε που είναι πρακτικό.Δεν είναι θεωρία). 

Και έκανε πολύ προσευχή και αυτή και ο π. Πορφύριος. Και αυτός ο άνθρωπος, αυτός ο άντρας εκείνη την ώρα κάτι ένιωθε στην καρδιά του. Ένιωθε μια θερμότητα, ένα κύμα αγάπης, μια χαρά, κάτι, κάτι... Και πάει στον π. Πορφύριο (γιατί και αυτός τον ήξερε) και του λέει: «Πάτερ, κάτι γίνεται τον τελευταίο καιρό. Την τάδε ώρα κάθε μέρα, κάτι γίνεται και με πιάνει κάτι στην καρδιά μου.»
Του λέει:
-Τι σε πιάνει;
-Ένα μούδιασμα, μια θερμότητα, μια γλυκύτητα. Κάτι γίνεται. Και θέλω να σας πω και κάτι άλλο πάτερ. Τώρα που ήρθα, έξω από εδώ που ήρθα να εξομολογηθώ, είδα μια κοπέλα που κάθεται. Αυτή η κοπέλα πάτερ είναι ελεύθερη; Μου 'κανε πολύ καλή εντύπωση.- Θα δούμε, λέει ο π. Πορφύριος. Θα τη γνωρίσεις και θα δεις.
 
Και τελικά, όπως καταλαβαίνετε, παντρευτήκανε. Πώς τα καταφέρανε αυτά; Δεν του μίλησε ούτε έβαλε τη λογική της ούτε την εξυπνάδα της... Δηλαδή εξυπνάδα έβαλε, αλλά εξυπνάδα πνευματικού τύπου. Δεν κινήθηκε ανθρώπινα. Δεν κινήθηκε με την μαεστρία την εγκόσμια, αλλά διά της προσευχής. Πρακτικά πράγματα ε; Έγινε μια ωραία οικογένεια με την προσευχή του π. Πορφυρίου και της κοπέλας που πήγε να εξομολογηθεί στον π. Πορφύριο.

Κάνει θαύματα η προσευχή!
Πηγή: Απόσπασμα από ομιλία του π. Ανδρέα Κονάνου
Αποδελτίωση: Αόρατη γωνιά (9/1/2011)
Υ/γ. Θε μου...!

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Διδάγματα από τη συναναστροφή με τα μωρά


Διαπιστώσεις νέου πατέρα:

1. Όπως είναι τα μωρά, έτσι πρέπει να (ξανα)γίνουμε στην καρδιά. Καθαροί, διάφανοι, άδολοι, φυσικοί, αυθόρμητοι.

2. Όπως αντικρίζουμε και αισθανόμαστε όταν κρατάμε ένα μωρό, με τον ίδιο τρόπο αξίζει να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας να βλέπει και ν’ αντιμετωπίζει κάθε συνάνθρωπό μας.

3. Η «σχέση» και η «συμπεριφορά» του Θεού προς εμάς ίσως να μοιάζει λίγο με το πώς βλέπουμε και συμπεριφερόμαστε εμείς στα μωρά μας.

Πηγή: Περί γάμου μαρτυρίες (και όχι μόνο) (8/5/2010)


Υ/γ. Σ' ένα μωρό που γεμίζει τις ζωές μας χαρά! 

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Ο Θεός μας αγαπάει.. πολύ

 
 
ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ, ΣΤΟ ΨΙΛΟΒΡΟΧΟ
 
Απόγευμα. Βροχερό απόγευμα. Στην παραλία έριχνε αυτό το ψιλόβροχο που δε σ'αφήνει να το ξεχάσεις, αλλά ταυτόχρονα σου λέει «μη με φοβάσαι, περαστικό είμαι». Έτσι, συνέχισα να περπατώ. Γεμάτος αγωνίες, σκέψεις αρνητικές. Οι δυσκολίες, σαν βαριά πέτρα, είχαν θρονιαστεί στην καρδιά μου και δε μπορούσα με τίποτα να τις διώξω. Μια παράξενη αίσθηση αδιαθεσίας...
 
Κοίταξα τη θάλασσα. Ακίνητη σα λάδι υποδεχόταν το λεπτό ψιλόβροχο. Σταμάτησα, πήρα μια βαθιά ανάσα και αποφάσισα να συνεχίσω. Μα μου φαινόταν τόσο δύσκολο ακόμα και το να περπατώ. Κάθε βήμα μού θύμιζε και ένα απ'τα προβλήματά μου. Κάθε ανάσα και μια δυσκολία. «Μα, γιατί Θεέ μου; Γιατί σε μένα όλ' αυτά; Κάνε κάτι, Κύριε, βοήθησέ με. Δεν θ' αντέξω για πολύ»... Έσφιξα τις γροθιές μου μέσα στις τσέπες και προχώρησα. 
 
Λίγα μέτρα πιο κάτω, στην άκρη του πάρκου διαδραματίστηκε μια σκηνή που δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ μου. Ένα παλικάρι, γύρω στα 28-30 χρόνων σε αναπηρικό καροτσάκι και η κοπέλα του από πίσω να σέρνει το καροτσάκι. Της είπε χαμογελαστά κάτι κι εκείνη, αμέσως ήρθε μπροστά του, τον έπιασε απ' τα μπράτσα και με λίγη δυσκολία τον σήκωσε όρθιο. Απέμειναν έτσι αγκαλιασμένοι να κοιτάζουν προς τη θάλασσα. Γεμάτοι στοργή, αγάπη. Γεμάτοι ευτυχία.
 
Οι ματιές τους σε κάποια στιγμή συναντήθηκαν με τη δικιά μου. Ο χρόνος σα να σταμάτησε. Εκείνες οι ματιές για πάντα χαραγμένες στην καρδιά μου θα μείνουν... Το βλέμμα τους απέπνεε μια δυναμικότητα, μια ζωντάνια. Το χαμόγελό τους μοναδικό. Μοναδικοί άνθρωποι... Ζούσαν την υπέροχη στιγμή και κανείς και τίποτα δεν ήταν ικανό να τους τη χαλάσει...
 
«Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου» ψιθύρισε η καρδιά μου. «Δεν άργησες να μου απαντήσεις»... 

Τόσα πολλά συναισθήματα σε μια μονάχα στιγμή. Τόσες έννοιες μου που εξανεμίστηκαν από δυο ζευγάρια υπέροχα μάτια. Που μου έδωσαν κουράγιο. Που με έμαθαν πως τα δικά μου προβλήματα δεν είναι τα πιο μεγάλα ή τα μοναδικά. Αυτά τα μάτια, μου έδειξαν την αγάπη στην πράξη. Και μετά; Μετά, μια απαλή διαύγεια στην καρδιά. Μια γαλήνη...
 
Τελικά, ο Θεός μας αγαπάει... Πολύ...
 
 
Υ/γ. Κάποτε, όμως, αργείς ν' απαντήσεις, Θε μου! Πολύ, πάρα πολύ. Και η σιωπή Σου σμίγεται με το δικό μας παράπονο και μοιάζει βουνό. Αργείς ή σε καθυστερούμε εμείς... Μα πώς μπορούμε ν' αμφισβητήσουμε την Αγάπη Σου όταν κοιτάξουμε τον σταυρό και τη θυσία Σου;

Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

Να παρακαλούμε να φωτίζει ο Θεός



Να παρακαλούμε να φωτίζει ο Θεός ανθρώπους όχι μόνο στην Εκκλησία, αλλά και αυτούς που κυβερνούν, να έχουν φόβο Θεού, για να μπορέσουν κάτι να πουν. Λίγο, μια φωτισμένη κουβέντα αν πουν, τακ, αλλάζουν μια κατάσταση. Αν πουν μια ανοησία, μπορεί ολόκληρο κράτος να το τσαλακώσουν. Μια άσχημη απόφαση είναι καταστροφή. Δεν είναι μόνον η υλική δυστυχία, που πεινούν, που δυστυχούν οι άνθρωποι, η πνευματική δυστυχία είναι πιο μεγάλη.

Η προσευχή πολύ θα βοηθήσει να τους φωτίσει λιγάκι ο Χριστός. Παίρνει το κατσαβιδάκι ο Χριστός, λίγο ένα στρίψιμο, μια βόλτα πίσω… εντάξει, όλα τακτοποιούνται. Σιγά-σιγά, όταν ο Θεός φωτίζει μερικούς ανθρώπους, τότε το κακό εξευτελίζεται μόνο του. Γιατί το κακό μόνο του καταστρέφεται, δεν το καταστρέφει ο Θεός. Τελικά τα πράγματα θα έρθουν στην θέση τους!!

γέροντας Παΐσιος

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Ο θαυμαστός βίος του Αγίου Τύχωνος



Ο Άγιος Τύχων καταγόταν από την αρχαία Αμαθούντα της Κύπρου, τη σύγχρονη αγιώνυμη κοινότητα του Αγίου Τύχωνα της Λεμεσού. Έζησε περί τα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. Γόνος ευσεβών γονέων, αφιερώθηκε στον Θεό και αφού διαμοίρασε την περουσία τους στους φτωχούς, διαδέχθηκε στον θρόνο της Αμαθούντος τον Άγιο Μνημόνιο.

Το όνομά του ταυτίστηκε με τη μεταστροφή της πλειονότητας της επισκοπικής περιφέρειάς του στον Χριστιανισμό και τον μαρασμό της ειδωλολατρικής λατρείας της Αφροδίτης που ήκμαζε από την αρχαιότητα στην περιοχή. Ο βιογράφος του, ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, αναφέρει μια μέρα κρήμνισε τα αρχαία είδωλα και εκδίωξε από τον ναό της Αφροδίτης την ιέρειά της, η οποία αργότερα κατηχήθηκε και ασπάσθηκε την πίστη του Χριστού, λαμβάνοντας το όνομα Ευανθία. 

Η παρουσία του Αγίου προκάλεσε τον φθόνο σε κάποιους που ενέμεναν στην πατρώα θρησκεία, οι οποίοι τον συκοφάντησαν στον ηγεμόνα της περιοχής, αποδίδοντάς του μάλιστα και φοβερά αισχρές πράξεις. Ο Άγιος Τύχων ομολόγησε την ιεραποστολική του δράση, την οποία διαβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει παρά τις συκοφαντίες, τους χλευασμούς και τις διώξεις. Κατήγγειλε την απάτη των ειδώλων και κήρυξε για τον αληθινό Θεό που θυσιάστηκε υπέρ της σωτηρίας των ανθρώπων, αρνούμενος παράλληλα και τις ανόσιες πράξεις που του καταλογίζονταν. Ο ηγεμώνας άκουσε με προσοχή τον Άγιο και αφού πείστηκε για την αθωότητά του τον ονόμασε «ευεργέτη και φωτιστή των ψυχών» και τον άφησε ελεύθερο.

Στον βίο του Αγίου καταγράφονται πλήθος θαυμάτων, ήδη από την παιδική του ηλικία. Διασώζει ότι ο πατέρας του που ήταν αρτοποιός ανέθετε στον μικρό Τύχωνα να πωλεί τα ψωμιά. «Αυτός όμως αποταμίευε την αξία των άρτων εις τα στομάχια των φτωχών.» Όταν το έμαθε αυτό ο πατέρας του, οργίστηκε πολύ και απελπίστηκε. Όμως ο Άγιος Τύχων τον διαβεβαίωσε ότι δάνεισε στον Θεό τους άρτους και ότι ως αντάλλαγμα θα λάβει εκατονταπλάσιο μισθό! Πράγματι η «συμφωνία» επιβεβαιώθηκε όταν ο πατέρας του βρήκε τη σιταποθήκη θαυματουργικώς πλήρη με σιτάρι, περισσότερο μάλιστα από αυτό που περιείχε αρχικά.

Στα εν ζωή θαύματά του αναφέρονται ακόμη η πρόρρηση του θανάτου του και η θαυματουργική αναζωογόνηση της ξηρής αμπέλου. Ο βίος μαρτυρεί ότι από την κοίμησή του μέχρι τουλάχιστον και τις μέρες του ίδιου του βιογράφου (6ος-7ος αι. μ.Χ.) τελείτο η θαυμαστή πρώιμη ωρίμανση των σταφυλιών την ημέρα της πανήγυρης του Αγίου, τα οποία, πριν προσφερθούν στους πιστούς, τέθονταν και αγιάζονταν επί της Αγίας Τράπεζας κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας. 

Μαρτυρούνται ακόμη πλήθος θεραπειών που με τη χάρη του Θεού επιτέλεσε ο Άγιος. Μια τέτοια θεραπεία αναφέρει το ακόλουθο συγκλονιστικό περιστατικό:

Υπήρχε κάποιο παιδάκι που ήταν εκ γενετής κουφάλαλο και είχε γίνει κατοικία πονηρού δαίμονα. Οι γονείς του έκαναν για πολύ καιρό υπομονή και επειδή δεν μπορούσαν να υποφέρουν άλλο την πονηρία του δαίμονος, κατέφυγαν στον Άγιο Τύχωνα.


Ο πατέρας και η μητέρα έρχονται στον ένδοξο ναό του και το τοποθετούν κοντά στα λείψανα του Δικαίου, ζητώντας τη βοήθειά του και τη λύτρωση από την τριπλή αυτή συμφορά που υπέφερε· οι ίδιοι βέβαια νήστευαν, εκοιμώντο στο χώμα, έκλαιγαν, έκαμναν εκτεταμένες ικεσίες και με κάθε τρόπο παρακαλούσαν τον Άγιο να επιτύχουν τη μέγιστη βοήθειά του, γιατί δεν ημπορούσαν να υποφέρουν πλέον τη θλίψη της πάρα πολύ μεγάλης συμφοράς τους. Επειδή όμως πολύ χρόνο έμεναν εκεί κάνοντας αυτά και το παιδί τους δεν είδε την παραμικρή ωφέλεια, ούτε βέβαια οι ίδιοι έλαβαν κάποια παρηγοριά για τη δυσκολία που είχαν (δεν δέχθηκαν ούτε όνειρο, ούτε όραμα, ούτε κάποιο σημείο ότι θα ελευθερωθούν από τα κακά) έπαθαν κάτι το ανθρώπινο. Αυτό ήταν η ασθένεια της μικροψυχίας, η οποία καθώς αυξάνει, καταλήγει συνήθως στη διαβολική απόγνωση. Μάρτυς αυτού του πάθους ο Ιούδας και η θηλιά που είναι γέννημα της απελπισίας, δημιούργημα της διαβολικής απογνώσεως και τιμωρός της προδοσίας του διδασκάλου Χριστού. Έτσι όσοι έφθασαν, όμοια με τον Ιούδα, σε υπερβολική θλίψη, εδοκίμασαν την απόγνωση που γεννάται από αυτήν.


Κινούμενοι λοιπόν από το πάθος αυτό, ο πατέρας του παιδιού συζητά με τη μητέρα του, σπέρνοντας στην ψυχή της την απόγνωση, και προσπαθεί να την πείσει να αναχωρήσουν μαζί για το σπίτι τους. Μέχρι πότε, έλεγε, γυναίκα, θα καθόμαστε εδώ άσκοπα χάνοντας τον καιρό μας και χωρίς να ωφελούμεθα καθόλου από τη μακρά μας παραμονή εδώ, απεναντίας μάλιστα ζημιωνόμαστε πάρα πολύ; Γιατί και το σπίτι μας όλο χάθηκε και η περιουσία μας εξαφανίστηκε και όλα τα υπάρχοντά μας καταστράφηκαν, γιατί εφθάρησαν και φθείρονται συνέχεια από τη μακρόχρονη απουσία μας. Έλα λοιπόν και άκουσέ με που σε συμβουλεύω και πριν ανατείλει ο ήλιος (ήταν βράδυ όταν έλεγε αυτά τα λόγια στη σύζυγό του), αφού ευχαριστήσουμε τον Θεό που με τη δίκαιη κρίση του οικονόμησε έτσι τις δικές μας υποθέσεις, και μαζί με τον Ιώβ τον μεγάλο ομολογήσουμε «όπως εφάνη καλό εις τον Κύριο, έτσι κι έγινε· ας είναι ευλογημένο το όνομα του Κυρίου εις τους αιώνας», να φύγουμε στο σπίτι μας, αποδίδοντας το αθεράπευτο του παιδιού και τη σκληρότητα του Αγίου προς αυτό, στις πολλές μας αμαρτίες.


Με αυτά τα λόγια έπεισε τη σύζυγό του και την ώρα που όρισαν πήραν τα παλαιά ρούχα τους και τα παλαιά ψαθιά που έστρωναν για τους εαυτούς τους, και με τα οποία σκεπάζονταν όταν κοιμώνταν, και δακρυσμένοι και λυπημένοι έφευγαν από τον ναό, με τρόπο που δεν πίστευαν ότι θα επιστρέψουν πίσω όταν έρχονταν σ' αυτόν.


Βλέποντας όμως ο συμπαθής και πλήρης οικτιρμών Τύχων να αναχωρούν τόσο σκυθρωποί, τους λυπήθηκε και δέχθηκε τον στεναγμό και το δάκρυ εκείνης μόνον της ώρας με περισσότερη ευμένεια από όλες τις προσευχές και τις παρακλήσεις τόσο πολλού χρόνου. Γι' αυτό, αφού τους συμπόνεσε, παρουσιάστηκε αμέσως, ενώ ήταν ξύπνιοι, και τους συνάντησε την ώρα που πήγαιναν προς την έξοδο του ναού, εμφανιζόμενος με τη μορφή και το σχήμα κάποιου από τους λειτουργούς του. Έτσι ο Άγιος εμφανίσθηκε πρόσωπο με πρόσωπο ενώπιόν τους και προσπάθησε να εμποδίσει την έξοδό τους.


Ο πατέρας του άρρωστου παιδιού τότε, μέσα στη στενοχώρια της ψυχής του, απαντά προς αυτόν. Με ποια ελπίδα, άνθρωπε, να πεισθούμε στις προτροπές σου και να μείνωμε; Τι μπορούμε να περιμένουμε ύστερα από τόσο καιρό που εδώ καθισμένοι μάταια πραγματικά εξοδέψαμε παθαίνοντας και οι ίδιοι πολύ μεγάλες ζημιές αλλά και χωρίς να μπορέσουμε να προσφέρουμε καμία εντελώς ωφέλεια στο άρρωστό μας παιδί, ώστε αποκτώντας έστω και κάποια μικρή ελπίδα από αυτό, να περιμένουμε και την ολοκληρωτική του θεραπεία; Γνωρίσαμε μόλις τώρα τα πολλά αμαρτήματά μας εξ αιτίας των οποίων και ο Θεός μάς αποστρέφεται τόσο πολύ και αυτός ακόμη ο Άγιος Τύχων, που σ' όλους προσφέρει θεραπείες, για μας έγινε σαν πέτρα κατάξερη.


Μόλις άκουσε αυτά με ανεξικακία ο Άγιος (έβλεπε ολοφάνερα τη δυσκολία της ψυχής που έλεγε τέτοια), με παρακλητικά λόγια πάλι τους απαντά· σκεφθήτε, έλεγε, αδελφοί μου, την ωφέλεια της τελείας υπομονής («αυτός που θα κάνει υπομονή μέχρι το τέλος, αυτός, σύμφωνα με την εντολή του Σωτήρος, θα σωθεί»), η οποία βγαίνει από τη θλίψη σε όσους υπομένουν «γνωρίζοντας ότι η θλίψις δημιουργεί υπομονή, η δε υπομονή αρετή, η δε αρετή φέρει την ελπίδα, η δε ελπίδα δεν ντροπιάζει», σύμφωνα με τον μεγάλο Απόστολο. Μη φύγετε εξ αιτίας της ραθυμίας σας, αλλά δείξτε μεγαλοψυχία για να δεχθείτε την πολύ μεγάλη εύνοια Χριστού του Θεού και τη γλυκύτατη επίσκεψη του Τύχωνος. Μην απελπίζεσθε καθόλου. Οπωσδήποτε αν δεν απελπισθείτε θα λάβετε και την ποθητή θεραπεία του παιδιού σας και την απαλλαγή από τη μικροψυχία σας.


Όμως, επειδή, μολονότι είπε αυτά, δεν τους έπεισε να επιστρέψουν και να κάνουν υπομονή, υψώνει τη δεξιά του προς τον ουρανό και με δυνατή φωνή είπε προς αυτούς που τον άκουγαν. Πετάξτε από πάνω σας, αδελφοί μου, την αδάμαστη εναντίωση της ανυπακοής, πετάξτε την και μην επιμένετε συνεχώς να τη μεταχειρίζεσθε άπρεπα. Επειδή η απείθεια προξενεί μεγάλα κακά σ' αυτόν ο οποίος δεν πείθεται στις παραινέσεις του Χριστού. Γι' αυτό θελήστε να πειθαρχήσετε και να επιστρέψετε στη θέση σας. Οπωσδήποτε ο φιλάνθρωπος Χριστός θα σας ευσπλαχνισθεί και τώρα και θα σας ελευθερώσει από τον δάιμονα που σας ταλαιπωρεί. Στον ίδιο τον Χριστό ελπίζω, αδελφοί, και έχω ακλόνητη την πεποίθηση ότι, εάν ακούσετε τη συμβουλή μου, θα φύγετε από εδώ γεμάτοι χαρά και θα φθάσετε σπίτι σας με ευφροσύνη μεγάλη.


Αφού είπε αυτά προς αυτούς ο μακάριος, μόλις τα είπε και τη στιγμή ακριβώς που ολοκλήρωσε τον λόγο του, έγινε άφαντος μπροστά στα μάτια όλων. Προτού δε προχωρήσουν να φύγουν ή να επιστρέψουν στο μέρος που ήταν πριν, το παμπόνηρο εκείνο δαιμόνιο προκάλεσε στο άρρωστο παιδί σπασμούς και το έριψε μπροστά στους γονείς του που στέκονταν, δημιουργώντας σ' αυτό τριγμούς των οδόντων, υποχρεώνοντάς το να βγάζει από το στόμα του αφρούς, να συστρέφει τα μάτια του, να στρεβλώνει τα χείλη του πολύ φοβερά και ανάλογα να λυγίζει όλα τα μέλη του σώματός του. Αυτά δε όλα συνέβαιναν έτσι πιο άγρια και πιο σκληρά απ' ό,τι πριν, ώστε να πιστέψουν τότε οι γονείς ότι το παιδάκι τους πεθαίνει πια αμέσως.


Καθώς δε οι γονείς πάλευαν με αυτούς τους λογισμούς και περίμεναν πλέον τον θάνατο του παιδιού τους, το ακάθαρτο και κωφό και άλαλο πνεύμα, το οποίο ποτέ δεν είχε μιλήσει, μίλησε και έβγαλε φωνή ασυνήθιστη και δυνατή χρησιμοποιώντας το στόμα του παιδιού ως υπηρέτη για να ομολογήσει: Αλί μου, πόση δύναμη έχει ο Τύχων αλίμονο, πόση παρρησία προς τον Θεό έχει αποκτήσει! Αυτή με καταδιώκει με μαστίγιο, μου στερεί με βία την κατοικία μου και με εξορίζει από αυτή την εστία μου.

Αυτά είπε ο μισόκαλος διάβολος και αφού φανερά ομολόγησε τη δύναμη του δικαίου, χωρίς τη θέλησή του, όπως είπε, εκδιώκεται από το παιδί. Αυτός ο λόγος του πονηρού, παρ' όλο που πάντοτε ψεύδεται, βγήκε αληθινός, γιατί βέβαια και αυτόν ακούσια και χωρίς να το θέλει τον είπε. Μόλις λοιπόν έφυγε το δαιμόνιο, έγινε καλά το παιδί και γρήγορα δυνάμωσε και στο σώμα και στην ψυχή και στον νου.

Τότε άκουσε με τα αφτιά του την πρώτη φωνή που δεν είχε ποτέ ξανακούσει, και με το στόμα του άρθρωσε φωνή, την οποία δεν εγνώριζε πριν. Αυτά είδαν οι γονείς και περιήλθαν σε μεγάλη πραγματικά έκσταση. Άναυδοι και έκπληκτοι είχαν παραμείνει για πάρα πολλές ώρες. Αφού όμως συνήλθαν από την απορία και την έκπληξη, δοξολογούσαν με ύμνους πρώτα τον Θεό των όλων και ποιητή πάντων των θαυμασίων. Μετά στεφάνωσαν με προσευχές και αίνους τον θεράποντα του Θεού Τύχωνα, γιατί τον θεωρούσαν μετά τον Θεό ιατρό του παιδιού τους. Αφού σχεδόν σε όλη την πόλη και σε όλα τα περίχωρά της έκαναν γνωστές τις ευεργεσίες του Αγίου προς αυτούς, και φανερά και καθαρά ομολόγησαν το θαύμα, σκιρτώντας από χαρά και έχοντας βαθιά αγαλλίαση στην καρδιά τους, επέστρεψαν στο σπίτι τους, όπως ακριβώς και ο Άγιος Τύχων τους το είχε προαναγγείλει. 


Πηγή: Βίος και πολιτεία του εν αγίοις πατρός ημών Τύχωνος Επισκόπου Αμαθούντος της Κύπρου, του θαυματουργού, συγγραφείς παρά του εν αγίοις πατρός ημών Ιωάννου του ελεήμονος Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, έκδ. Ι. Μητρ. Λεμεσού, Λεμεσός: 2003, σ. 88-94.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας ἔτυχες, ἱερατείας, νεύσι κρείττονι, ἐκλελεγμένος, ὡς θεράπων τῆς Τριάδος ἐπάξιος· σὺ γὰρ τῶν ἔργων ἐκλάμπων ταῖς χάρισι, τὴν Ἐκκλησίαν ἐστήριξας θαύμασι. Τύχων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκετευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

Χωρίς σταυρό δεν έχει παράδεισο


ΠΕΡΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΘΛΙΨΕΩΝ

Η ασθένεια, η θλίψη και ο πόνος οδηγούν τον καλοπροαίρετο άνθρωπο στην ολόθερμη και θεάρεστη προσευχή, η οποία φέρνει μεγάλα καλά στην ψυχή, όπως την πνευματική ευφορία, την παρηγοριά στη θλίψη, την ανακούφιση στον πόνο και κρατά τον άνθρωπο σταθερό στον δρόμο της σωτηρίας.

Μην αφήνετε τη θλίψη να κυριαρχεί στη ζωή σας. Έχουμε παντοδύναμο Πατέρα και αυτό να σας δίνει μεγάλη ελπίδα. Να κάνετε μόνο θετικούς και άγιους λογισμούς.

Η θλίψη σου είναι αποτέλεσμα του εγωισμού σου. Θέλεις να κάνεις πολλά, αλλά δεν μπορείς. Θέλεις να ανεβείς πνευματικά, αλλά, επειδή δεν μπορείς απελπίζεσαι. Λάθος. Δεν είναι δική μας προσπάθεια που θα μας βοηθήσει ν' ανεβούμε πνευματικά, αλλά ο Θεός θα το επιτρέψει την κατάλληλη ώρα. Εκείνος είναι πάνσοφος και ξέρει τι μας ωφελεί. Όταν εκείνος το θελήσει, δέξου αυτά που μπορείς να κάνεις.

Μιλήστε και πέστε στους ανθρώπους πως η ασθένεια αγιάζει. Να μην απελπίζονται. Να βλέπουν τα πράγματα λίγο και από την πνευματική τους πλευρά. Έτσι ωφελούνται.

Όσοι έχετε θλίψη στη ζωή σας και σας βασανίζουν επίμονοι λογισμοί να μην απελπισθείτε. Ο Θεός βλέπει τον αγώνα σας και θα σας βοηθήσει. Σας θέλει αγωνιστές. Αυτός είναι ο κανόνας σας. Μη γογγύζετε. Ακολουθείστε πιστά τις οδηγίες του πνευματικού. Να διασκεδάζετε τη θλίψη.

Ο κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει κάποια δοκιμασία. Αν δεν έχει δεν είναι καλά πνευματικά.

Χωρίς σταυρό δεν έχει παράδεισο.

Όποια δοκιμασία κι αν μας επισκεφθεί, κατά παραχώρηση Θεού, είναι για το καλό μας. Ας κάνουμε υπομονή. Ο Θεός γνωρίζει πώς θα μας οικονομήσει, για να βγούμε από τις δυσκολίες και να σωθούμε. Εκείνος δεν μας φορτώνει παραπάνω απ' ό,τι αντέχουμε.

Να βοηθούμε τους ανθρώπους που έχουν προβλήματα, ώστε να τοποθετούνται σωστά απέναντι στον Θεό. Να τους μάθουμε πως έτσι μας θέλει ο Θεός. Μας θέλει δηλαδή ν' αγωνιζόμαστε αγόγγυστα σηκώνοντας τον σταυρό μας.

Την ώρα της δοκιμασίας δεν είναι σωστό να γογγύζουμε. Να ευχαριστούμε, να δοξολογούμε τον Θεό και να ζητούμε υπομονή. Αυτή είναι η ορθόδοξη στάση.

Ο Θεός επέτρεψε τη δοκιμασία αυτή, γιατί μας αγαπά και θέλει να μας σώσει. Στον πόνο προσευχόμαστε από καρδιάς. Με θέρμη και πίστη να απευθυνόμαστε στον Θεό. Όταν ζούμε με άνεση, δυστυχώς ξεχνάμε τον Θεό και μας οδηγεί ο διάβολος.

Οι άτεκνοι να μην ανησυχούν και να μην απελπίζονται. Δεν χρειάζεται άγχος, ταραχή, απελπισία και κατάθλιψη. Ας δεχθούν το θέλημα του Θεού, όπως έρχεται στη ζωή τους. Μόνοι τους, χωρίς τις ευθύνες των παιδιών, μπορούν να εργαστούν με επιτυχία για τη σωτηρία τους. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής μας.

Το ίδιο ισχύει και για κείνους που έχουν ψυχικά και σωματικά νοσήματα. Μαρτύριο θα υπολογίσει ο Κύριος τον πόνο τους και θα τους σώσει.

Όσοι πονούν και δοκιμάζονται ας έχουν χαρά στην ψυχή τους, διότι ο Θεός φανερώνει και μ' αυτόν τον τρόπο την αγάπη Του.

Εμείς να σηκώνουμε τον σταυρό μας χωρίς γογγυσμό, με υπομονή και προσευχή. Έτσι μας θέλει ο Θεός.


Ο Κύριος, γνωρίζει τι σταυρός μας ταιριάζει και πόσο βάρος μπορούμε να σηκώσουμε. Ας Του έχουμε εμπιστοσύνη.

Πάντοτε θα υπάρχουν δοκιμασίες και άλλες αιτίες που προξενούν ταραχή στη ζωή μας. Πνευματικά όλα αυτά μας ωφελούν. Εμείς θα πορευόμαστε με τη χάρη του Θεού και θα αγωνιζόμαστε να κάνουμε πράξη το θέλημά Του. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να απελπιζόμαστε.

Την ώρα της δοκιμασίας, η χάρη της προσευχής θα μας ενισχύει, θα μας δίνει υπομονή και φωτισμό για το πώς θα πορευθούμε.

Η μεγάλη δοκιμασία είναι, ουσιαστικά, ευεργεσία του Θεού για το πλάσμα Του.

Κάποτε ένας ναυτικός ναυάγησε. Βρέθηκε για πολλές ημέρες μόνος σ' ένα ακατοίκητο νησί. Προσπάθησε να οργανώσει τη ζωή του, όσο μπορούσε. Έφτειαξε με τα λίγα ξύλα που βρήκε στην παραλία ένα μικρό καλυβάκι και προστάτευε το σώμα του από τις κακιές καιρικές συνθήκες. Η τροφή του ήταν χόρτα και ό,τι άλλο οικονομούσε από το κυνήγι και το ψάρεμα. Περνούσε ο καιρός και κανένα πλοίο δεν φαινόταν στον ορίζοντα. Δεν έχασε όμως την ελπίδα του. Κάποια μέρα, όμως, απομακρύνθηκε από την καλύβα του για την ανεύρεση τροφής του. Άρχισε όμως να ανησυχεί, όταν είδε από μακριά μία μεγάλη φωτιά. Όταν επέστρεψε βρήκε το φτωχικό του καμένο. Τότε έχασε την ελπίδα του και άρχισε να κλαίει. Εκείνη όμως τη στιγμή ένα πλοίο πλησίαζε στο νησί και σώθηκε. Οι ναύτες του είπαν, πως τους οδήγησε ο καπνός που είδαν από μακριά. Να λοιπόν! Η μεγαλύτερη δοκιμασία του ναυαγού έγινε αιτία να σωθεί. Έτσι συμβαίνει σε κάθε δοκιμασία μας.

Να μην απορείτε, όταν έρχονται και σε σας δοκιμασίες. Στη ζωή αυτή πρέπει να έχουμε κάποια δοκιμασία, κάποιο πόνο. Να έχουμε κι εμείς ένα κανόνα. Εκείνες τις στιγμές ο Χριστός και η Παναγία μητέρα Του είναι κοντά μας.

Στις δοκιμασίες δεν είμαστε μόνοι. Τότε αποκτούμε περισσότερη διάθεση για προσευχή και πνευματικό αγώνα. Τότε επικαλούμαστε καλύτερα τον Θεό με συντεντριμμένη καρδιά.


Πηγή: πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Β. Μπατάκας, Αύρας λεπτής ανάσα: Από τη σοφία και την εμπειρία χαριτωμένων μοναχών, Βόλος: 2009, σ. 56-59.

Υ/γ. Να προσεύχεσαι... Είναι ό,τι πιο σπουδαίο και ό,τι πιο όμορφο μπορείς να χαρίσεις στους ανθρώπους που αγαπάς!

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Γιατί κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις...




Είναι φορές που ο χρόνος περνά βιαστικός κι ανεκμετάλλευτος από μπροστά μας ή γεμάτος με σκέψεις δίχως νόημα κι ανούσια μικρά καθημερινά. Είναι στιγμές που σκοτιζόμαστε για την εμφάνιση μας, την κίνηση στους δρόμους και ξεχνάμε τους ανθρώπους γύρω μας. Πόσες φορές είδαμε το ποτήρι μισοάδειο; Πόσες φορές ξεχάσαμε να κοιτάξουμε τον άνθρωπο δίπλα μας και απλά να του ψιθυρίσουμε μια καλημέρα; Πόσες φορές το χαμόγελο μας πνίγηκε στον ποταμό του δικού μας εγωκεντρικού παρόντος;

Ώσπου μια ανυπόφορη στιγμή, που ο αδιάφορος ρυθμός μας μετατρέπεται άδοξα σ’ έναν πανικόβλητο, τρελό αγώνα δρόμου προς τους ανθρώπους που τόσο απερίσκεπτα «σβήσαμε» από τη μνήμη μας και την ενεργή ζωή μας. Τότε, που μαθαίνουμε ότι αυτός ο άνθρωπος φεύγει… φεύγει αργά προς μια άλλη παράξενη κι απόκοσμη όχθη του ποταμού. Δεν θέλουμε ούτε καν να προφέρουμε την αιτία: μεταστατικός όγκος, είπαν οι γιατροί, καρκίνος… Στρέφω αλλού το βλέμμα καθώς σε κοιτάζω ανυποψίαστο, μέσα απ’ τα θολά μου μάτια, να παλεύεις για τη ζωή.

Είναι κάτι τέτοιες στιγμές που δεν μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας όπως τη θέλουμε, γιατί υπάρχουν πάντα οι εξωτερικοί παράγοντες, αυτοί που δεν ορίζουμε, που έρχονται και μας βρίσκουν, ανατρέπουν δεδομένα, ορίζουν, περιορίζουν, καθορίζουν, επαναπροσδιορίζουν. Είναι έξω από μας και η δύναμη του καθενός μας φαίνεται από την ικανότητά του να προσαρμόζεται κάθε φορά στις νέες καταστάσεις που φέρνει μπρος του η ζωή. Απ’ την ικανότητα του να μην εξευτελίζει τη ζωή όταν πια δεν θα μπορεί να την κάνει όπως τη θέλει. Να μην περιφέρουμε μια ύπαρξη βαριεστημένη, καλουπωμένη, συμβιβασμένη. 

          «Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέπτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν αλλά γι' αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια μας, χάνουμε 60 δευτερόλεπτα φωτός. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα με ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι και ένα τραγούδι του Σεράτ θα ήταν η σερενάτα που θα τη χάριζα στη Σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρυα μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο απ' τα αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...

Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή...Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μια μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα. Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν που νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται. Στους γέρους θα έδειχνα ότι τον θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά, αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από εσάς τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.

 Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από εσάς, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς, θα πεθαίνω.Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σου 'δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. 

Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα ότι σ' αγαπώ και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα 'θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ και ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.

Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν’ το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μία τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη", "συγχώρεσε με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. 
Κανείς δε θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.»   (Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές)


Υ/γ. Σ’ έναν υπέροχο άνθρωπο που ήταν πάντα κάτι περισσότερο από πατέρας, που παρά τη μάχη με τον καρκίνο δεν παύει να μου θυμίζει τα σημαντικά της ζωής, στον λατρεμένο μου παππού με την ευχή να βγει νικητής, μα όπως σωστότερα λέει κι ο ίδιος, ας γίνει το θέλημά Του…

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Μοναξιά νιώθει αυτός που δεν αγαπά


Όταν αγαπάς κάποιον, τον νιώθεις ζωντανό μπροστά σου. Μοναξιά νιώθει αυτός που δεν αγαπά, και η μοναξιά γίνεται μεγαλύτερη, όταν θέλω να με αγαπούν. Οιοσδήποτε άνθρωπος, είτε βασιλιάς, είτε ζητιάνος είναι, μόλις θελήσει να τον αγαπούν, θα δείτε ότι αμέσως θα νιώσει μοναξιά. Μόλις αρχίσει να αγαπά, όχι με αγάπη ανθρώπινη αλλά εν τη Εκκλησία, αρχίζει να φεύγει η μοναξιά και ανακαλύπτει πως όλη η Εκκλησία, οι πάντες, είναι μαζί του.

Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Οι ασκητές ψηλώνουν για να συναντήσουν τον Αγαπημένο τους


Όλος ο βίος του ανθρώπου είναι μία ημέρα γι' αυτούς που κοπιάζουν με πόθο 
(Αββά Γρηγορίου του θεολόγου)

ΜΕ ΧΩΜΑ ΚΑΙ ΜΕ ΦΩΣ: Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΧΡΩΜΑΤΟΣ

Πώς να μείνεις με τους ανθρώπους; Πώς τες πόλεις και τα χωριά τους να κατοικήσεις; Έχουν τόσα πολλά θελήματα, τόσες πολλές ενέργειες, τόσες κινήσεις αναίτιες τα σώματά τους, και ο νους τους τρέχει χωρίς λόγο αληθινό στο απροσδιόριστο! Πώς να μείνεις με τους ανθρώπους; Όσους κι αν επιλέξεις θα αμαρτήσεις. Άλλους θα αφήσεις, άλλοι θα λυπηθούν και θα σε πονέσουν. Εχτρούς θα κάνεις ακόμη κι αν δεν το θες· και η μεγάλη σου αγκαλιά, ανοιχτή θα καλοδεχτεί, δεν αρκεί να χωρέσει τη συνθετότητα της πραγματικότητας των ανθρώπων. Πώς να μείνεις με τους ανθρώπους; Έχουν τόσα πολλά διαφορετικά θελήματα, τόσες επιφάνειες, τόσες ιδιοτροπίες, και τον χωρισμό διαρκώς πολλαπλασιάζουν. Μακραίνουν τα πρόσωπά τους και ολοένα γυρεύουν να μονωθούν, να μείνουν κατάμονοι κι αυτό το λένε ζωή! Πώς να στεργιώσεις μέσα στο χάος των ανθρώπων, που για αγάπη τους έχουν τον αφορισμό και για χαρά τον πόλεμο και τον θάνατο;

Φτάνει όμως κάποτε καιρός που η καρδιά ζητά και το κορμί το απαιτεί. Πρέπει να διαλέξεις τόπο να σταθείς, να διαλέξεις δρόμο να κινήσεις και κατεύθυνση να κοιτάξεις. Είναι καιρός που η καρδιά άλλο δε βαστά στη μεσότητα, δε βαστά τη λειψή ζωή, δεν αντέχει τον άλογο βίο και την περιφορά την ανόητη από ματαιότητα σε ματαιότητα, την κίνηση την αβάσταχτη από πόνο σε άλλο πόνο. Μισό κορμί, μισή ψυχή, χείλι πικρό και χαμογέλιο αχνό. Φτάνει καιρός που η καρδιά δεν αντέχει να ταΐζεται με τα ψιχία χαράς και με κλάσματα πραγμάτων. Τότε για μία μονάχα στιγμή όλα σταματούν, στην παύση αυτή όλα ζυγιάζονται και ύστερα ξανακινούν με άλλο ρυθμό κι άλλο λόγο και η καρδιά αναχωρεί και το κορμί ακολουθεί. Ο νους μονάχα δείχνει διστακτικός και ξεμένει λιγάκι πίσω κι όλο σε παλιά ξαναγυρνά -σε ερείπια «αγαπημένα» ξαναγυρνά, που στέγασαν ηδονές και μικρές φευγαλέες χαρές. Ο νους σταματά και κοντοστέκεται σε μορφές όμορφες ερωτικές, που σιγανά, νωχελικά καλούν ανεμίζοντας μαντίλια των ερώτων μοναδικά.

Όμως ο καιρός σήμανε και η καρδιά αναχωρεί και όλα εκείνην ακολουθούν. Όλα από κείνην παρασύρονται σε χορό μανικό, που ο Μόνος σέρνει στην ατλαντική του πλάτη, την κρίση όλη κουβαλώντας με χαρά. Τότε η πλάση ανθίζει μες τη σιωπή που διαρκώς ευχαριστεί, μες τη μόνωση που πάντοτε συντροφεύει, μες τη λυτρωτική φυγή που αλάνθαστα οδηγεί στη φωτεινή των πραγμάτων πλευρά. Η ζωή τότε φανερώνεται μες τα χέρια που, χωρίς στόχο υστερόβουλο, χώμα πλάθουν μετά τη βροχή, και πουλιά παραδεισένια ανασταίνουν μες τη σκοτεινιά των καιρών. Η ζωή τότε παρουσιάζεται μες τα λαγούμια τα βαθιά, μες τες οπές της γης και σε χαράκια μακρινά. Η ζωή είναι παντού, ήσυχη μυστική χωρίς φωνή και κινήσεις, χωρίς κραυγές και ξαμώματα επιθετικά. Η ζωή τότε γίνεται μικρή κινησούλα διακριτική, όπως τα χορταράκια του καλοκαιριού στις όχτες δρόμων επαρχιακών, στο φύσημα του μελτεμιού. Γίνεται κινησούλα τόση δα, που φανερώνεται για μια στιγμή κι ύστερα ησυχάζει και μαζεύεται πάλε στη γερή χοϊκή της φύτρα, τη γη. Ο νόστος της αθωότητας που χάσαμε μικροί κάπου εκεί ψηλά σε αλώνια ματωμένα και σε τόπους αλαργηνούς με μαύρα βουνά και δάσα. Ο νόστος της απλότητας που δεν γευτήκαμε ποτέ, παρά κρυφοκοιτάξαμε σα φευγαλέα σκιά, πίσω από ακτίνες ελεήμονος φωτός μες σε άδεια ιερά, αλλόκοτα και υψηλά.

Ο χειμώνας εφέτος ήταν και πάλε μαζί μας. Αλλοπρόσαλλος μοναχικός όχι και μόνος. Με άβουλη καρδιά να μας παραφυλά, με ψίθυρους της βροχής να μας νανουρίζει και με των ανέμων τις αναίτιες ριπές να μας πετροβολά. Κάπου εκεί, μες σε μεθυσμένες επιθυμίες και σε νόστους παραδείσου, γυρέψαμε ασκητές να στήσουμε πάνω σε σανίδια επιτήδεια, ξόρκι να ιστορήσουμε στην απελπισία, και στη ματαιότητα της προόδου πετροβολιά. Και γυρέψαμε στα μικρά ετούτα εικονίσματα να χτίσουμε τη ζωή με χώμα και φως· τη ζωή όπως γίνεται αιώνες τώρα στις καρδιές και στα σώματα των ασκητών· τη ζωή ως αιώνιο φίλιωμα των αντικείμενων· τη ζωή ως ενότητα του παντός, που συμβαίνει στο νυν και αεί με κόπο και πόνο, με την εκούσια θυσία του εαυτού. [...] Οι ασκητές κινούνται σε χώρο μικρό, στενό, περιορισμένο, συστρέφονται, αναφέρονται στον Θεό, που απ' την αγάπη Του κατέρχεται μέχρι τα πρόσωπά τους, κι αυτοί άλλο δεν έχουν παρά να στρέψουν τα βλέμματά τους να Τον δουν. Απλώνουν τα χέρια σαν παιδιά μικρά και φουχτώνουν τις καραμελίτσες της ευλογίας: την αθωότητα, την παρθενία, την πενία, την εκούσια σαλότητα, τον ευτελισμό. Πατούν και δεν πατούν στη γη. Όχι πως δεν την αγαπούν. Αλλά σκιάζονται μη την πληγώσουν με το τεράστιο βάρος του εγωισμού τους. Με τ' ακροδάκτυλά των μονάχα αγγίζουν την, έτσι για να γευτούν τη ζεστασιά που άφησε πάνω της ο ήλιος, ο μικρός ο μέγας, έτσι καθώς ολημέρα ερωτοτροπούσε με το μεστωμένο ώριμο κορμί της.

Και στα πρόσωπά τους, ο ίδιος ήλιος λάμπει χτίζοντας τες σάρκες τους, με τις ακτίνες του να φεγγοβολούν πάνω στο ψημένο χώμα του μετώπου τους, πάνω στες βασανισμένες, νηστεμένες, χιλιοραπισμένες παρειές. Πρόσωπα ολόφωτα να θεωρούν, να ατενίζουν τη ζωή χωρίς λύπηση, χωρίς οίκτο και το θράσος της απόστασης ενός κριτή. [...]

[...] Έχουν χρώματα πολλά και θριαμβευτικά, γιατί είναι κήρυκες που διαλαλούν για τη δύναμη της ομορφιάς, χρώματα που σεμνά και τρυφερά φωνάζουν πως ο κόσμος αλλιώς δε γίνεται να ζήσει παρά μονάχα με την ανόρια ελευθερία που δέχεται να θυσιαστεί για χάρη του εχτρού· με τη σιωπή που ποτέ δεν προηγείται της ερώτησης· με την αγάπη που υπομένει και στο σώμα βαστά όλα του κόσμου τα στρεβλά και τον πόνο και τον θάνατο με χαρά.

Οι ασκητές είναι αψηλοί, όχι γιατί θέλουν να χωριστούν απ' τους αγαπημένους, τους ανθρώπους. Απλώς ψηλώνουν γυρεύοντας να φτάσουν μια ώρα γρηγορότερα να συναντήσουν τον αγαπημένο τους Χριστό, που αιωνίως κατέρχεται. Οι ασκητές ψηλώνουν, γιατί ζητούν ακόμη να δουν καλύτερα τον πόνο των ανθρώπων και τον καημό, για νάχουν να παρακαλούν τον Θεό, νάχουν να κλαίνε για να ποτίζουν με δάκρυα δροσιά τον άνυδρο τόπο της μοναξιάς και του πετρωμένου εγωισμού. Οι ασκητές είναι κόσμος στον «κόσμο» μας. Είναι παραμυθία και παρηγοριά, και για τούτο είναι τόπος και χρόνος χαράς, είναι καιρός παραδείσου και φανέρωση Χριστού.

Πηγή: Γιώργος Κόρδης, Με χώμα και φως: Άσκηση ζωγραφικής στη ζωγραφική της άσκησης, εκδ. «Εν πλω», σ. 9-13

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

Όταν τα παιδιά μάς λένε «τι είναι αγάπη»!!!


Όταν είσαι τεσσάρων και πέντε και έξι χρόνων και σε ρωτήσουν «τι είναι αγάπη», η απάντησή σου πιθανώς να σοκάρει! Για ποιο λόγο;

Γιατί τότε είναι που οι μεγαλύτεροι καταλαβαίνουμε από τις απαντήσεις των παιδιών ποιο είναι το πραγματικό νόημα της αγάπης. Ρομαντικές, τρυφερές, αγαπησιάρικες, συγκινητικές, μα πάνω από όλα αληθινές, όλες οι απαντήσεις αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας!

Άλλωστε, γράφει το perierga.gr, την αγάπη τα παιδιά την καταλαβαίνουν και την αισθάνονται καλύτερα από τους μεγάλους, έστω και με διαφορετικό τρόπο. Και, το σημαντικότερο, τη δίνουν απλόχερα, χωρίς διακρίσεις, χωρίς ανταλλάγματα…

Απολαύστε τις απαντήσεις τους…

Τόνια, 6 ετών
Όταν η γιαγιά μου έπαθε αρθρίτιδα δεν μπορούσε να βάψει τα νύχια των ποδιών της γιατί δεν μπορούσε να σκύψει. Έτσι της τα έβαφε ο παππούς μου παρότι και αυτός είχε αρθρίτιδα στα χέρια του.
 
Βασίλης, 4 ετών
Αγάπη είναι όταν ένα κορίτσι βάζει άρωμα κι ένα αγόρι after shave και μετά βγαίνουν έξω μαζί και μυρίζουν ο ένας τον άλλον.
 
Κάρολος, 5 ετών
Αγάπη είναι όταν βγαίνεις για φαγητό και δίνεις στον άλλον τις μισές τηγανιτές σου πατάτες χωρίς να του ζητήσεις να σου δώσει κι αυτός από τις δικές του.
 
Χριστίνα, 6 ετών
Αγάπη είναι αυτό που σε κάνει να χαμογελάς όταν είσαι κουρασμένη.
 
Λευτέρης, 4 ετών
Αγάπη είναι όταν η μαμά φιάχνει καφέ για τον μπαμπά και πίνει πρώτα μια γουλιά εκείνη για να δει αν τον πέτυχε.
 
Δανιήλ, 7 ετών
Αγάπη είναι όταν φιλιέσαι όλη την ώρα. Μετά βαριέσαι να φιλιέσαι αλλά θέλεις συνέχεια να είσαι μαζί με τον άλλον και να μιλάτε. Η μαμά μου κι ο μπαμπάς μου έτσι κάνουν. Κι όταν φιλιούνται εμένα μου φαίνεται αηδία.
 
Αιμιλία, 8 ετών
Η αγάπη είναι όταν είσαι στο δωμάτιό σου τα Χριστούγεννα και ανοίγεις τα δώρα. Aν σταματήσεις το άνοιγμα θα ακούσεις την αγάπη.
 
Πάνος, 7 ετών
Αν θέλεις να μάθεις ν’ αγαπάς καλύτερα πρέπει να ξεκινήσεις από έναν φίλο που μισείς.
 
Τζένη, 8 ετών
Η αγάπη είναι όταν λες σε ένα αγόρι ότι σου αρέσει το πουκάμισό του κι αυτός μετά το φοράει κάθε μέρα.
 
Έλλη, 7 ετών
Η αγάπη είναι σαν το γέρο και τη γριά που μετά από τόσα χρόνια που γνωρίζονται είναι ακόμα φίλοι.
 
Θωμάς, 6 ετών
Κατά τη διάρκεια του ρεσιτάλ πιάνου μου μ' έπιασε φόβος πάνω στη σκηνή. Τότε κοίταξα κάτω και είδα τον μπαμπά μου να με χαιρετάει χαμογελώντας. Ήταν ο μόνος που το έκανε αυτό. Τότε μου πέρασε ο φόβος.
 
Μαρία, 8 ετών
Η μαμά μου με αγαπάει πιο πολύ απ’ όλους. Κανένας άλλος δεν έρχεται να με φιλήσει όταν πέφτω για ύπνο.
 
Κλαίρη, 6 ετών
Η αγάπη είναι όταν η μαμά δίνει στον μπαμπά την καλύτερη μερίδα φαγητού.
 
Ελένη, 5 ετών
Η αγάπη είναι όταν η μαμά βλέπει τον μπαμπά αξύριστο και βρώμικο και πάλι πιστεύει ότι είναι ωραιότερος κι απ’ τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ.
 
Χρήστος, 7 ετών
Αγάπη είναι όταν το σκυλάκι σου σου γλύφει το πρόσωπο ακόμα κι αφού το άφησες μόνο του όλη μέρα.
 
Μαριάννα, 4 ετών
Ξέρω ότι η αδελφή μου μ’ αγαπά γιατί μου δίνει όλα τα ρούχα της ακόμα κι αν πρέπει να βγει έξω και να αγοράσει άλλα.
 
Λάμπρος, 4 ετών
Αφήνω τη μεγαλύτερη αδελφή μου να με πειράζει γιατί η μαμά λέει ότι με πειράζει επειδή μ’ αγαπάει. Κι μετά εγώ πειράζω την μπέιμπι σίτερ γιατί την αγαπάω.
 
Αλεξάνδρα, 4 ετών
Όταν αγαπάς κάποιον οι βλεφαρίδες σου ανοιγοκλείνουν και βγάζουν αστεράκια.
 
Κατερίνα, 7 ετών
Αγάπη είναι όταν η μαμά βλέπει το μπαμπά στην τουαλέτα και δεν σιχαίνεται.
 
Μάρκος, 6 ετών
Δεν πρέπει να λες σ’ αγαπώ αν δεν το εννοείς. Αλλά αν το εννοείς πρέπει να το λες συνέχεια γιατί οι άνθρωποι ξεχνάνε. 

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι



Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς 
(Ματθ. ια' 28)

Ο Ιησούς Χριστός είναι για τον προσκυνητή και τον κάθε άνθρωπο, που θέλει να αναγεννηθεί πνευματικά, η πραγματική πηγή της αγάπης, της συγχώρησης, της ειρήνης και της ελπίδας.


Η πρόσκληση του Ναζωραίου να τον πλησιάσουν οι άνθρωποι, με τους κόπους και τα φορτία της καθημερινότητας, είναι επίκαιρη σε κάθε εποχή.

Οι άνθρωποι, που δέχονται την πρόσκληση και πλησιάζουν με ταπείνωση, μετάνοια κι αγάπη τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή, γνωρίζουν, τόσο την αδυναμία τους όσο και τη φιλανθρωπία και τη συγκατάβαση που παρέχει, ως ανάπαυση και θεραπεία των ψυχών και των σωμάτων, η παρουσία του Θεού στον κόσμο.

Πηγή: Χριστιανικό φυλλάδιο

Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Με τους πειρασμούς δίνονται ευκαιρίες


ΠΩΣ ΝΑ ΑΠΟΦΥΓΕΤΕ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ

- Γέροντα, μερικές φορές οι πειρασμοί έρχονται ο ένας πάνω στον άλλον και δεν αντέχω.

- Να σου πω μια λύση, για να τους αποφύγεις; Θα την δεχθείς;

- Ναι,

- Η μόνη λύση για να αποφύγεις τους πειρασμούς, είναι να... συμμαχήσεις με τον διάβολο! Τι γελάς; Δεν σου αρέσει αυτή η λύση; Κοίταξε να σου πω. Όσο κανείς αγωνίζεται, θα έχει πειρασμούς και δυσκολίες. Και όσο προσπαθεί να αποφύγει τον πειρασμό, τόσο κόντρα του πάει ο διάβολος. Αλλά με τους πειρασμούς -αν τους αξιοποιήσουμε σωστά-, δίνεται η ευκαιρία, επειδή μερικές φορές η ζωή μας είναι αντιευαγγελική, να γίνει «ευαγγελική».

-Γέροντα, σκαλώνω σε μερικά ασήμαντα πράγματα και δεν έχω διάθεση μετά να αγωνισθώ για κάτι ανώτερο.

- Αυτά είναι σαν τις νάρκες που βάζει ο εχθρός, για να αχρηστέψει τον στρατό. Το ταγκαλάκι (έτσι αποκαλούσε ο Γέροντας τον διάβολο και τα δαιμόνια) όταν δει ότι δεν μπορεί να κάνει άλλη ζημιά στον αγωνιστή, κοιτάει πώς να τον αχρηστέψει με ασήμαντα πράγματα. Ύστερα, να ξέρεις ότι υπάρχουν και μικρά ταγκαλάκια, που κάνουν όμως μεγάλη ζημιά. Μια φορά ρώτησαν ένα μικρό ταγκαλάκι: «Τάχα τι μπορείς να κάνεις εσύ;». «Εγώ τι μπορώ να κάνω; Πάω και μπερδεύω τις κλωστές στις μοδίστρες, στους τσαγκάρηδες, απάντησε, και τους κάνω να θυμώνουν». Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα γίνονται από τιποτένια πράγματα, όχι μόνο σ' εμάς, αλλά μερικές φορές και στα κράτη. Στους πνευματικούς ανθρώπους δεν υπάρχουν σοβαρές αφορμές για σκάνδαλα. Από το μικρά παίρνει ο διάβολος αφορμή. Τσακίζει τον άνθρωπο ψυχικά με κάτι χαζά, παιδικά πράγματα, οπότε κάνει την καρδιά του όπως εκείνος θέλει και μένει μετά κανείς ένα κούτσουρο.

-Γιατί, Γέροντα, ενώ βάζω ένα πρόγραμμα, μια σειρά στον αγώνα μου, και ξεκινώ με διάθεση να αγωνισθώ, σύντομα ξεχνιέμαι;

-Δεν ξέρεις; το ταγκαλάκι, όταν πάρει είδηση ότι κάνουμε δουλειά πνευματική, τότε γυρίζει το κουμπί αλλού. Ενώ βάζουμε ένα πρόγραμμα, μια άλφα σειρά, βρισκόμαστε σε άλλη και, αν δεν προσέξουμε, το αντιλαμβανόμαστε μετά από μέρες. Γι' αυτό ο αγωνιστής πρέπει να πηγαίνει όλο κόντρα στον διάβολο -φυσικά με διάκριση- και να τον παρακολουθεί κάποιος έμπειρος Πνευματικός.

-Έναν άνθρωπο που δεν κάνει λεπτή εργασία στον εαυτό του, ο σατανάς τον πολεμάει;

-Ο σατανάς δεν πάει σε έναν άχρηστο άνθρωπο, αλλά πάει σε έναν αγωνιστή, για να τον πειράξει και να τον αχρηστέψει. Δεν χάνει τον καιρό του να κάνει λεπτή εργασία σε κάποιον που δεν έχει κάνει λεπτή εργασία.

Στέλνει σ' αυτόν που ράβει με σακοράφα, διάβολο με σακοράφα. Σ' αυτόν που κάνει λεπτό εργόχειρο, στέλνει διάβολο που κάνει λεπτό εργόχειρο. Σ' αυτόν που κάνει πολύ ψιλό κέντημα, στέλνει διάβολο για πολύ ψιλή εργασία. Σ' αυτούς που κάνουν χονδρή δουλειά στον εαυτό τους, στέλνει χονδρό διάβολο.

Στους αρχάριους στέλνει αρχάριο διάβολο. Οι άνθρωποι που έχουν λεπτή ψυχή, πολύ φιλότιμο και είναι ευαίσθητοι, χρειάζεται να προσέξουν, γιατί βάζει και ο διάβολος την ουρά του και τους κάνει πιο ευαίσθητους, και μπορεί να φθάσουν στην μελαγχολία ή ακόμη -Θεός φυλάξοι- και στην αυτοκτονία. Ο διάβολος, ενώ εμάς τους ανθρώπους μας βάζει να πηγαίνουμε κόντρα στον πλησίον μας και να μαλώνουμε, ο ίδιος ποτέ δεν πάει κόντρα.

Τον αμελή τον κάνει πιο αμελή. Τον αναπαύει με τον λογισμό: «το κεφάλι σου πονάει, είσαι αδιάθετος. δεν πειράζει και αν δεν σηκωθείς για προσευχή». Τον ευλαβή τον κάνει πιο ευλαβή, για να τον ρίξει στην υπερηφάνεια, ή τον σπρώχνει να αγωνισθεί περισσότερο από τις δυνάμεις του, ώστε να αποκάμει και να αφήσει μετά όλα τα πνευματικά του όπλα και να παραδοθεί ο πρώην πολύ αγωνιστής. Τον σκληρόκαρδο τον κάνει πιο σκληρόκαρδο, τον ευαίσθητο, υπερευαίσθητο.

Και βλέπεις πόσοι άνθρωποι, άλλοι έχουν κάποια ευαισθησία και άλλοι γιατί έχουν κλονισθεί τα νεύρα τους, ταλαιπωρούνται με αϋπνίες και παίρνουν χάπια ή βασανίζονται και χαραμίζονται στα νοσοκομεία. Σπάνια να δεις άνθρωπο ισορροπημένο. Έγιναν μπαταρίες οι άνθρωποι. Οι περισσότεροι σαν να έχουν ηλεκτρισμό. Όσοι μάλιστα δεν εξομολογούνται, δέχονται επιδράσεις δαιμονικές. έχουν έναν δαιμονικό μαγνητισμό, γιατί ο διάβολος έχει εξουσία επάνω τους. Λίγοι άνθρωποι, είτε αγόρια είτε κοπέλες είτε ηλικιωμένοι είναι, έχουν ένα βλέμμα γαλήνιο. Δαιμονισμός! Ξέρεις τι θα πει δαιμονισμός; Να μην μπορείς να συνεννοηθείς με τον κόσμο.

Είπα σε κάποιους γιατρούς που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει». Η αναισθησία του διαβόλου είναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά ή στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιεί χωρίς να αντιδράσουν. Ο διάβολος, όταν θέλει να πολεμήσει έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνει τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο, και μετά πηγαίνει ο ίδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει...

Αλλά προηγείται ο... «αναισθησιολόγος». Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «υβρισθήναι, χλευασθήναι κ.λπ.», και τελικά, ο πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε κι αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σας έχω πει παραδείγματα;

Παλαιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν λοιπόν μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ένα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένειά του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάει στα Γιάννενα, να πάρει δάνειο, για να αγοράσει ένα άλογο, να οργώνει τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβει με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε. Τον έβλεπε ο ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!».

Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ο Εβραίος να κατεβάζει τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Παρ' το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω φθηνό». Έφευγε από τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα, του έλεγε ο Εβραίος, θα σου δώσω το πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ο καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο, σου λέει «τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε...», και δήθεν «για τα παιδιά του πιο φθηνό», έδωσε τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο! Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνει;

Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί. έπαιρνε όσο του χρειαζόταν. Τελικά γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Αλλά τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνει να σκάβει με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώσει το δάνειο!

Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβει με την τσάπα! Αλλά για να χαζεύει στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε; Έτσι κάνει και ο διάβολος. Σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από 'δώ, σε τραβάει από 'κεί, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για αλλού ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξεις. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.


Πηγή: Γέροντας Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Β': Πνευματική Αφύπνιση, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης
Αποδελτίωση: Briefing News (3/4/2012)

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

Η ειρήνη της ψυχής

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ 

Δεν μπορεί να έχει ειρήνη η ψυχή, αν δεν μελετά μέρα και νύχτα τον νόμο του Θεού. Γιατί αυτός ο νόμος γράφτηκε από το Πνεύμα του Θεού και το Πνεύμα του Θεού πηγαίνει από τη Γραφή στην ψυχή. Κι η ψυχή αισθάνεται γλυκύτητα και ευχαρίστηση γι’ αυτό και δεν θέλει πια ν’ αγαπά τα επίγεια, γιατί η αγάπη για τα επίγεια ερημώνει τον νου.

Η ψυχή τότε καταλαμβάνεται από αθυμία, αγριεύει και παύει να προσεύχεται. Κι ο εχθρός , βλέποντας πώς η ψυχή απομακρύνθηκε από τον Θεό, την σαλεύει και εύκολα συγχύζει τον νου με διάφορους άτακτους λογισμούς κι έτσι περνά ολόκληρη τη μέρα και δεν μπορεί να βλέπει καθαρά τον Κύριο.

Όποιος έχει μέσα του την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος, σκορπίζει ειρήνη και στους άλλους. Όποιος όμως έχει μέσα του πνεύμα κακό, σκορπά και στους άλλους το κακό.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...